Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Εθνική: ”Βαρόμετρο” οι αγορές για την κατανάλωση

Στην πορεία και τις προοπτικές της ιδιωτικής κατανάλωσης στην ευρωζώνη και στις επιπτώσεις της στην πορεία των χρηματιστηρίων αναφέρεται το μηνιαίο δελτίο της Εθνικής Τράπεζας, στο οποίο εκτιμάται ότι τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά αντιμετωπίζουν την πορεία των κεφαλαιαγορών ως ”βαρόμετρο” για την οικονομία.

Εθνική: ”Βαρόμετρο” οι αγορές για την κατανάλωση
Στην πορεία και τις προοπτικές της ιδιωτικής κατανάλωσης στην ευρωζώνη και στις επιπτώσεις της στην πορεία των χρηματιστηρίων αναφέρεται το μηνιαίο δελτίο της Εθνικής Τράπεζας.

Στο δελτίο, οι αναλυτές της τράπεζας δεν αποκλείουν πως ”μετά την έντονη άνοδο και πτώση των χρηματιστηρίων διεθνώς, τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά δίνουν μεγαλύτερη βαρύτητα στην πορεία των χρηματιστηρίων, καθώς την αντιμετωπίζουν ως βαρόμετρο για τις προοπτικές και τους κινδύνους τους οποίους αντιμετωπίζει η οικονομία”.

Ειδικότερα, στο δελτίο εξετάζεται η πορεία και οι προοπτικές της ιδιωτικής κατανάλωσης στην ευρωζώνη. H ιδιωτική κατανάλωση εκτιμάται ότι είναι ο παράγων-κλειδί που προσδιορίζει το χρόνο και την ένταση της οικονομικής ανάκαμψης στην ευρωζώνη, καθώς η έντονη ανατίμηση του ευρώ, οι δυσμενείς διεθνώς οικονομικές συνθήκες και οι συγκρατημένες επενδύσεις δεν αφήνουν περιθώρια σημαντικής αύξησης των υπολοίπων προσδιοριστικών παραγόντων του ΑΕΠ.

Κατά το 2002, όπως επισημαίνεται, η κατανάλωση αυξήθηκε οριακά (0,6% σε σχέση με 1,8% το 2001) περιορίζοντας έτσι κατά πολύ την ανάκαμψη της οικονομίας. Για το 2003, οι αναλυτές προσδοκούν μια συγκρατημένη, αλλά σαφώς υψηλότερη, ανάκαμψη της κατανάλωσης (1,5%), η οποία θα υποστηρίξει την ανάπτυξη των ευρωπαϊκών χωρών.

Στο δελτίο αναλύεται κατά πόσο αυτή η προσδοκία είναι ρεαλιστική λαμβάνοντας υπόψη την πορεία των προσδιοριστικών παραγόντων της ιδιωτικής κατανάλωσης, δηλαδή το διαθέσιμο εισόδημα (το οποίο καθορίζεται από την απασχόληση και τους πραγματικούς μισθούς), καθώς και το βαθμό αποταμίευσης (ο οποίος καθορίζεται από τον πλούτο των νοικοκυριών και την αβεβαιότητα).

Στην ανάλυση, επιχειρήθηκε ο υπολογισμός της επίδρασης των παραπάνω παραγόντων διαχρονικά και εκτιμήθηκε μια μακροχρόνια συνάρτηση κατανάλωσης για την ευρωζώνη κατά την περίοδο 1980-2002.

Τα αποτελέσματα αυτής της εμπειρικής μελέτης δεικνύουν ότι η ιδιωτική κατανάλωση επηρεάζεται σημαντικά από το διαθέσιμο εισόδημα (συντελεστής ευαισθησίας: 0,6). Ωστόσο, ενδιαφέρον είναι το αποτέλεσμα όσον αφορά την επίδραση που ασκεί στην κατανάλωση ο πλούτος των νοικοκυριών από κατοχή μετοχών.

Ειδικότερα, η ευαισθησία της κατανάλωσης σχετικά με τη συγκεκριμένη μορφή πλούτου υπερδιπλασιάστηκε τα τελευταία χρόνια (0,035 από 0,015 το 1997), προσεγγίζοντας έτσι τα επίπεδα των ΗΠΑ! Η εξέλιξη αυτή προκαλεί ερωτήματα, δεδομένου ότι στις ΗΠΑ, το ποσοστό των νοικοκυριών που κατέχει μετοχές και η αξία των τοποθετήσεών τους στο χρηματιστήριο είναι πολύ υψηλότερα από τα αντίστοιχα των χωρών της ευρωζώνης.

Πιθανή ερμηνεία στα παραπάνω, όπως τονίζεται στην ανάλυση, ενδέχεται να είναι ότι, μετά την έντονη άνοδο και πτώση των χρηματιστηρίων διεθνώς, τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά δίνουν μεγαλύτερη βαρύτητα στην πορεία των χρηματιστηρίων, καθώς την αντιμετωπίζουν ως βαρόμετρο για τις προοπτικές και τους κινδύνους τους οποίους αντιμετωπίζει η οικονομία.

