Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Ποιος πληρώνει για το... τραπεζικό κούρεμα;

Πρέπει σήμερα η κατάρρευση μιας τράπεζας να επιβαρύνει τους επενδυτές; Το "The Banker" επισημαίνει  τους κινδύνους και συνομιλεί με ειδικούς που υπογραμμίζουν τον κίνδυνο του πανικού.

  • Philip Alexander
Ποιος πληρώνει για το... τραπεζικό κούρεμα;
Όταν η Lehman Brothers κατέρρευσε τον Σεπτέμβριο του 2008 και η τραπεζική χρηματοδότηση πάγωσε, όλες οι τράπεζες ήθελαν να είναι συστημικώς σημαντικές (SIFI), δηλαδή υπερβολικά μεγάλες και υπερβολικά διασυνδεδεμένες με το σύστημα ώστε να αξίζουν την κυβερνητική ενίσχυση. Σήμερα οι SIFI είναι επισήμως χαρακτηρισμένες ως απειλή και τα στελέχη τους είναι έως τον λαιμό χωμένα σε μια θάλασσα κανονισμών οι οποίοι σχεδιάστηκαν ώστε να εξασφαλίσουν ότι οι φορολογούμενοι δεν θα χρειαστεί να τους σώσουν ξανά.

Λιγότερο από έναν μήνα από τότε όπου οι αγορές ξεκίνησαν να... χωνεύουν το τελευταίο προσχέδιο της Βασιλείας ΙΙΙ, το οποίο δημοσιεύθηκε τον περασμένο Δεκέμβριο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έδωσε προς διαβούλευση σχέδιο όπου περιγράφεται το πιθανό ευρωπαϊκό πλαίσιο χειρισμού των τραπεζικών προβλημάτων. Η έκτασή του είναι μεγαλύτερη των 100 σελίδων και καλύπτει έξι διαφορετικά κεφάλαια με τρία παραρτήματα. Φαίνεται ότι οι αγορές έχουν εστιάσει την προσοχή τους σε μία ιδιαίτερα υποενότητα: το concept της συμμετοχής των πιστωτών στη ζημία από την κατάρρευση μιας τράπεζας, γνωστό ως bail in. Συγκεκριμένα, οι επενδυτές στην περίπτωση εκείνη θα κληθούν να επιβαρυνθούν σε ό,τι αφορά τους μη ασφαλισμένους τίτλους προτεραιότητας (senior unsecured debt).

Στην πραγματικότητα, η ιδέα αυτή δεν εκπλήσσει. Η γερμανική Bundestag συζητούσε ήδη την πράξη αναδιάρθρωσης των τραπεζών -που τελικά πέρασε τον Φεβρουάριο του 2011-, η οποία δίνει στην εγχώρια ρυθμιστική αρχή BaFin ευρεία γκάμα εξουσιών προκειμένου, όταν συμβεί μια τραπεζική κατάρρευση, να επιβάλει haircut σε senior εκδότες. Ο κ. Alistair Asher, επικεφαλής για τους χρηματοοικονομικούς ομίλους (FIG) στη νομική εταιρία Allen & Overy, λέει ότι η αντίστοιχη βρετανική ρυθμιστική πράξη ενσωματώνει ήδη ευρεία γκάμα ρυθμίσεων για τις διαδικασίες που αφορούν στο κλείσιμο μιας τράπεζας.

Υπάρχει επίσης αυξανόμενος ενθουσιασμός στις τάξεις των ρυθμιστικών αρχών -ειδικά στην Ελβετία- για υπό αίρεση μετατρέψιμα ομόλογα (CoCos)  τα οποία μετατρέπονται σε μετοχές αν ο δείκτης επάρκειας Tier 1 υποχωρήσει πολύ. Αλλά πρόκειται για ένα πολύ νέο και εξειδικευμένο προϊόν που αφορά στην από πριν ξεκαθαρισμένη πιθανότητα μετατροπής. Για τους ήδη πολλούς μη ασφαλισμένους πιστωτές, πάλι, οι κανόνες του παιχνιδιού φαίνεται τώρα να αλλάζουν σημαντικά.

