Εν όψει των εκλογών του 2023, το κυβερνών κόμμα της Τουρκίας, AKP, θα ενστερνιστεί πολιτικές που κατευνάζουν την ισλαμιστική βάση παγιώνοντας ακόμα περισσότερο τη θρησκεία στον πολιτισμό και την οικονομία της χώρας.
Το AKP θα ενισχύσει επίσης τις προσπάθειες του να «μαγειρέψει» το εκλογικό σύστημα της χώρας υπέρ του, ωθώντας την Τουρκία προς τον αυταρχισμό. Η επιδείνωση των δημοσκοπικών επιδόσεων, η ανάδυση αντίπαλων κομμάτων και το αβέβαιο οικονομικό μέλλον αναγκάζουν το Κόμμα της Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του Τούρκου προέδρου Recep Tayyip Erdogan να ξανασκεφτεί την πολιτική του στρατηγική εν όψει των εκλογών του Ιουνίου 2023.
Καθώς το AKP χάνει τον έλεγχο της διαχείρισης της οικονομίας της Τουρκίας, το κόμμα επανεξετάζει παλιές τακτικές, όπως η μεταρρύθμιση του εκλογικού συστήματος ώστε να ωφεληθεί το AKP και ο εταίρος του στο κυβερνητικό σχήμα, το Κόμμα του Εθνικιστικού Κινήματος (MHP), τείνοντας προς έναν πολιτισμικό συντηρητισμό που θα είναι πιο φιλικός προς τον Ισλαμισμό στο εσωτερικό ενώ παράλληλα θα επιλέγει με πραγματισμό τα πεδία αντιπαράθεσης με τη διεθνή κοινότητα στο εξωτερικό. Ενώ δεν είναι βέβαιο πως αυτές οι τακτικές θα φέρουν το AKP σε θέση να σημειώσει μια ακόμα εθνική νίκη στις εκλογές, είτε αυτές διενεργηθούν το 2023 ή νωρίτερα, γίνεται όλο και πιο ξεκάθαρο πως οι οικονομικές επιδόσεις του AKP θα είναι ένα λιγότερο βιώσιμο κεντρικό θέμα για την ψηφοθηρία του.
Το Reuters συγκέντρωσε 15 δημοσκοπήσεις του α’ τριμήνου του 2021 και τα στοιχεία έδειξαν πως η συνδυασμένη λαϊκή στήριξη για το AKP και το MHP έχει μειωθεί στο 45% -επίπεδο που υποδηλώνει πως στην περίπτωση εκλογών ο κυβερνών συνασπισμός θα μπορούσε να χάσει και τη Βουλή αλλά και την προεδρία.
Έχουν προκύψει διάφορα κόμματα από αποστασίες από το AKP, των οποίων ηγούνται πρώην υψηλόβαθμα στελέχη του κόμματος που έχουν εξοργιστεί με τον τρόπο που ο Erdogan χειρίζεται την οικονομία και με την προσέγγισή του ως προς την συγκέντρωση εξουσιών στο πρόσωπό του. Σε αυτά περιλαμβάνονται το Κόμμα της Δημοκρατίας και της Προόδου (DEVA) του ιδρυτικού μέλους του AKP, Ali Babacan, καθώς και το Κόμμα του Μέλλοντος του πρώην πρωθυπουργού Ahmet Davutoglou.
Οι ισχνές επιδόσεις της Τουρκίας στην οικονομία, μαζί με τον τρόπο που η κυβέρνηση διαχειρίζεται την Covid-19, έχουν διαβρώσει τις οικονομικές επιδόσεις του AKP. Το AKP αρχικά λειτουργούσε με μια πλατφόρμα οικονομικής ανάπτυξης, το λεγόμενο «Τουρκικό Θαύμα» της δεκαετίας του 2000. Αλλά η ύφεση του 2018 και η οικονομική επίπτωση της Covid-19 εξέθεσαν τα μακροχρόνια προβλήματα της χώρας με τον πληθωρισμό, το εταιρικό χρέος και την αδυναμία του νομίσματος της, υπονομεύοντας την οικονομική νομιμότητα του AKP και οδηγώντας σε πτώση της δημοφιλίας του.
