Αν η δυτική στρατιωτική και οικονομική υποστήριξη της Ουκρανίας αποδυναμωθεί το 2024 και πέραν αυτού, η Ρωσία θα κρατήσει ή ακόμα και θα επεκτείνει τον έλεγχο ουκρανικών εδαφών, κάτι που θα αυξήσει τον κίνδυνο ρωσικής επιθετικότητας εναντίον άλλων χωρών, εν μέσω μιας όλο και πιο κατακερματισμένης και αναποτελεσματικής Δύσης.
Στις 14 Δεκεμβρίου, ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν, για πρώτη φορά μετά από δυο χρόνια, πραγματοποίησε μια μεγάλη συνέντευξη Τύπου για το τέλος του έτους. Οι δηλώσεις του -ιδιαίτερα μετά την πρόσφατη επίσκεψή του στη Μέση Ανατολή- υπογραμμίζουν τη νέα σιγουριά της Μόσχας για την τροχιά του πολέμου στην Ουκρανία, για την οικονομία της Ρωσίας και για τον κλοιό του Πούτιν στην εξουσία, εν όψει των προεδρικών εκλογών της Ρωσίας, τον Μάρτιο του 2024.
Η Ρωσία πιθανότατα θα κρατήσει τα κατακτημένα ουκρανικά εδάφη για το προβλέψιμο μέλλον, λόγω του πλεονεκτήματος του ανθρώπινου δυναμικού της έναντι της Ουκρανίας, της επέκτασης της πολεμικής βιομηχανίας και της αυξανόμενης πολεμικής κόπωσης στη Δύση.
Αν η Δύση δεν αυξήσει την ποσότητα, την ποιότητα και το εύρος των βασικών οπλικών συστημάτων που παρέχει σήμερα στο Κίεβο (κάτι που είναι απίθανο, λαμβάνοντας υπόψη τις πολιτικές διαφωνίες σχετικά με αυτά τα ζητήματα τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και στην Ευρωπαϊκή Ένωση), η Ουκρανία είναι απίθανο να επιτύχει εδαφικά κέρδη ικανά να τερματίσουν τον πόλεμο σύντομα.
Επιπλέον, η προοπτική της Ουκρανίας να αποκαταστήσει τον πλήρη έλεγχο των περιοχών Χερσώνα και Ζαπορίζια θα γίνεται όλο και πιο δαπανηρή και λιγότερο πιθανή με κάθε χρόνο που περνά, καθώς οι ρωσικές δυνάμεις οχυρώνονται όλο και περισσότερο στις θέσεις τους, χτίζοντας βαθύτερες οχυρώσεις και δημιουργώντας περισσότερα ναρκοπέδια. Αυτό θα δώσει χρόνο για τη Ρωσία να αξιοποιήσει καλύτερα τα πλεονεκτήματά της έναντι της Ουκρανίας - τα οποία περιλαμβάνουν μεγαλύτερο στρατό, ισχυρότερη βιομηχανία παραγωγής όπλων, όπως drones- για να κρατήσει τα εδάφη που κατέλαβε και να απειλήσει με νέες επιθέσεις, έχοντας την ελπίδα ότι θα κερδίσει τελικά ένα πόλεμο φθοράς.
Εν τω μεταξύ, οι δυτικές κυβερνήσεις, θα αντιμετωπίσουν αυξανόμενη εσωτερική πίεση για να πείσουν την Ουκρανία να αποδεχθεί τους ρωσικούς όρους για κατάπαυση του πυρός, δεδομένου ότι δεν διαφαίνεται ένα αξιόπιστο σχέδιο για το πώς η Ουκρανία μπορεί να κινητοποιήσει και να εξοπλίσει επαρκείς δυνάμεις για να ξεπεράσει τις προκλήσεις στο πεδίο της μάχης. Και η Μόσχα θα αντιληφθεί την αύξηση της πολεμικής κόπωσης στην Ουκρανία και τη Δύση ως ένδειξη ότι η στρατηγική της αποδίδει, γεγονός που θα την παρακινήσει να κερδίσει περαιτέρω έδαφος και να συνεχίσει τις επιθέσεις της στην Ουκρανία, προκειμένου να επιδεινώσει αυτή την κόπωση και να διαβρώσει περαιτέρω τη δυτική υποστήριξη προς τη χώρα.