Όλα αλλάζουν

"Μπορώ να φανταστώ ορισμένους να εξετάζουν τις σχεδιαζόμενες μεταβολές σε ό,τι αφορά το senior μη εξασφαλισμένο χρέος και να σκέφτονται ότι οι τυχόν δυσμενείς συνέπειες είναι πιο δυσάρεστες απ' ό,τι στο παρελθόν και πως για τον λόγο αυτόν οι αποδόσεις θα πρέπει να είναι μεγαλύτερες", αναφέρει ο κ. Prasad Gollakota, επικεφαλής του τμήματος Capital Solutions στην Ευρώπη για λογαριασμό της UBS.

Κατά τις πρώτες δύο εβδομάδες του Ιανουαρίου, η δραστηριότητα έκδοσης ομολόγων προτεραιότητας χαμηλής εξασφάλισης μειώθηκε σημαντικά ως αποτέλεσμα του σχεδίου διαβούλευσης της Ε.Ε., που δόθηκε στη δημοσιότητα. "O θόρυβος γύρω από το bail in είχε ως αποτέλεσμα την επιβράδυνση στις ευρωπαϊκές εκδόσεις, καθώς οι επενδυτές έγιναν περισσότερο επιφυλακτικοί σχετικά με το πού ήταν έτοιμοι να επενδύσουν".

Οι επενδυτές λένε "ναι"

Λογικά, ένα bail in στα ομόλογα προτεραιότητας χαμηλής εξασφάλισης δεν έχει διαφορά από τον κίνδυνο χρεοκοπίας που αντιμετωπίζουν όσοι επενδύουν σε οποιουδήποτε τύπου εταιρικά ομόλογα. Ο κ. Paul Sharma, επικεφαλής της βρετανικής ρυθμιστικής αρχής FSA, υποστηρίζει πως η πραγματική καινοτομία βρίσκεται στις κυβερνητικές απαντήσεις που δόθηκαν στην κρίση του 2008 και προχωρούν σε βάθος.

Συγκεκριμένα, αναφέρει: "Όταν εξαντληθεί το κεφάλαιο, οι κύριοι πιστωτές δέχονται haircut. Αλλά αυτό δεν συνέβη κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης γιατί οι κυβερνητικές παρεμβάσεις σημειώθηκαν νωρίτερα. Αυτό εν μέρει έγινε γιατί, αν μια τράπεζα αφεθεί να χρεοκοπήσει, ακολουθούν άλλες δυσάρεστες συνέπειες: απώλεια εμπιστοσύνης γενικά στο τραπεζικό σύστημα και έλλειψη πιστώσεων για την οικονομία. Οπότε το bail in μπορεί να ειδωθεί ως μια προσπάθεια να επιτευχθεί μία υπό όρους χρεοκοπία χωρίς τις αντίξοες συστημικές συνέπειες".

Ωστόσο, ο ίδιος, με την άλλη του ιδιότητα, του επικεφαλής της ρυθμιστικής αρχής για τις ασφαλιστικές εταιρίες, αναγνωρίζει πως ό,τι λειτουργεί καλά για τις τράπεζες δεν φαίνεται απαραίτητα τόσο καλό για τους βασικούς θεσμικούς επενδυτές.

Fund managers αναφέρουν πως θεσμικοί επενδυτές έχουν ήδη εγκαταλείψει τις θέσεις που είχαν σε ομόλογα προτεραιότητας χαμηλής εξασφάλισης - φτάνοντας ορισμένες φορές και σε μηδενικό επίπεδο. Ωστόσο, στην πράξη, σημαντικοί θεσμικοί επενδυτές φαίνεται να καλοδέχονται τις προτάσεις. Κατ' αρχάς, πρέπει να εξαλειφθούν οι γκρίζες ζώνες που σχετίζονται με τον τύπο της κυβερνητικής στήριξης. Αυτή η τελευταία έγινε ξεκάθαρη μόνο στο θέμα της έκδοσης των τραπεζικών ομολόγων με κυβερνητική εγγύηση, στα τέλη του 2008.

"Το αν το τραπεζικό χρέος είναι δίκαια αποτιμημένο είναι δύσκολο να ειπωθεί. Ωστόσο, αυτό που θεωρούμε υγιή εξέλιξη είναι πως πλέον και το τραπεζικό χρέος, όπως συμβαίνει και με οποιονδήποτε άλλο οικονομικό τίτλο, δεν θεωρείται ακίνδυνο", σημειώνει ο κ. Guido Fuerer, επικεφαλής του chief investment office στη Swiss Re.

