Η απόφαση της ΕΚΤ να αυξήσει το όριο των δανείων του μηχανισμού έκτακτης ρευστότητας (ΕLA) κατά 5,5 δισ. ευρώ στα 65 δισ. μετά από έκτακτη τηλεδιάσκεψη αντανακλά τις συνθήκες ρευστότητας στο τραπεζικό σύστημα. Κι αυτό γιατί δύο τουλάχιστον τράπεζες είδαν τη ρευστότητά τους να υποχωρεί κοντά στα περιθώρια ασφαλείας (buffer) την Τετάρτη.
Πλέον πολλές ελπίδες εναποτίθενται στην επίτευξη συμφωνίας με τους δανειστές στο Eurogroup της Δευτέρας ή αργότερα.
Πολλοί αναρωτιούνται πώς είναι δυνατόν να αυξάνονται οι ανάγκες χρηματοδότησης των τραπεζών από τον ELA όταν οι εκροές καταθέσεων από τους πελάτες λιανικής δεν είναι μεγάλες με εξαίρεση κάποιες μέρες.
Πράγματι, οι εκροές από τους τελευταίους δεν ήταν μεγάλες, π.χ. 100 εκατ. ευρώ ή λιγότερα τη μέρα, το τελευταίο διάστημα. Φυσικά, υπήρχαν μέρες όπου οι εκροές έφτασαν τα 700 εκατ. ευρώ.
Όμως, δεν είναι μονάχα αυτές.
Το κράτος και φορείς του μπορεί να αντλούν ρευστότητα για να πληρώνουν άλλες υποχρεώσεις τους. Ακόμη, μεγάλες ιδιωτικές εταιρείες δεν διατηρούν στην Ελλάδα ολόκληρα τα ποσά των καταθέσεων που διαθέτουν για λόγους ασφαλείας. Μπορούν δηλαδή να έχουν εδώ κάποιο ποσό σε καταθέσεις και να μεταβιβάζουν στο εξωτερικό οποιοδήποτε ποσό πάνω από κάποιο όριο.
Η δυναμική των πραγμάτων είναι τέτοια που «χάνονται» καταθέσεις. Αυτό γίνεται είτε μέσω απόσυρσης χρημάτων με κατεύθυνση τις τραπεζικές θυρίδες, τα σπίτια ή τράπεζες του εξωτερικού είτε μέσω αγοράς μεριδίων σε διεθνή αμοιβαία κεφάλαια η ξένα ομόλογα, π.χ. της ΕΙΒ.
Η αιμορραγία θα πρέπει να σταματήσει, αλλά για να συμβεί αυτό, θα πρέπει να υπάρξει συμφωνία με τους εταίρους το συντομότερο...