Οι επανειλημμένες πολιτικές παρεμβάσεις του AKP στην κεντρική τράπεζα της χώρας έχουν επίσης αποδυναμώσει την εγχώρια εμπιστοσύνη στην ικανότητα του κόμματος να ηγηθεί της οικονομίας, ενώ οι ανορθόδοξες οικονομικές απόψεις του ίδιου του Erdogan για τον πληθωρισμό έχουν ενισχύσει την άποψη πως το AKP δεν μπορεί να χειριστεί τις συνεχιζόμενες οικονομικές προκλήσεις της χώρας.
Η λίρα έχει καταγράψει πτώση μεγαλύτερη του 50% από τις εκλογές του Ιουνίου του 2018 που είδαν τον Ερντογάν να επιστρέφει στην εξουσία, υπονομεύοντας τις μακροχρόνιες προσπάθειες του AKP να πείσει τους Τούρκους να χρησιμοποιήσουν τη λίρα αντί του αμερικανικού δολαρίου. Οι ιδιωτικές χρεοκοπίες βρίσκονται επίσης σε υψηλό δεκαετίας, ενώ η ανεργία έχει αυξηθεί από το 10% τον Ιούνιο του 2018 σε άνω του 12% φέτος. Επιπλέον, τα έκτακτα μέτρα για την Covid-19 έχουν δυσκολέψει τις απολύσεις, υποδηλώνοντας μια πιο αδύναμη αγορά εργασίας από αυτήν που φαίνεται στα επίσημα στοιχεία για την ανεργία.
Η εξωτερική πολιτική της Τουρκίας υπό το AKP έχει επίσης ρισκάρει να επιφέρει οικονομική βλάβη, όπως με τις κυρώσεις των ΗΠΑ για την αγορά του ρωσικού αμυντικού συστήματος S-400 και με τις πιθανές κυρώσεις από την ΕΕ για τις έρευνες σε διαφιλονικούμενα ύδατα στην ανατολική Μεσόγειο. Ως αντίδραση σε αυτή την οικονομική ζημιά, η Άγκυρα στρέφεται προς λιγότερες αντιπαραθέσεις για πολιτικές που ενδέχεται να επιφέρουν κυρώσεις.
Για να περιορίσει τα δυνητικά κέρδη των κομμάτων της αντιπολίτευσης στις μελλοντικές εκλογές, το AKP είναι πιθανό να πειραματιστεί με εκλογικούς νόμους και διαδικασίες που θα δυσκολέψει ακόμα περισσότερο τον ανταγωνισμό, ενώ ταυτόχρονα θα επιβάλλει περιορισμούς ή ακόμα και ξεκάθαρες απαγορεύσεις στο φιλοκουρδικό HDP.
Το AKP θα μπορέσει να εκμεταλλευτεί τον έλεγχο που έχει στο κοινοβούλιο για να αλλάξει τους εκλογικούς νόμους και τα όρια ώστε να βολεύουν καλύτερα το AKP και το MHP σε σχέση με το DEVA και το Κόμμα του Μέλλοντος, μειώνοντας την πιθανότητα πολιτικής απειλής από τους αποστάτες. Επίσης, πιθανότατα θα προχωρήσει σε καταστολή του φιλοκουρδικού HDP για να αποδυναμώσει τις τάξεις της αντιπολίτευσης και να εξασθενήσει την κουρδική ψήφο κατά του AKP. Η συμμαχία AKP-MHP θα αναζητήσει τρόπους για να αποδυναμώσει την επιρροή που εξακολουθεί να έχει η αντιπολίτευση και στο δικαστικό σώμα, όπου τα κόμματα της αντιπολίτευσης θα προσπαθήσουν να κερδίσουν υποθέσεις που έχουν σχεδιαστεί ώστε να αντιστρέψουν τις εκλογικές μηχανορραφίες του AKP.