Αν το Κίεβο δεν εξασφαλίσει μεγαλύτερη οικονομική και στρατιωτική υποστήριξη από τη Δύση, η ρωσική κατοχή σε Χερσώνα και Ζαπορίζια θα ευνουχίσει την Ουκρανία και πιθανότατα θα εμποδίσει την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ τα επόμενα χρόνια, με πιθανό αποτέλεσμα τη σταθερή ερήμωση της Ουκρανίας.
Γιατί είναι καταστροφή
Η συνεχιζόμενη κατοχή από τη Ρωσία των νότιων περιοχών της Χερσώνας και της Ζαπορίζιας είναι οικονομικά, πολιτικά και δημογραφικά καταστροφική για την Ουκρανία. Ο έλεγχος από τη Ρωσία τμημάτων αυτών των περιοχών αποκόπτει πλήρως την Ουκρανία από την Αζοφική Θάλασσα και σημαίνει ότι η Μόσχα θα εδραιώσει τον έλεγχό της στη μία όχθη του ποταμού Δνείπερου, ο οποίος αποτελεί τον γεωγραφικό πυρήνα της Ουκρανίας και ιστορικά έχει χρησιμεύσει ως οικονομική και ιδεολογική ραχοκοκαλιά του ουκρανικού κράτους.
Η παρουσία της Ρωσίας στον ποταμό επιτρέπει στη Μόσχα να ελέγχει την ουκρανική εμπορική κυκλοφορία στον ποταμό, ο οποίος στο παρελθόν χρησίμευε ως κρίσιμος διάδρομος μεταφοράς για τις ουκρανικές εξαγωγές, όπως τα σιτηρά και ο χάλυβας, προκειμένου να φτάσουν οικονομικά στις παγκόσμιες αγορές.
Επιπλέον, η καταστροφή του φράγματος Καχοβκα τον Ιούνιο του 2023 θα αποτρέψει τη σταθεροποίηση της στάθμης των υδάτων του κάτω Δνείπερου και θα εμποδίσει τη χρήση του ποταμού για περιφερειακή άρδευση, μειώνοντας τις γεωργικές αποδόσεις στην Ουκρανία τα επόμενα χρόνια και δεκαετίες, ενώ θα προκαλέσει μακροπρόθεσμη οικολογική ζημία.
Τέλος, η επιτυχής κατάληψη του χερσαίου διαδρόμου της Κριμαίας από τη Ρωσία θα είναι πιθανότατα ένας από τους πολλούς παράγοντες που θα εμποδίσουν την ένταξη της Ουκρανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή το ΝΑΤΟ, καθώς οι χώρες μέλη αυτών των οργανισμών θα ζητήσουν πιθανότατα σαφήνεια σχετικά με τα σύνορα της Ουκρανίας πριν εγκρίνουν την ένταξή της.
Η αποτυχία της ένταξης στην ΕΕ και το ΝΑΤΟ απλώς θα παγιώσει το καθεστώς της Ουκρανίας ως μη ασφαλούς στρατηγικής γκρίζας ζώνης, ωθώντας περισσότερους Ουκρανούς να φύγουν στο εξωτερικό, ενώ θα αποτρέψει όσους έχουν ήδη φύγει από το να επιστρέψουν ποτέ στην πατρίδα τους. Μια τέτοια έξοδος θα επιταχύνει τη δημογραφική παρακμή της Ουκρανίας και πιθανότατα θα εμποδίσει περαιτέρω την ικανότητά της να αμυνθεί, οδηγώντας ενδεχομένως στη σταθερή απορρόφηση της χώρας από τη Ρωσία.
Η επιτυχής κατοχή της Ρωσίας στην Ουκρανία θα παγίωνε την αυταρχική διακυβέρνησή της για δεκαετίες και θα την έκανε πιο απειλητική προς τους γείτονές της, ωθώντας όσους δεν ανήκουν στο ΝΑΤΟ να πέσουν βαθύτερα στην τροχιά της Μόσχας.