Πληρέστερη σκέψη

Οι θεσμικοί επενδυτές εξετάζουν τις επόμενες κινήσεις τους σκεπτόμενοι το σύνολο του χαρτοφυλακίου τους. Το κρατικό χρέος είναι πολύ σημαντικότερο από το τραπεζικό γιατί επηρεάζει και τομείς όπως τα ασφαλιστικά και τα συνταξιοδοτικά κεφάλαια.

Η κ. Tamara Burnell, senior αναλύτρια και στέλεχος της αγγλικής M&G Investments, επισημαίνει ότι οι προτάσεις της Ε.Ε. θα πρέπει να εφαρμοστούν γρήγορα για να κατευναστούν οι όποιοι νέοι φόβοι σχετίζονται με την αξιοπιστία του κρατικού χρέους. Η ίδια τονίζει ότι οι προτάσεις αυτές δεν πηγαίνουν αρκετά σε βάθος καθώς εμπεριέχεται σε αυτές επιλεκτικός προστατευτισμός για τα ομόλογα προτεραιότητας χαμηλής εξασφάλισης.

"Θα έχουμε ακόμα μεγαλύτερη κρίση κρατικού χρέους αν οι άνθρωποι συνειδητοποιήσουν ότι οποιοδήποτε senior χρέος, στο οποίο δεν θα μπορεί να υπάρξει ευθύνη των επενδυτών, θα τύχει κυβερνητικής εγγύησης. Η ιρλανδική περίπτωση δείχνει ότι είναι λάθος να λέμε πως οι τράπεζες αυτό που έχουν να κάνουν είναι απλώς να εκδώσουν κάποιο χρέος το οποίο να μπορεί να δεχτεί bail in σε κάποια μελλοντική περίσταση", λέει η κ. Burnell.

Η σκέψη αναδρομικών bail ins, της αναδρομικής δηλαδή συμμετοχής των πιστωτών στη ζημία από την κατάρρευση μιας τράπεζας, μπορεί να είναι λιγότερο ανησυχητική απ' ό,τι ακούγεται. Όταν η Investec Bank ξεκίνησε το πρόγραμμα μεσοπρόθεσμων ευρωομολογιών τον Ιανουάριο του 2011, εξέδωσε ένα απλό συμπλήρωμα στο υπάρχον ενημερωτικό, στο οποίο υπήρχε η προειδοποίηση ότι τυχόν ενσωμάτωση από την αγγλική νομοθεσία των προτάσεων της Ε.Ε. θα λειτουργούσε επιβαρυντικά στη θέση των κατόχων ομολόγων. Το… τζίνι των bail ins, όμως, είναι πάντα έξω από το λυχνάρι - ακόμη και για θέματα υπαρχόντων ομολόγων.

"Η ανάλυση των τραπεζών θα πρέπει να γίνει πολύ πιο περίπλοκη: τα μικρότερα συνταξιοδοτικά ταμεία συνήθιζαν κάποιες φορές να αγοράζουν κύριο χρέος χωρίς να αναλύουν ολόκληρη την κεφαλαιακή δομή, αλλά αυτό είναι κάτι που δεν μπορούν να κάνουν πια", λέει ο κ. Philippe Bodereau, επικεφαλής των τραπεζικών πιστώσεων σε όλο τον κόσμο για λογαριασμό της ασφαλιστικής Allianz.

Πολλές στρώσεις

Ο κ. Bodereau σημειώνει ότι είναι πιο δύσκολο να αναλύσει κανείς πιθανά haircuts επί του τραπεζικού χρέους, παρά επί του επιχειρηματικού, για δύο λόγους: Πρώτον, όπως έδειξε η Lehman, μια τράπεζα μπορεί να καταρρεύσει εντός ενός Σαββατοκύριακου, ενώ μια αντίστοιχη διαδικασία ένταξης κάποιας επιχείρησης στο Chapter 11 χρειάζεται συνήθως τουλάχιστον έναν μήνα συζητήσεων με πιστωτές και μετόχους. Δεύτερον, οι τράπεζες είναι οντότητες με τις οποίες ασχολούνται οι ρυθμιστικές αρχές - ειδικά σε ό,τι αφορά την ενδεχόμενη κατάρρευσή τους.

