Η γήρανση του πληθυσμού νέα απειλή για την τουρκική οικονομία

Η πανδημία και η οικονομική κρίση στη χώρα, που αναμένεται να κρατήσει επί μακρόν οδηγεί σε επιτάχυνση του προβλήματος της γήρανσης στη γειτονική χώρα. Πλειοψηφία θα γίνει ο μη εργαζόμενος πληθυσμός μέχρι το 2030.

Η γήρανση του πληθυσμού νέα απειλή για την τουρκική οικονομία

Παρά τις προσπάθειες της κυβέρνησης να δώσει κίνητρα για την αύξηση του αριθμού των παιδιών που έχουν οι οικογένειες, ο δείκτης γονιμότητας της Τουρκίας θα συνεχίσει να μειώνεται, επιβαρύνοντας την οικονομία με μεγαλύτερης ηλικίας και ακριβότερους εργαζόμενους, με υψηλότερα κόστη υγείας και με μια ισχνότερη αγοραστική δύναμη για τους νεότερους σε ηλικία πολίτες.

Τις τελευταίες δυο δεκαετίες η Τουρκία βλέπει μια συνεχή μείωση του αριθμού των γεννήσεων ανά 1.000 γυναίκες στις ηλικίες 15 έως 49 ετών, που είναι γνωστός και ως δείκτης γονιμότητας. Το ποσοστό του πληθυσμού της Τουρκίας ηλικίας 0 έως 17 ετών μειώθηκε στο χαμηλότερο επίπεδο που έχει καταγραφεί ποτέ το 2020, με μια πτώση 5,5% στον ρυθμό ανάπτυξης των παιδιών.

Αυτή η μείωση ενδεχομένως οφείλεται εν μέρει στο γεγονός πως οι γονείς καθυστερούν να κάνουν παιδιά κατά τη διάρκεια της πανδημίας της Covid-19. Αλλά η περυσινή βαθύτερη μείωση ήρθε απλώς να προστεθεί στην ευρύτερη πτώση της εθνικής γεννητικότητας στην Τουρκία, η οποία ξεκίνησε γύρω στο 2000. Καθώς γηράσκει ο πληθυσμός της, η πλειονότητα του πληθυσμού της Τουρκίας θα είναι μη εργαζόμενη πριν το τέλος της δεκαετίας, επιβραδύνοντας την οικονομική ανάπτυξη και φέρνοντας τους νεαρότερης ηλικίας Τούρκους σε έντονο ανταγωνισμό με τους μεγαλύτερης ηλικίας συμπολίτες τους για θέσεις εργασίας και μισθούς.

Το 2020, η Τουρκία είδε μια ακόμα πτώση στα άτομα ηλικίας κάτω των 18 ετών ως ποσοστό του πληθυσμού της, καθώς περιορίστηκαν στο 27,2% από 30,8% που ήταν το 2010, σύμφωνα με το Στατιστικό Ινστιτούτο της Τουρκίας.

Σύμφωνα με εκτιμήσεις της CIA, ο δείκτης γονιμότητας της Τουρκίας αναμένεται να μειωθεί σε 1,9 γεννήσεις ανά γυναίκα το 2021, πολύ χαμηλότερα από τον ρυθμό αντικατάστασης και χαμηλότερα από τις 2,5 γεννήσεις ανά γυναίκα το 2000.

Εν τω μεταξύ, το προσδόκιμο ζωής της Τουρκίας αναμένεται να φθάσει τα 80,59 έτη μέχρι το 2030, από 77,31 έτη που ήταν το 2020.