Εφόσον η Ρωσία κρατήσει τα τμήματα των περιοχών Ζαπορίζια και Χερσώνα που κατέχει σήμερα (κάτι που φαίνεται σχεδόν βέβαιο), η Μόσχα θα είναι σε θέση να χαρακτηρίσει την «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» στην Ουκρανία ως επιτυχία, επειδή θα υποστηρίξει ότι η εισβολή κατέλαβε τη στρατηγικής σημασίας χερσαία σύνδεση με την Κριμαία και εμπόδισε σοβαρά την ικανότητα της Ουκρανίας να ενσωματωθεί με τη Δύση, ενώ παράλληλα νίκησε τα όπλα, τις πληροφορίες, τον σχεδιασμό, τις τακτικές, την αμυντική παραγωγή και την πολιτική βούληση των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ.
Αυτό πιθανότατα θα ωθήσει τους Ρώσους στρατιωτικούς να υποβαθμίσουν τις εκτιμήσεις τους για τη στρατιωτική ισχύ του ΝΑΤΟ και την αποφασιστικότητα του δυτικού μπλοκ ασφαλείας να διατηρήσει την πολιτική συνοχή.
Οι αντιλήψεις μεταξύ της ρωσικής ελίτ και του πληθυσμού ότι ο πουτινισμός είναι αποτελεσματικός στην αύξηση της ισχύος της Ρωσίας στην παγκόσμια σκηνή θα αυξηθούν επίσης, επιτρέποντας πιθανότατα στον Πούτιν και στον επιλεγμένο διάδοχό του να διατηρήσουν τον προσανατολισμό της Ρωσίας ως υπερεθνικιστικό και αυταρχικό κράτος. Μετά τη μείωση των εχθροπραξιών στην Ουκρανία, η Ρωσία θα χρησιμοποιήσει πιθανότατα το κινητοποιημένο ανθρώπινο δυναμικό της και τις διευρυμένες αμυντικές βιομηχανίες της για να ασκήσει εξαναγκασμό εναντίον των άλλων γειτόνων της, προκειμένου να τους αποσπάσει παραχωρήσεις.
Στην Ευρώπη, η Ρωσία πιθανότατα θα πίεζε όλο και περισσότερο την Πολωνία, τη Φινλανδία και τα κράτη της Βαλτικής για να πείσει τα δυτικά κοινά ότι η αντιπολιτευτική τους στάση απέναντι στη Ρωσία κοστίζει ακριβά και τα έχει καταστήσει λιγότερο ασφαλή, ώστε να επιδιώξουν αντ' αυτού την αποκλιμάκωση και την εξομάλυνση των σχέσεων με τη Ρωσία ή ακόμη και τη διαπραγμάτευση ενός νέου ευρωπαϊκού πλαισίου ασφαλείας.
Στην Ευρασία, η Ρωσία πιθανότατα θα στείλει μήνυμα στα κράτη που έχουν εξετάσει το ενδεχόμενο να φύγουν από την τροχιά της -συμπεριλαμβανομένου, κυρίως, του Καζακστάν, αλλά και της Γεωργίας και του Αζερμπαϊτζάν- ότι τέτοια σχέδια θα δημιουργούσαν μόνο πρόσθετους κινδύνους γι' αυτά, αναγκάζοντας πιθανότατα τις χώρες αυτές να μετριάσουν προληπτικά τη στάση τους απέναντι στη Ρωσία ή ακόμη και να συμφωνήσουν σε βαθύτερη πολιτική και οικονομική ενοποίηση με τη Μόσχα.
Η επιτυχής κατοχή μεγάλων τμημάτων της Ουκρανίας από τη Ρωσία θα εντείνει την πολιτική πόλωση στη Δύση, ακόμη και αν ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν επανεκλεγεί τον Νοέμβριο του 2024.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, περιθωριακές πολιτικές δυνάμεις, κυρίως στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα, θα υποστήριζαν ότι τα δισεκατομμύρια δολάρια που έχει δαπανήσει η Ουάσινγκτον για την υποστήριξη της αντίστασης της Ουκρανίας ήταν όλα άχρηστα, οδηγώντας σε αύξηση των αντι-καθεστωτικών και απομονωτικών αισθημάτων μεταξύ των Αμερικανών νομοθέτων και ψηφοφόρων.