"Οι ρυθμιστές θα έχουν πολύ περισσότερη ελευθερία στην επιβολή κουρέματος στους πιστωτές, καθώς η χρονική περίοδος που έχει στη διάθεσή της μια τράπεζα για να επιτύχει την ανάκαμψη είναι πολύ μικρότερη, έναντι της αντίστοιχης που διαθέτει μια επιχείρηση. Αν είσαι ρυθμιστική αρχή έχεις πολλά κίνητρα για να είσαι συντηρητικός, ώστε να αναγκάζεις την τράπεζα να περνά από δύσκολα stress tests και να αναγνωρίζει τις ζημίες. Έχοντας φτάσει στο σημείο της παρέμβασης, θα θελήσεις ύστερα από αυτήν η τράπεζα να είναι υπερκεφαλαιοποιημένη", λέει ο κ. Bodereau.

Αυτή η αβεβαιότητα για το πώς οι ρυθμιστικές αρχές θα διαχειριστούν πρακτικά τα bail ins ανησυχεί περισσότερο την αγορά. Ο κ. Gerlald Podobnik, συνεπικεφαλής του ευρωπαϊκού τμήματος κεφαλαιακών λύσεων για λογαριασμό της Deutsche Bank, λέει ότι οι ρυθμιστικές αρχές μπορεί να είναι επιφυλακτικές να του δώσουν πολλές πληροφορίες για τα σχέδιά τους. Και αυτό γιατί, ενώ οι αγορές προτιμούν τη διαφάνεια, οι ρυθμιστικές αρχές επιλέγουν μάλλον την ευελιξία να μπορούν να λειτουργήσουν κάθε φορά ανάλογα με την κρίση που έχουν να αντιμετωπίσουν.

"Για να δοθεί κίνητρο στους επενδυτές να χρηματοδοτήσουν κάποιο χρηματοοικονομικό ίδρυμα που μόλις στήθηκε ξανά στα πόδια του, όσοι επενδύουν αμέσως ύστερα από ένα bail in θα έχουν πιθανότατα λάβει ένα super senior status. Αυτό όμως μπορεί να περιπλέξει τα πράγματα και να δημιουργήσει λειτουργικές δυσκολίες", λέει ο κ. Podobnik. Από την άλλη, το ακανθώδες ερώτημα τι δεν πρέπει να στηριχθεί με bail in προκαλεί ορισμένες από τις εντονότερες αντιπαραθέσεις στους κόλπους της επιτροπής της Βασιλείας και του Financial Stability Board.

Εν τω μεταξύ, με δεδομένο ότι η συστημική κρίση προκλήθηκε από το πάγωμα των βραχυπρόθεσμων διατραπεζικών αγορών το 2007 και το 2008, οι ρυθμιστικές αρχές τείνουν να εξαιρούν το βραχυπρόθεσμο χρέος από τις διαδικασίες bail in, αλλά φαίνεται ότι δεν είναι ούτε καν κοντά στο να συμφωνήσουν επί του πώς να το ορίσουν.

Αν ο ορισμός είναι πολύ άκαμπτος, τα συστημικώς σημαντικά χρηματοοικονομικά ιδρύματα είναι πιθανόν να μπουν στον πειρασμό να βραχύνουν τη διάρκεια χρηματοδότησης για να ωφεληθούν από την εξαίρεση. Ωστόσο, καλό είναι να θυμόμαστε πως ακριβώς η υπερεξάρτηση από τις αγορές βραχυπρόθεσμων τίτλων διόγκωσε το πρόβλημα με τη ρευστότητα το 2007 και το 2008.

Η εναλλακτική των καλυμμένων ομολογιών

Μια εξαίρεση επί της οποίας υπήρξε ομοφωνία αφορά στις καλυμμένες ομολογίες. Κοινή πεποίθηση είναι ότι θα πρέπει να έχουν ένα νομικό πλαίσιο εντός του οποίου θα επιλύονται το θέματα που σχετίζονται με αυτές, χωρίς άλλη ρυθμιστική παρέμβαση. Αυτή είναι οπωσδήποτε και η άποψη της αγοράς όπως καταδεικνύει και ότι η έκδοση καλυμμένων ομολογιών ευρωπαϊκών τραπεζών ξεπέρασε εκείνη των ομολόγων προτεραιότητας χαμηλής εξασφάλισης τον Ιανουάριο του 2011. Σήμερα, οι περισσότερες τραπεζικές αγορές έχουν ξεχωριστή νομοθεσία για τις καλυμμένες ομολογίες.