Η βραδεία έξοδος της Τουρκίας από την κρίση της Covid-19 και τα συνεχιζόμενα μακροοικονομικά προβλήματα θα δημιουργήσουν συνθήκες που αποτελούν αντικίνητρο για τις γεννήσεις, πόσω μάλλον για τη δημιουργία πολυμελών οικογενειών, για το προβλέψιμο μέλλον. Βραχυπρόθεσμα, ο αγώνας της Τουρκίας να περιορίσει τις επανεμφανιζόμενες εξάρσεις της Covid-19 σημαίνει πως πιθανότατα θα υποστεί περισσότερα οικονομικά προβλήματα εν μέσω των συνεχιζόμενων lockdowns και θα χάσει τουλάχιστον μέρος της οικονομικά σημαντικής θερινής τουριστικής σεζόν, που αποτελεί σημαντική πηγή εσόδων και ξένου συναλλάγματος. Αλλά πολύ μετά την υποχώρηση της πανδημίας, ο υψηλός πληθωρισμός, το ιδιωτικό χρέος, τα προβλήματα με το νόμισμα και η έλλειψη ξένων επενδύσεων πιθανότατα θα συνεχίσουν να ταλανίζουν την οικονομία της Τουρκίας.

Η Τουρκία επίσης δεν έχει ακόμα κάποια καινοτόμο στρατηγική για τη βελτίωση της γεννητικότητας που θα την έβγαζε από το ευρωπαϊκό μοτίβο της πτώσης. Ο Τούρκος πρόεδρος Recep Tayyip Erdogan από καιρό πιέζει για έναν ισχυρότερο δείκτη γονιμότητας, παροτρύνει τους Τούρκους να κάνουν τουλάχιστον 3 παιδιά, με έναν συνδυασμό παραδοσιακών αξιών και αναγνώρισης πως η γήρανση του πληθυσμού μπορεί να περιπλέξει τα μακροπρόθεσμα στρατηγικά σχέδια του Erdogan να αυξήσει την παγκόσμια δύναμη της Τουρκίας.

Το 2017 ο Erdogan καλούσε τους Τούρκους που ζουν στην Ευρώπη να κάνουν περισσότερα παιδιά ως εκδίκηση απέναντι στις «αδικίες» της Δύσης. Αλλά λίγα είναι τα παραδείγματα χωρών που έχουν αυξήσει τον ρυθμό γεννήσεων άπαξ και μειωθούν κάτω από το επίπεδο της αντικατάστασης του πληθυσμού, επειδή οι κοινωνικές συμπεριφορές αλλάζουν μόνιμα δίνοντας έμφαση στις μικρότερες οικογένειες.

Η Σουηδία κατάφερε να αυξήσει τον ρυθμό γεννήσεων από το χαμηλό του 1,50 το 1999 στο 1,76 το 2018 μέσω επεκτατικών επιδοτήσεων για φροντίδα ημέρας, πολιτικών για γονεϊκές άδειες, και μια στροφή στις πολιτισμικές συμπεριφορές για να δοθεί έμφαση στην οικογενειακή ζωή. Ωστόσο, από την πρόσφατη κορυφή του 1,98 το 2010, ο δείκτης γονιμότητα της Σουηδίας έχει και πάλι αρχίσει να μειώνεται –μια πιθανή επίπτωση μιας σειράς οικονομικών κρίσεων της περασμένης δεκαετίας.

Σημειώνεται πως οι αναπτυσσόμενες χώρες βλέπουν επίσης τη γεννητικότητα τους να μειώνεται λόγω της αυξημένης πρόσβασης σε μεθόδους αντισύλληψης, λόγω της καλύτερης εκπαίδευσης των γυναικών και της αλλαγής των κοινωνικών ηθών. Το 1960 η Τουρκία είχε έναν υψηλό δείκτη γονιμότητας με 6,37 γεννήσεις ανά γυναίκα, αλλά ο ρυθμός αυτός άρχισε να μειώνεται γρήγορα τη δεκαετία του 1990 για να φτάσει στο τωρινό περίπου 2,1. Οι πληθυσμοί μειώνονται και αλλού στη Μέση Ανατολή: στο Ιράν ο δείκτης γονιμότητας μειώθηκε από το 6,93 το 1960 στο 2,14 το 2018, στην Ιορδανία από 7,69 σε 2,76 και στην Αίγυπτο από 6,72 το 1960 σε 3,33 το 2018.