Το εκλογικό όριο στην Τουρκία για να εισέλθει ένα κόμμα στη βουλή είναι 10% της πανεθνικής ψήφου. Σε σύγκριση με άλλα κοινοβούλια ανά τον κόσμο, αυτό το εξαιρετικά υψηλό όριο δέχεται έντονες επικρίσεις από καιρό από τα κόμματα της τουρκικής αντιπολίτευσης που θεωρούν πως δεν είναι ευνοϊκό. Το AKP, ωστόσο, φέρεται να έχει εξετάσει το ενδεχόμενο να μειώσει το όριο ώστε να διασφαλιστεί πως το MHP θα αντέξει στη μείωση της δημοφιλίας του. Αλλά ακόμα και με τα προτεινόμενα μειωμένα όρια, τα τρέχοντα δημοσκοπικά νούμερα κομμάτων όπως το Κόμμα του Μέλλοντος και το DEVA δεν θα επέτρεπαν την είσοδο τους στη βουλή.
Στις αρχές Μαρτίου, εισαγγελέας που σχετίζεται με το AKP κίνησε διαδικασία κατά του HDP για να απαγορεύσει το κόμμα λόγω υποτιθέμενων δεσμών του με Κούρδους τρομοκράτες. Αρκετές ημέρες αργότερα το Συνταγματικό Δικαστήριο της Τουρκίας απέρριψε την δίωξη, επικαλούμενο διαδικαστικά λάθη, που στη συνέχεια ώθησαν τον ηγέτη του MHP Devlet Bahceli να ζητήσει να κλείσει το δικαστήριο στη βάση ότι η στάση του ήταν υπερβολικά ήπια έναντι του HDP. Το HDP δεν συνδέεται επισήμως με το PKK, όμως το AKP καιρό τώρα δημιουργεί ένα αφήγημα περί συνεργασίας μεταξύ των δύο. Χωρίς το HDP, ο αναλογικός έλεγχος της εθνικής ψήφου από το AKP πιθανότατα θα αυξάνονταν.
Η στήριξη που παρέχει το AKP σε συντηρητικούς προμηνύει περισσότερες παρεμβάσεις στην κεντρική τράπεζα και ρητορική καταδίκης των υψηλών επιτοκίων, καθώς και περισσότερες ενέργειες καταστολής ομάδων LGBTQ και βαθύτερη ισλαμιστική επιρροή τόσο στα σχολεία όσο και στα μέσα ενημέρωσης. Οι δεσμοί του AKP με συντηρητικούς Ισλαμιστές έχουν αποδυναμωθεί με την πάροδο του χρόνου εν μέσω σκανδάλων που αφορούν στελέχη του AKP και τον σχηματισμό εναλλακτικών κομμάτων που έχουν δημιουργηθεί από την απόσχιση στελεχών από το κυβερνών κόμμα.
Η προσπάθεια του κυβερνώντος κόμματος να ικανοποιήσει τόσο τους κοσμικούς όσο και τους ισλαμιστές ψηφοφόρους το έχει επίσης οδηγήσει να αμελήσει ορισμένες από τις υποσχέσεις που είχε δώσει σε πολιτιστικά συντηρητικούς. Αλλά καθώς έχει λιγότερες επιλογές για να αποκαταστήσει την οικονομική νομιμότητα του AKP, η ενίσχυση των δεσμών του με την μεγάλη ισλαμιστική κοινότητα της χώρας έχει γίνει πιο επείγουσα ανάγκη.