Στην Ευρώπη, οι εξελίξεις αυτές θα τροφοδοτούσαν επίσης την προϋπάρχουσα τάση αύξησης των ακροδεξιών κομμάτων, τα οποία υποστηρίζουν ότι τα χρήματα που δαπανήθηκαν για την Ουκρανία είναι σπατάλη και ότι τα ευρωπαϊκά κράτη θα έπρεπε να ξοδεύουν περισσότερα για άλλα ζητήματα στο εσωτερικό τους ή, τουλάχιστον, για τη δική τους άμυνα και όχι για την άμυνα της Ουκρανίας.
Όσο όμως αυξάνονται οι πολιτικές διαμάχες για την υποστήριξη της Ουκρανίας στη Δύση, τόσο θα αυξάνονται και οι παγκόσμιες προκλήσεις για την ασφάλεια σε μια ολοένα και πιο πολυπολική παγκόσμια τάξη πραγμάτων.
Η επιτυχής χρήση βίας από τη Ρωσία, σε συνδυασμό με την αναποτελεσματικότητα της εκστρατείας κυρώσεων και της υποστήριξης της Δύσης προς την Ουκρανία, θα μπορούσε να ενθαρρύνει άλλα «αδίστακτα» (rogue) κράτη σχετικά με τη δυνατότητα στρατιωτικής βίας να μετατοπίσει το περιφερειακό ισοζύγιο ισχύος, καθώς η Μόσχα και το Πεκίνο υποστηρίζουν ότι η Ουκρανία δείχνει τα όρια της ισχύος της Ουάσινγκτον και την αναξιοπιστία των δεσμεύσεών της.
Αυτό θα είχε ιδιαίτερα οξείες συνέπειες για περιοχές όπως η Μέση Ανατολή και ο Ινδο-Ειρηνικός, όπου οι εταίροι ασφαλείας των ΗΠΑ θα έβλεπαν την εξέλιξη της ρητορικής των ΗΠΑ σχετικά με την υποστήριξη της Ουκρανίας από το «για όσο χρειαστεί» στο «για όσο μπορούμε» ως απόδειξη ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες είναι ένας αναξιόπιστος σύμμαχος. Τα έθνη μπορεί να επικαλούνται όλο και περισσότερο το παράδειγμα της Ουκρανίας όταν επιλέγουν να επιδιώξουν εναλλακτικές ρυθμίσεις ασφαλείας, συμπεριλαμβανομένων των πυρηνικών όπλων.
Σε αυτό το πλαίσιο, εάν υπάρξει κατάπαυση του πυρός, αυτή θα είναι πιθανότατα με τους όρους της Ρωσίας και δεν θα αποτρέψει πρόσθετες ρωσικές επιθέσεις κατά της Ουκρανίας στο μέλλον, εμποδίζοντας την ανασυγκρότηση της Ουκρανίας και παρατείνοντας τις υφιστάμενες δυτικές διαιρέσεις σχετικά με την υποστήριξη του Κιέβου.
Η πιθανή διατήρηση των κερδών της Ρωσίας στην Ουκρανία κινδυνεύει μετατρέπεται σε ρωσική νίκη, επειδή η Μόσχα μπορεί να εμποδίσει την ανοικοδόμηση της Ουκρανίας με αποδεκτό κόστος. Ενώ η Ρωσία έχει χάσει περισσότερους στρατιώτες και εξοπλισμό στην Ουκρανία και κατέχει μικρότερο μέρος της χώρας από ό,τι πιθανώς περίμενε όταν ξεκίνησε την εισβολή, εξαιτίας της έως τώρα βοήθειας της Δύσης στο Κίεβο, οι απώλειες αυτές είναι πιθανώς αποδεκτές για τη Ρωσία, καθώς τα δημογραφικά κενά μπορούν να ξεπεραστούν από τον αυξημένο κοινωνικό συντηρητισμό και τη μετανάστευση από την Κεντρική Ασία.
Αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες μορφωμένοι νέοι Ρώσοι έχουν εγκαταλείψει τη χώρα τους από τότε που εισέβαλε στην Ουκρανία και ανακοίνωσε τα επακόλουθα μέτρα επιστράτευσης, αλλά η Μόσχα πιθανότατα προτιμά να μείνουν μακριά οι πολιτικοί διαφωνούντες.
Οικονομικά, η Μόσχα βρίσκεται σε καλύτερη θέση από ό,τι ακόμη και η ίδια ανέμενε, καθώς η χώρα φαίνεται ότι θα εξασφαλίζει τη σταθερότητα χάρη στις εξαγωγές ενέργειας και πρώτων υλών.
Εν τω μεταξύ, για την Ουκρανία, ακόμη και στην περίπτωση ειρηνευτικών συνομιλιών, ο ανεπαρκής δυτικός πολιτικός και στρατιωτικός εξοπλισμός θα μπορούσε να αφήσει το Κίεβο ανίκανο να πείσει τη Μόσχα να τηρήσει οποιαδήποτε κατάπαυση του πυρός ή να σταματήσει τις προσπάθειές της να αποσταθεροποιήσει την Ουκρανία.
Στην πραγματικότητα, το σενάριο η Δύση να ρίχνει χρήματα στην ανοικοδόμηση της Ουκρανίας μετά από μια κατάπαυση του πυρός, μόνο και μόνο για να την παραβιάσει η Ρωσία και να κάνει τα χρήματα να πάνε χαμένα, θα ήταν ένα προτιμώμενο αποτέλεσμα για τη Μόσχα που θα τροφοδοτούσε περαιτέρω την πολιτική δυναμική που ευνοεί τη Ρωσία.
Η επέκταση της στρατιωτικής παραγωγής του ΝΑΤΟ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης μπορεί να αποδειχθεί ανεπαρκής για την ενίσχυση της άμυνας της Ουκρανίας, αλλά ακόμη και αν οι αυξήσεις της παραγωγής υπερβούν τις προσδοκίες, η πολιτική δυναμική μπορεί να μην επιτρέψει να φτάσουν περισσότερα όπλα στο Κίεβο.
Στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι σκεπτικιστές της υποστήριξης της Ουκρανίας θα αποκτήσουν πιθανότατα επιρροή στο Ρεπουμπλικανικό Κόμμα κατά τους επόμενους μήνες και χρόνια. Εάν αυτό μεταφραστεί σε μη ικανοποιητική πολιτική βοήθεια των ΗΠΑ προς το Κίεβο, τότε η υποστήριξη προς την Ουκρανία θα αντιμετωπίσει αυξημένους πολιτικούς αντίθετους ανέμους στην Ευρώπη.
Υ. Γ. Κάποιοι υποστήριξαν ότι η Ουκρανία μπορεί να εξασφαλίσει τη νίκη μέσω της ανοικοδόμησής της, δείχνοντας την εμπειρία της Νότιας Κορέας μετά τον πόλεμο της Κορέας. Αλλά αυτό δεν αναγνωρίζει βασικές διαφορές μεταξύ της κατάστασης της Νότιας Κορέας τη δεκαετία του 1950 και της τρέχουσας κατάστασης της Ουκρανίας, με τη μεγαλύτερη να είναι το εύρος του εδάφους προς άμυνα.
Τα σύνορα της Ουκρανίας με τις ρωσικές δυνάμεις - συμπεριλαμβανομένων των συνόρων Λευκορωσίας-Ουκρανίας, της πρώτης γραμμής και των αδιαμφισβήτητων συνόρων Ρωσίας-Ουκρανίας - είναι 2.000 χιλιόμετρα. Η φύλαξή τους είναι πολλαπλά πιο δαπανηρή σε σύγκριση με την αποστρατιωτικοποιημένη ζώνη 250 χιλιομέτρων μεταξύ της Βόρειας Κορέας και τη Νότια Κορέα.