Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Hellastat: Εξέλιξη δανεισμού εταιριών το 2004-2002

Χαμηλή χρήση δανείων, αλλά και μεγάλη υστέρηση στους ρυθμούς ανάπτυξης είναι τα σημαντικότερα αποτελέσματα της μελέτης που παρουσίασε η Διεύθυνση Αναλύσεων της Hellastat, η οποία αφορά 27.000 εταιρίες για την περίοδο 2004-2002.

Hellastat: Εξέλιξη δανεισμού εταιριών το 2004-2002
Χαμηλή χρήση δανείων, αλλά και μεγάλη υστέρηση στους ρυθμούς ανάπτυξης είναι τα σημαντικότερα αποτελέσματα της μελέτης που παρουσίασε η Διεύθυνση Αναλύσεων της Hellastat, η οποία αφορά 27.000 εταιρίες για την περίοδο 2004-2002.

Αναλυτικότερα, σύμφωνα με ανακοίνωση της Hellastat, η εταιρία εξέτασε την κεφαλαιακή δομή, την ευκολία πρόσβασης στην τραπεζική χρηματοδότηση και την ανάπτυξη των εσόδων και των κερδών των επιχειρήσεων μικρού και μεσαίου μεγέθους, συγκρίνοντας τα ευρήματα με τις αντίστοιχες επιδόσεις των μεγαλύτερων επιχειρηματικών μονάδων.

Όπως επεσήμανε ο διευθυντής έρευνας και ανάπτυξης υπηρεσιών της Hellastat, κ. Χρήστος Γιαννακόπουλος, ο συνολικός τοκοφόρος δανεισμός των 22.781 επιχειρήσεων κατά τη λήξη της χρήσης 2004 ανήλθε στα 56,85 δισ. ευρώ, αυξημένος κατά 8,2% έναντι της αντίστοιχης περιόδου το 2003.

Διευκρινίζεται ότι από τα 56,85 δισ. ευρώ τα 12,65 δισ. ευρώ αφορούν σε ομολογιακά δάνεια, διαμορφώνοντας τον αμιγώς τραπεζικό δανεισμό στα 44,2 δισ. ευρώ που αντιστοιχεί στο 67,4% των συνολικών δανείων προς τις εγχώριες επιχειρήσεις από εγχώρια Νομισματικά Πιστωτικά Ιδρύματα (ΝΧΙ), σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος.

Οι συνολικές τοκοφόρες δανειακές υποχρεώσεις εμφανίζονται αυξημένες κατά 8,2% σε σύγκριση με το 2003, ενώ είχε προηγηθεί ακόμη μεγαλύτερη αύξηση την περίοδο 2003/2002, της τάξης του 12%.

Ωστόσο, η αντίστοιχη μεταβολή των συνολικών υποχρεώσεων, αλλά και των ιδίων κεφαλαίων στο ίδιο χρονικό διάστημα διατηρεί σχεδόν αμετάβλητα τόσο τη σύνθεση των τοκοφόρων προς τις συνολικές υποχρεώσεις, στο 51,5% περίπου, όσο και το λόγο των συνολικών ξένων προς τα ίδια κεφάλαια, στο 1,15.

Σε επίπεδο τομέων της οικονομίας, τη μεγαλύτερη χρήση ξένων κεφαλαίων (2,15 φορές τα ίδια κεφάλαια) κάνουν οι εμπορικές επιχειρήσεις, το συντριπτικό ποσοστό (60%) των οποίων αποτελείται από λειτουργικές υποχρεώσεις, δηλαδή την πίστωση των προμηθευτών.

Οι επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών χρησιμοποιούν ξένα κεφάλαια σε πολύ μικρότερη κλίμακα (50% των ιδίων κεφαλαίων), με αυξημένη ωστόσο συμμετοχή των τοκοφόρων υποχρεώσεων, που αγγίζει το 2004 το 58%.

Επιπλέον, οι μεταποιητικές επιχειρήσεις ισορροπούν το λόγο των ξένων προς τα ίδια κεφάλαια στο 1:1, χρηματοδοτώντας το 50% των υποχρεώσεών τους με χρηματοδοτικά εργαλεία.

Το μεγαλύτερο ενδιαφέρον μεταξύ των συμπερασμάτων της μελέτης, σύμφωνα με τον κ. Γιαννακόπουλο, βρίσκεται στα χαρακτηριστικά των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.

Ειδικότερα, οι ΜΜΕ –για τους σκοπούς της παρούσας ανάλυσης με αξία ενεργητικού μέχρι 1 εκατ. ευρώ λειτουργούν με ιδιαίτερα συντηρητική κεφαλαιακή δομή, χρησιμοποιώντας ξένα κεφάλαια που διαμορφώνονται στο 110% των ιδίων κεφαλαίων στις εμπορικές, στο 62% στις μεταποιητικές και μόλις στο 28% στις επιχειρήσεις παροχής υπηρεσιών.

Αντίστοιχα, οι ΜΜΕ κάνουν ακόμη πιο περιορισμένη χρήση τοκοφόρων υποχρεώσεων, που δεν ξεπερνά το 20%-22% των –ήδη χαμηλών- συνολικών υποχρεώσεων.

Τα χαμηλά αυτά επίπεδα επαληθεύονται και από τους δείκτες των βραχυπρόθεσμων τραπεζικών υποχρεώσεων ως προς τις πωλήσεις, που διαμορφώνονται (στις ΜΜΕ) κατά μέσο όρο στο 9,8% για τις εμπορικές και στο 13,7% στις μεταποιητικές, έναντι του 25%-30% που αντιστοιχεί στις επιχειρήσεις με ενεργητικό άνω των 3 εκατ. ευρώ.

Όσον αφορά στην πρόσβαση των ΜΜΕ στον τραπεζικό δανεισμό, είναι εύλογο για τις μικρού και μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις να προσφεύγουν στον λειτουργικό δανεισμό, δηλαδή την πίστωση από τους προμηθευτές, όπου οι διαδικασίες είναι σαφώς πιο ανεπίσημες και στηρίζονται στην πείρα και την εμπειρία των εμπορικών συναλλαγών, αποφεύγοντας την προσφυγή στον τραπεζικό δανεισμό, όπου απαιτούνται μεταξύ άλλων εξασφαλίσεις, υγιή οικονομικά δεδομένα, συγκεκριμένο επιχειρηματικό σχέδιο, αξιόπιστη βάση οικονομικής πληροφόρησης.

Βέβαια, και από την πλευρά των τραπεζιτών υπάρχει σημαντικός προβληματισμός για τη χρηματοδότηση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, κυρίως λόγω της απουσίας αξιόπιστου πλαισίου αναγνώρισης, αξιολόγησης και προσέλκυσης τέτοιων πελατών και της έλλειψης αξιόπιστης πληροφόρησης.

Από την άλλη, η δανειοδότηση υγιών επιχειρήσεων μικρού και μεσαίου μεγέθους, οι οποίες άλλωστε αποτελούν τη ραχοκοκαλιά του ελληνικού επιχειρηματικού ιστού, μπορεί να εξασφαλίσει αυξημένα μερίδια και καλύτερη διασπορά του χαρτοφυλακίου χορηγήσεων.

Τέλος, αναφέρεται πως και οι επιδόσεις των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων όσον αφορά στην ανάπτυξη των πωλήσεων και των κερδών –οι οποίες είναι το 2004 οριακές ή και αρνητικές- υπολείπονται κατά πολύ έναντι των –σχεδόν τριπλάσιων του πληθωρισμού- μεγαλύτερων εταιρειών.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v