Ο κ. Christoph Hitmmair, επικεφαλής του τμήματος χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων για λογαριασμό της HSBC, λέει ότι οι τράπεζες που είτε προχώρησαν σε αναβάθμιση των δεξαμενών από όπου αντλούν κάλυψη είτε έχουν τα κεντρικά τους σε δικαιοδοσίες όπου η νομοθεσία για τις καλυμμένες ομολογίες είναι σχετικά νέα δίνουν προτεραιότητα στο να οικοδομήσουν σωστό πρόγραμμα έκδοσης καλυμμένων ομολογιών.

Ο ενθουσιασμός αυτός ήγειρε θέμα γύρω από το πόσο μέρος της χρηματοδοτικής βάσης μιας τράπεζας θα πρέπει να είναι εξασφαλισμένη πίστωση, χωρίς παράλληλα να διακινδυνεύεται η ποσότητα των καλών στοιχείων ενεργητικού που είναι διαθέσιμα για να αποζημιωθούν οι καταθέτες στην περίπτωση κατάρρευσης της τράπεζας.

Ο κ. Christoph Hitmmair επισημαίνει: "Τα επιχειρηματικά μοντέλα ποικίλλουν και είναι δυνατόν να φανταστεί κανείς μια κατάσταση στην οποία, για παράδειγμα, μια τράπεζα μπορεί να χρειαστεί να αυξήσει τη χρηματοδότηση προς τη χονδρική γιατί οι λιανοκαταθέτες της απομακρύνονται προς επενδυτικά προϊόντα εκτός τράπεζας. Στην περίπτωση αυτή, η τράπεζα θα μπορούσε να αυξήσει το μέγεθος της δεξαμενής της κάλυψης, ενώ θα διαθέτει επαρκή στοιχεία για να καλύπτει τους καταθέτες, μια που ο αριθμός των καταθέσεων υποχωρεί".

Το αμερικανικό προηγούμενο

Σε κάθε περίπτωση, οι καλυμμένες ομολογίες στηρίζονται στην κατάλληλη δεξαμενή στοιχείων ενεργητικού, που συνήθως είναι υποθήκες. Δεν είναι σε θέση να καλύψουν όλες τις δανειακές ανάγκες κάθε τράπεζας, ειδικά αυτών που δεν διαθέτουν επιχειρηματικό μοντέλο το οποίο να στηρίζεται στα στεγαστικά δάνεια. Αυτό σημαίνει ότι οι Ευρωπαίοι εκδότες πρέπει ακόμα να βρουν επενδυτές που νιώθουν άνετα με τη λογική του haircut για senior χρέος. Μια τέτοια επενδυτική βάση υπάρχει ήδη και λέγεται "Αμερικανοί".

Ενώ η έκδοση ομολόγων προτεραιότητας χαμηλής εξασφάλισης σε ευρώ από ευρωπαϊκές τράπεζες ήταν σε ετήσια βάση χαμηλότερη τον Ιανουάριο του 2011, οι εκδόσεις σε δολάριο εκτοξεύθηκαν περισσότερο από 50%. Ο κ. Hittmair λέει ότι, καθώς οι φόβοι για το κρατικό χρέος της ευρωζώνης μετριάστηκαν κατά κάποιον τρόπο, οι Αμερικανοί επενδυτές αισθάνονται πιο άνετα με καλής ποιότητας ευρωπαϊκά ονόματα, ενώ έχουν διαφωνήσει με αφορμή το bail in για πολύ περισσότερο διάστημα απ' ό,τι οι Ευρωπαίοι.

Μία από τις μεγαλύτερες σχετικές χρεοκοπίες ήταν αυτή της Washington Mutual στο τέλος του 2008. Η WaMu είχε υπό διαχείριση κεφάλαια 287 δισ. δολ., τελικά εξαγοράστηκε από την JP Morgan για λιγότερα από 2 δισ. ευρώ. Αρκετοί κάτοχοι senior ομολόγων της WaMu Incorporated, της μητρικής εταιρίας της Washington Mutual, κατάφεραν έπειτα από 18 μήνες διαπραγματεύσεων και πήραν την ονομαστική αξία των ομολόγων τους.

Αν και η νομοθεσία αρχικά δεν είχε σκεφτεί να περιλάβει το ενδεχόμενο πώλησης μιας ολόκληρης τράπεζας ως μεμονωμένο στοιχείο ενεργητικού, τα δικαστήρια, με αφορμή την περίπτωση της αμερικανικής AmericanWestBancorporation (AmWest), έχουν δημιουργήσει προηγούμενο.