Καθώς, λοιπόν, συρρικνώνεται το εργατικό δυναμικό και αυξάνεται το κόστος υγείας, η Τουρκία θα δυσκολευτεί να αυξήσει την οικονομία της. Ο πληθυσμός που δεν βρίσκεται σε ηλικία εργασίας –δηλαδή τα άτομα 0 έως 14 ετών και 65 ετών και άνω- αναμένεται να φτάσει το 52% μέχρι το 2030. Ένα μικρό εργατικό δυναμικό θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση των μισθών καθώς οι επιχειρήσεις ανταγωνίζονται για λιγότερους εργαζόμενους. Θα μπορούσε επίσης να περιορίσει την οικονομική ανάπτυξη καθώς οι επιχειρήσεις δεν έχουν πρόσβαση στους εργαζόμενους που χρειάζονται για τις δραστηριότητές τους. Ένας μεγαλύτερης ηλικίας πληθυσμός  θα «μεταφραστεί» επίσης σε υψηλότερα κόστη υγείας, που στην Τουρκία συχνά πληρώνονται από την Κοινωνική Ασφάλιση η οποία στηρίζεται από το κράτος. Η αύξηση των κρατικών δαπανώ θα μπορούσε μελλοντικά να αναγκάσει την Άγκυρα να αυξήσει τους φόρους, περιορίζοντας ακόμα περισσότερο την αγοραστική δύναμη των Τούρκων και αποτελώντας αντικίνητρο για επενδύσεις.

Η Ιαπωνία, όπου πάνω από το 20% των ανθρώπων είναι ηλικίας άνω των 65 ετών, δαπάνησε το 10,95% του ΑΕΠ της για την υγεία το 2018, από 7,15% που ήταν το 2000. Η Ιαπωνία έχει επίσης ένα εθνικό συνταξιοδοτικό σύστημα που στηρίζεται από το κράτος, που με μεγάλη δυσκολία ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του ταχέως γηράσκοντος πληθυσμού και έτσι όλο και περισσότεροι Ιάπωνες βασίζονται σε ιδιωτικές επενδύσεις για να συνταξιοδοτηθούν.

Το τουρκικό κυβερνών Κόμμα της Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) πιθανότατα θα πολιτικοποιήσει τη δημογραφική πρόκληση της χώρας, χρησιμοποιώντας τον προϋπολογισμό για να πραγματοποιήσει δυνητικά μη βιώσιμες πολιτικές για τις γεννήσεις και τους ηλικιωμένους. Με την οικονομική ανταγωνιστικότητα της Τουρκίας να περιορίζεται όλο και περισσότερο λόγω του γηράσκοντος πληθυσμού, το AKP πιθανόν θα στραφεί προς τη στόχευση συγκεκριμένων έργων, όπως το Κανάλι της Κωνσταντινούπολης, που θα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να διοχετευτούν δαπάνες και για να δημιουργηθούν θέσεις εργασίας για συγκεκριμένα τμήματα της κοινωνίας που στηρίζουν το κόμμα –ακόμα και αν αυτού του είδους τα έργα δεν βελτιώνουν απαραίτητα την γενικότερη οικονομική επίδοση της χώρας. Για να κερδίσει τη στήριξη ψηφοφόρων, το AKP είναι επίσης πιθανόν να δημιουργήσει επιδοτήσεις φιλικές προς τις οικογένειες και να αυξήσει τις συνολικές δαπάνες για την υγεία, κάτι που θα πιέσει ακόμα περισσότερο τον εθνικό προϋπολογισμό της χώρας.

Εν τω μεταξύ, οι φόβοι πολιτικών αντιδράσεων θα αποτρέψουν την Άγκυρα από το να αυξήσει το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης. Το όριο ηλικίας συνταξιοδότησης αναμένεται να αυξηθεί από τα 60 στα 65 για τους άνδρες το 2046 και από τα 58 στα 65 για τις γυναίκες το 2048.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v