Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Εθνική: Τι συνεισφέρει η ποντοπόρος στην οικονομία

Αύξηση κατά 660 εκατ. ευρώ (αύξηση 0,6% στο ΑΕΠ) θα σημειώσει το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Ελλάδος το 2003, λόγω της αύξησης των διεθνών ναύλων για τη μεταφορά ξηρού φορτίου και πετρελαίου εκτιμά σε ανάλυσή της η Εθνική Τράπεζα. Στατιστικά στοιχεία για τον κλάδο. Το ύψος του δανεισμού προς το ναυτιλιακό τομέα από τις ελληνικές τράπεζες.

Εθνική: Τι συνεισφέρει η ποντοπόρος στην οικονομία
Αύξηση κατά 660 εκατ. ευρώ θα σημειώσει το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών της Ελλάδος το 2003, λόγω της αύξησης των ναύλων για τη μεταφορά ξηρού φορτίου και πετρελαίου, εκτιμά, μεταξύ άλλων, η Εθνική Τράπεζα στο Δελτίο Ανάλυσης της Ελληνικής οικονομίας και Αγορών του Μαρτίου.

Ως αποτέλεσμα της παραπάνω αύξησης το ΑΕΠ της χώρας μας αναμένεται να ενισχυθεί κατά 0,6%, επισημαίνεται στη μελέτη.

Είναι αξιοσημείωτο, αναφέρει η Εθνική Τράπεζα, ότι η επίδραση αυτή μπορεί να αντισταθμίσει μια ενδεχόμενη μείωση των τουριστικών εσόδων της τάξης του 6%.

Οπως τονίζεται, η ποντοπόρος ναυτιλία αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους κλάδους της ελληνικής οικονομίας καθώς αντιστοιχεί στο 2,5% του ελληνικού ΑΕΠ (καθαρή θέση) και στο 1,5% της συνολικής απασχόλησης, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι έμμεσες επιδράσεις, οι οποίες σχετίζονται κυρίως με τον επισκευαστικό και χρηματοπιστωτικό τομέα.

O εμπορικός στόλος ελληνικής ιδιοκτησίας είναι ο μεγαλύτερος στον κόσμο, καθώς αντιστοιχεί στο 18% της συνολικής μεταφορικής ικανότητας του παγκόσμιου εμπορικού στόλου. Επισημαίνεται ότι ένα σημαντικό τμήμα των εσόδων από το ναυτιλιακό τομέα διαχέεται στην ελληνική οικονομία μέσω του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, το οποίο αποτελεί σημαντική πηγή χρηματοδότησης των επενδυτικών δραστηριοτήτων του συγκεκριμένου τομέα.

Η Εθνική Τράπεζα σημειώνει επίσης ότι δάνεια των ελληνικών τραπεζών προς το ναυτιλιακό τομέα αυξήθηκαν κατά 28% κατά την τελευταία τριετία και ανέρχονται στα 3,8 δισ. δολάρια.

Η μεγάλη σημασία του κλάδου για την ελληνική οικονομία, σε συνδυασμό με τη σημαντική αύξηση των ναύλων κατά το 2002, καθιστούν σημαντική μια απόπειρα προσδιορισμού της κίνησής τους κατά το έτος 2003, καθώς και την αποτίμηση της αναμενόμενης επίδρασης που αυτή θα έχει στην οικονομική δραστηριότητα.

Συγκεκριμένα, κατά το τελευταίο τρίμηνο του 2002, οι ναύλοι αυξήθηκαν σημαντικά, ιδιαίτερα στους κλάδους της μεταφοράς ξηρού φορτίου και πετρελαίου (κατά 67 % και 78 % αντιστοίχως σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2001) αντανακλώντας την ισχυρή ζήτηση για συγκεκριμένα προϊόντα (π.χ. αυξημένη ζήτηση σιδηρομεταλλεύματος από την Κίνα, άνθρακα από την Ιαπωνία), καθώς και τη στασιμότητα του συνολικής χωρητικότητας του παγκόσμιου εμπορικού στόλου.

Για το 2003, η Εθνική Τράπεζα εκτιμά ότι με δεδομένη την προοπτική ενίσχυσης της βιομηχανικής παραγωγής στις χώρες του G7 κατά 1,5% (σε σύγκριση με μείωση της τάξης του 1,1% το 2002) και σταθεροποίησης της τιμής του πετρελαίου στα 25 δολάρια το βαρέλι (μέσος όρος έτους), οι τιμές των ναύλων θα υποχωρήσουν μέχρι τέλους του έτους, σε σχέση με τις ιστορικά υψηλές τιμές του τέλους 2002 (κατά 62% και 23% αντίστοιχα για μεταφορές ξηρού φορτίου και μεταφορά πετρελαίου, παραμένοντας όμως σε υψηλότερα επίπεδα από τους αντίστοιχους μέσους όρους για την περίοδο 1992-2002).