Η ερμηνεία αυτή επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι η συσχέτιση του δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης με το χρηματιστηριακό δείκτη αυξάνεται συνεχώς από το 1998, προσεγγίζοντας το 83% κατά την τελευταία διετία από σχεδόν μηδέν που ήταν το Μάρτιο του1998.

Βάσει αυτών των αποτελεσμάτων, επιχειρείται να ερμηνευτεί η πορεία της κατανάλωσης τα προηγούμενα χρόνια και να εκτιμηθεί η μελλοντική της πορεία.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μας, κατά τη δεκαετία του 1990, η άνοδος των χρηματιστηρίων στήριξε σημαντικά την κατανάλωση. Συγκεκριμένα, εκτιμάται ότι το ½ της αύξησης της κατανάλωσης κατά την περίοδο 1995-2000 οφειλόταν στο χρηματιστήριο.

Επιπλέον, η πτώση των χρηματιστηρίων την τελευταία τριετία μείωσε την κατανάλωση κατά 1,7 ποσοστιαίες μονάδες. Ωστόσο, η κατανάλωση ακόμα και σε αυτή την περίοδο συνέχισε να αυξάνεται (1,6% κατά μέσο όρο), λόγω της ανόδου του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματος (μέσος ετήσιος ρυθμός 1,6 %).

Το πιο σημαντικό, όμως, αποτέλεσμα της εμπειρικής αυτής μελέτης είναι ότι η πτώση των χρηματιστηρίων την προηγούμενη τριετία θα συνεχίσει να επιδρά αρνητικά στην καταναλωτική συμπεριφορά των νοικοκυριών και τα επόμενα χρόνια.

Συγκεκριμένα, εκτιμάται ότι μόνο το 1/3 της αρνητικής αυτής επίδρασης έχει ήδη επηρεάσει την κατανάλωση. Το μεγαλύτερο μέρος της εν λόγω επίδρασης αναμένεται να πραγματοποιηθεί την περίοδο 2003-2004, μειώνοντας την κατανάλωση κατά 0,9% το 2003 και 0,4% το 2004.

Με βάση αυτές τις εκτιμήσεις, η κατανάλωση θα παραμείνει περιορισμένη, έστω και αν υπάρξει συγκρατημένη άνοδος των χρηματιστηρίων και του διαθέσιμου εισοδήματος.

Ειδικότερα, προβλέπεται η κατανάλωση να αυξηθεί κατά 0,8% το 2003, υποθέτοντας ότι τα χρηματιστήρια θα παραμείνουν κοντά στα τρέχοντα επίπεδα του Μαΐου και το πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα θα αυξηθεί κατά 1%. Κατά συνέπεια, η κατανάλωση θα επιστρέψει σε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης μετά από 1-2 χρόνια, όταν θα έχει εκλείψει η αρνητική επίδραση από την πτωτική πορεία των χρηματιστηρίων της προηγούμενης τριετίας.

Λαμβάνοντας υπόψη τις συγκρατημένες προβλεπόμενες αυξήσεις και των άλλων παραγόντων της εσωτερικής ζήτησης (επενδύσεις: 0,3% το 2003 από –2,6% το 2002, δημόσια κατανάλωση: 0,9% από 2,5%, αντίστοιχα) καθώς και τη σχεδόν μηδενική προβλεπόμενη συνεισφορά της εξωτερικής ζήτησης στην ανάπτυξη το 2003 από 0,6 ποσοστιαίας μονάδας το 2002, αναμένεται μια πολύ μικρή ανάκαμψη του ΑΕΠ της ευρωζώνης.

Συγκεκριμένα, εκτιμάται ότι η ανάπτυξη το 2003 θα ανέλθει σε 1% από 0,8% το 2002. Λαμβάνοντας υπόψη και τον περιορισμό των πληθωριστικών πιέσεων λόγω περιορισμένης ζήτησης και ανατίμησης του ευρώ, οι τρέχουσες μακροοικονομικές συνθήκες δικαιολογούν πτώση των επιτοκίων της ΕΚΤ κατά 25 μονάδες βάσης το δεύτερο τρίμηνο του 2003 και μια δεύτερη αντίστοιχη πτώση μέχρι τέλους του έτους, οδηγώντας έτσι το επιτόκιο παρέμβασης στο 2%.

Το δελτίο εκδίδεται στην αγγλική γλώσσα για ενημέρωση των επενδυτών και αναφέρεται στις εξελίξεις των μακροοικονομικών μεγεθών και των χρηματοοικονομικών αγορών της ευρωζώνης, καθώς και στη νομισματική πολιτική της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (EKT).

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v