Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Τι δείχνει μελέτη της Eurobank για νέες εισαγωγές

Ανάλυση της πορείας των μετοχών των νέων εισαγωγών που καλύπτει την περίοδο της δεκαετίας 1996-2005, περιέχεται στο τρίτο τεύχος του νέου περιοδικού ”Οικονομία και Αγορές” που εκδίδει η Eurobank.

Τι δείχνει μελέτη της Eurobank για νέες εισαγωγές
Ανάλυση της πορείας των μετοχών των νέων εισαγωγών που καλύπτει την περίοδο της δεκαετίας 1996-2005, περιέχεται στο τρίτο τεύχος του νέου περιοδικού ”Οικονομία και Αγορές” που εκδίδει η Eurobank.

Συμπεραίνεται ότι η σημερινή αναθέρμανση του χρηματιστηρίου δεν συνεπάγεται αυτομάτως και την αναθέρμανση της αγοράς των νέων εισαγωγών, ούτε και την καλή μετέπειτα πορεία τους. Για να γίνει κάτι τέτοιο, θα πρέπει να ξεκινήσουν εισαγωγές μεγαλύτερων σε μέγεθος εταιρειών.

Ειδικότερα, η Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών και Προβλέψεων της Eurobank EFG εξέδωσε σήμερα το τρίτο τεύχος του νέου περιοδικού ”Οικονομία και Αγορές”, αφιερωμένο στην ελληνική χρηματιστηριακή αγορά.

Στην πρώτη ενότητα του τεύχους, φιλοξενείται άρθρο της Οικονομικής Αναλύτριας κας Έλενας Σιμιντζή, με τίτλο: ”Νέες Εισαγωγές Επιχειρήσεων στο Χρηματιστήριο Αθηνών”.

Στη δεύτερη ενότητα περιέχεται μια σύντομη συμπληρωματική απεικόνιση του ΧΑ, όπως αυτό έχει διαμορφωθεί σήμερα.

Η ανάλυση της πορείας των μετοχών των νέων εισαγωγών καλύπτει την περίοδο της δεκαετίας 1996-2005. Καταγράφεται η πορεία των μετοχών τόσο στο διάστημα των τριών πρώτων ημερών μετά την εισαγωγή στο χρηματιστήριο, όσο και στο διάστημα από την τρίτη μέρα έως δύο χρόνια αργότερα.

Για τους σκοπούς της ανάλυσης, η περίοδος 1996-2005 χωρίζεται σε τρεις υποπεριόδους, 1996-1999, 2000-2003 και 2004-2005, αφού η εμπειρία των νέων εισαγωγών διαφέρει στις υποπεριόδους αυτές. Οι δύο πρώτες υποπερίοδοι 1996-1999 και 2000-2003 χαρακτηρίζονται από την εισαγωγή στο χρηματιστήριο τόσο ιδιωτικών (186 συνολικά) όσο και δημόσιων επιχειρήσεων (15 συνολικά). Οι περισσότερες από τις ιδιωτικές επιχειρήσεις αφορούσαν πολύ μικρές εταιρείες. Έτσι, για να γίνει μια σωστή σύγκριση των εισαγωγών ιδιωτικών με τις εισαγωγές δημοσίων εταιρειών χρησιμοποιείται δείγμα 71 αρχικών δημόσιων εγγραφών, που περιέχει τις μεγαλύτερες εταιρείες.

Αντίθετα, την περίοδο 2004-2005 δεν έγινε καμία εισαγωγή εταιρείας δημόσιου χαρακτήρα και έτσι η ανάλυση γίνεται για όλες τις εισαγωγές (17 συνολικά).

Σύμφωνα με τη συγγραφέα, υπάρχει ξεκάθαρο φαινόμενο υποτιμολόγησης των νέων εισαγωγών, ιδιαίτερα την τριετία 1996-1999 και κυρίως στην περίπτωση των ιδιωτικών εταιρειών. Το φαινόμενο αυτό μειώνεται την περίοδο 2000-2003 και εξαφανίζεται την τελευταία διετία (2004-05), (Διάγραμμα 2).



Ενδιαφέρον, όμως, έχει η πορεία των νέων εισαγωγών μακροπρόθεσμα, πέραν των τριών πρώτων ημερών, κάτι που δεν έχει αναλυθεί μέχρι σήμερα. Αν η αγορά είναι ορθολογική και αποτιμά σωστά τις μετοχές, μια καλή μακροχρόνια πορεία των νεοεισηγμένων εταιρειών υποδηλώνει ότι η μετοχοποίηση αυτή καθεαυτή δημιουργεί καλύτερες συνθήκες οργάνωσης και κερδοφορίας για τις επιχειρήσεις αυτές. Κατά συνέπεια οι εισαγωγές τόσο ιδιωτικών όσο και δημόσιων επιχειρήσεων ωφελούν την οικονομία.

Πράγματι, την οκταετία 1996-2003 οι νεοεισηγμένες εταιρείες, τόσο δημόσιες όσο και ιδιωτικές, έχουν πολύ καλύτερη μακροχρόνια πορεία από αυτή του Γενικού Δείκτη. Παρέχουν μια απόδοση υψηλότερη κατά 33,7% από αυτή του Δείκτη στο τέλος διετούς επενδυτικού ορίζοντα (Διάγραμμα 3). Συμπεραίνεται ότι οι εισαγωγές ωφέλησαν την οικονομία.

Χρήσιμα συμπεράσματα εξάγονται και από μια σύγκριση εταιρειών ιδιωτικού και δημοσίου συμφέροντος. Η περίοδος 1996-1999 ευνόησε τις εισαγωγές ιδιωτικών επιχειρήσεων έναντι των δημόσιων (Διάγραμμα 7), ενώ το αντίθετο συνέβη στην πτωτική αγορά της περιόδου 2000-2003 (Διάγραμμα 8). Μάλιστα, την περίοδο αυτή της πτωτικής αγοράς, οι δημόσιες επιχειρήσεις εξασφάλισαν κέρδη στους επενδυτές, πετυχαίνοντας θετικές απλές αποδόσεις, τη στιγμή που όλη η υπόλοιπη αγορά ήταν πτωτική (Διάγραμμα 9).

Η εικόνα της τελευταίας διετίας είναι διαφορετική. Την περίοδο αυτή δεν έγινε καμία εισαγωγή επιχείρησης δημόσιου συμφέροντος, παρά την ανοδική αγορά που επικράτησε. Οι νέες εισαγωγές αφορούσαν πολύ μικρές ιδιωτικές επιχειρήσεις. Οι εταιρείες αυτές ακολούθησαν τον ανοδικό κύκλο του χρηματιστηρίου, αλλά έδειξαν χειρότερη εικόνα σε σχέση με την αγορά της μικρής κεφαλαιοποίησης στην οποία ανήκουν (Διάγραμμα 11, 13).

Συμπεραίνεται ότι η σημερινή αναθέρμανση του χρηματιστηρίου δεν συνεπάγεται αυτομάτως και την αναθέρμανση της αγοράς των νέων εισαγωγών, ούτε και την καλή μετέπειτα πορεία τους. Για να γίνει κάτι τέτοιο, θα πρέπει να ξεκινήσουν εισαγωγές μεγαλύτερων σε μέγεθος εταιρειών.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v