Εντούτοις, τονίζεται στο δελτίο, κατά τη διάρκεια του 2003, οι ναύλοι για μεταφορές ξηρού φορτίου θα αυξηθούν κατά 21% και για μεταφορά πετρελαίου κατά 28% κατά μέσο όρο, ενώ ο μεταφερόμενος όγκος θα αυξηθεί κατά 2%, σε σχέση με το 2002.

Όσον αφορά το δεύτερο θέμα το οποίο εξετάζεται στο δελτίο, επισημαίνεται ότι οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών παρουσιάζουν μηδενική αύξηση, παρά τον υψηλό ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας κατά το διάστημα 2001-02.

Η επιβράδυνση των εισαγωγών, αναφέρει η Εθνική, συνεπάγεται ότι ένα μικρότερο ποσοστό της συνολικής εγχώριας ζήτησης κατευθύνεται σε ξένα προϊόντα και υπηρεσίες και επομένως έχει περιοριστεί η αρνητική επίδραση στο ρυθμό ανάπτυξης από τις εισαγωγές.

Η εξέλιξη αυτή έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την περίοδο 1997-2000, κατά την οποία ο ρυθμός αύξησής τους υπερέβαινε κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες το μέσο ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ.

Η εξήγηση για αυτή την παρατηρούμενη στασιμότητα των ελληνικών εισαγωγών έγκειται στην υψηλή εισοδηματική ελαστικότητα ζήτησης που χαρακτηρίζει ορισμένες κατηγορίες εισαγωγών (όπως ο κεφαλαιουχικός εξοπλισμός και τα διαρκή καταναλωτικά αγαθά).

Συγκεκριμένα σε περιόδους όπως η τετραετία 1997-2000, που η ζήτηση για εισαγωγές κεφαλαιουχικών αγαθών (όπως μηχανήματα) και άλλων βιομηχανικών προϊόντων αυξανόταν σημαντικά, οι εισαγωγές αυτών των κατηγοριών συνολικά αυξήθηκαν με ρυθμούς σημαντικά υψηλότερους από αυτούς του ΑΕΠ. Επισημαίνουμε ότι αυτές οι κατηγορίες αγαθών αντιπροσωπεύουν σημαντικό ποσοστό της συνολικής αξίας των εισαγόμενων αγαθών (44%).

Αντιθέτως, κατά τα τελευταία 2 χρόνια, αναφέρεται στο δελτίο, που η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας στηρίζεται κατά κύριο λόγο στον κατασκευαστικό τομέα - ο οποίος χαρακτηρίζεται από χαμηλό βαθμό εξάρτησης από εισαγωγές – οι εισαγωγές αυξήθηκαν με ρυθμό σημαντικά βραδύτερο από αυτόν του ΑΕΠ.

Στην παρατηρούμενη επιβράδυνση συντέλεσε και η υπερσυσσώρευση αποθεμάτων κεφαλαιουχικών και διαρκών καταναλωτικών αγαθών κατά την προηγούμενη περίοδο.



Προκειμένου να εκτιμηθούν οι επιπτώσεις των μεταβολών της οικονομικής δραστηριότητας και των όρων εμπορίου τόσο σε επιμέρους κατηγορίες εισαγωγών όσο και στο σύνολο των εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών εκτιμώνται ξεχωριστές συναρτήσεις ζήτησης για 8 διαφορετικές κατηγορίες εισαγωγών αλλά και για το σύνολό τους.

Τα αποτελέσματα επιβεβαιώνουν ότι οι κατηγορίες αγαθών με υψηλότερο τεχνολογικό περιεχόμενο (όπως τα μηχανήματα) και τα διαρκή καταναλωτικά αγαθά χαρακτηρίζονται από υψηλότερη ευαισθησία στις μεταβολές του εισοδήματος (η εισοδηματική τους ελαστικότητα είναι διπλάσια σε σχέση με το μέσο όρο των υπολοίπων αγαθών - 1.9 και 0.8, αντιστοίχως).

Δεδομένου ότι και κατά το 2003, η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας θα βασιστεί κυρίως στις κατασκευές (που αναμένεται να αυξηθούν κατά 9.4%) η αύξηση των συνολικών εισαγωγών αναμένεται να υπολείπεται κατά μία τουλάχιστον ποσοστιαία μονάδα του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ.

* Το πλήρες κείμενο της μελέτης της Εθνικής δημοσιεύεται στη δεξιά στήλη ”Συνοδευτικό Υλικό”

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v