Το ίδιο και η προσεκτική διαχείριση της κρίσης από τις Αρχές, η οποία επέτρεψε στην AmWest να εισέλθει σε διαδικασίες χρεοκοπίας χωρίς να πυροδοτηθούν μαζικές αναλήψεις στις καταθέσεις της τράπεζας με το να εξηγηθεί στα εγχώρια μέσα ότι η τράπεζα θα σωθεί. Εκτιμάται ότι το να κρατηθεί ζωντανή η AmWest εξοικονόμησε για την FDIC περίπου 300 εκατ. δολ.

Με τη διαδικασία που περιγράφεται στο τμήμα 363 του Chapter 11, το δικαστήριο χρεοκοπίας θα ακούσει τα επιχειρήματα όλων των μερών επί του ποια θα πρέπει να είναι η δίκαιη τιμή για την πώληση, αλλά κανείς δεν θα έχει δικαίωμα να τη σταματήσει, ανεξάρτητα από τη θέση του στην κεφαλαιακή δομή. Οπότε, στην περίπτωση πιο σύνθετης και μεγαλύτερης τράπεζας, θα υπάρχουν σίγουρα περισσότεροι μετέχοντες κατά την ακροαματική διαδικασία, αλλά δεν υπάρχει κανένας λόγος να μη δουλέψει η ίδια η διαδικασία. Σχεδόν τυχαία, με το να αφαιρέσουμε την ανάγκη για συναίνεση των ομολογιούχων, δημιουργήσαμε δικανικό χώρο για το bail in, λέει ο κ. Kohler.

Μέρος του πακέτου

Αλλά η AmWest δεν είναι σε καμία περίπτωση "συστημικώς σημαντικό ίδρυμα". Η ζωτικής σημασίας διαφορά στην περίπτωση ενός πολύ μεγαλύτερου οργανισμού είναι ότι δεν είναι γνωστό κατά πόσον ένα bail in θα είναι αρκετό για να αποτρέψει τη μεγαλύτερη απώλεια εμπιστοσύνης, η οποία ανάγκασε τις κυβερνήσεις να επιδοθούν σε τόσο μεγάλες ενισχύσεις στο τέλος του 2008.

Τα bail ins πρέπει να συναρτώνται με τα σχέδια των τραπεζών για εν ζωή διαθήκες» ή/και με τα σενάρια για ανάκαμψη - σωτηρία τους. "Υπάρχουν πολλά άλλα στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων περισσότερων κεφαλαίων και ρευστότητας, νέων προσεγγίσεων της έννοιας του κινδύνου εκ μέρους της διοίκησης, περισσότερο διεισδυτικής και εντατικής επίβλεψης και αναμόρφωσης των λογιστικών προτύπων".

"Δεν πρέπει κάποιος ελαφρά τη καρδία να σκεφτεί ότι μια τεχνική, όπως είναι το bail in, θα αποτελέσει λύση στο όλο πρόβλημα και όχι απλώς συμβολή στη λύση του όλου προβλήματος", λέει ο κ. Sharma.

Στην πραγματικότητα, ο κ. Gallakota της UBS, αναρωτιέται μήπως η αντίδραση στο bail in δεν ήταν υπερβολική. Μια εκτίμηση της UBS είναι ότι, αν κάποιοι από τους μεγάλους ευρωπαϊκούς τραπεζικούς ομίλους οι οποίοι ενισχύθηκαν με κρατικά κεφάλαια, προ της κρίσης ήταν συμμορφωμένοι με όσα ορίζει η Βασιλεία ΙΙΙ, είναι πιθανόν ότι οι ζημιές που υπέστησαν θα είχαν αποφευχθεί χωρίς να χρειαστεί η επανακεφαλαιοποίησή τους είτε από κυβερνήσεις είτε από πιστωτές με senior ομόλογα χαμηλής εξασφάλισης.

"Οι ρυθμιστικές αρχές επιβάλλουν μέτρα επί μέτρων. Έτσι, ο συνολικός κίνδυνος για μια τράπεζα από το senior χρέος είναι πολύ χαμηλότερος απ' ό,τι στο παρελθόν. Από οικονομική σκοπιά, είναι αμφισβητήσιμο αν το senior χρέος μειωμένης εξασφάλισης θα γίνει περισσότερο ριψοκίνδυνο όσο περνά ο καιρός έναντι του πόσο επικίνδυνο ήταν στην προ της κρίσης εποχή", λέει ο κ. Gollakota.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v