Στις 19 Μαρτίου ο Ερντογάν απέσυρε την Τουρκία από τη Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης, μια διεθνή συμφωνία που στόχο έχει τη μείωση της βίας κατά των γυναικών. Η απόφαση αυτή ελήφθη πιθανότατα λόγω της επιθυμίας του AKP να ξανακερδίσει τους συντηρητικούς, καθώς η Συνθήκη δεν ήταν δημοφιλής στους Ισλαμιστές που την θεωρούσαν ως παρέμβαση στον Ισλαμικό νόμο. Ενώ η απόσυρση της Τουρκίας προκάλεσε διαμαρτυρίες στην Ευρώπη, η κίνηση δεν οδήγησε σε απειλές επιβολής κυρώσεων από την ΕΕ.
Η Τουρκία δεν έχει προβεί ακόμα στην εφαρμογή ορισμένων πολιτικών ισλαμοποίησης, όπως είναι οι καταστολές ατόμων και ομάδων LGBTQ, υπό τον φόβο της κλιμάκωσης των εντάσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση, που αξιολογεί σε τακτική βάση τις επιδόσεις της Τουρκίας στο θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για να αποφασίσει το κατά πόσο είναι εφικτή η ένταξη της Τουρκίας στο μπλοκ. Αλλά χωρίς κάποιον βιώσιμο δρόμο για την ένταξη στην ΕΕ, η Άγκυρα έχει τώρα λιγότερα κίνητρα να κατευνάσει τις ευρωπαϊκές απόψεις για τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αυτός ο υπολογισμός, όμως, θα μπορούσε να αλλάξει εάν οι ευρωπαϊκές ανησυχίες για την αμφιλεγόμενη εσωτερική συμπεριφορά της Τουρκίας φτάσουν στο επίπεδο των πιθανών κυρώσεων που θα μπορούσαν να βλάψουν περαιτέρω την εύθραυστη οικονομία της.
Η αυξημένη χρήση των τακτικών αυτών από το AKP θα οδηγήσει σε στροφή της Τουρκίας προς τον ισλαμικό αυταρχισμό, πολιτικοποιώντας περαιτέρω την οικονομική διαχείριση της χώρας και ριζοσπαστικοποιώντας δυνητικά στοιχεία της αντιπολίτευσης, ενώ θα αυξήσει και τους κινδύνους για τη φήμη διεθνών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην Τουρκία. Η ψηφοθηρία θα καθιστούσε δύσκολο αν όχι αδύνατον για τα ρεπουμπλικανικά, κοσμικά και κουρδικά κόμματα να κερδίσουν κυβερνητική πλειοψηφία στην Τουρκία ασχέτως της γενικότερης δημοφιλίας του AKP, κάτι ελευθερώνει τα χέρια του AKP και του MHP να εφαρμόσουν μακροπρόθεσμες πολιτικές που μεταμορφώνουν ιδεολογικά την Τουρκία σε μια πιο ισλαμο-εθνικιστική χώρα.
Με λιγότερη δημόσια λογοδοσία τόσο για τη διακυβέρνηση όσο και για τις οικονομικές επιδόσεις, το AKP θα είναι επίσης πιο ελεύθερο να εφαρμόσει οικονομικές πολιτικές που έχουν σχεδιαστεί για να ενισχύσουν τη βάση του και τα εμπορικά του συμφέροντα, από το να ενδώσει σε ισλαμιστικά οικονομικά ιδεώδη μέχρι να παρέμβει στις οικονομικές πολιτικές, περιλαμβανομένης της κεντρικής τράπεζας. Αλλά με μια μεγαλύτερη επικέντρωση στην επιβολή ισλαμιστικών πολιτισμικών κανόνων, ορισμένες διεθνείς επιχειρήσεις θα αντιμετωπίσουν μεγαλύτερους ελέγχους από ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων που επικρίνουν τη διολίσθηση της Τουρκίας στον αυταρχισμό. Επιπλέον, έχοντας λιγότερες ευκαιρίες να κερδίσουν τις εκλογές, τμήματα της τουρκικής αντιπολίτευσης μπορεί να ριζοσπαστικοποιηθούν, ενισχύοντας τις εξεγέρσεις όπως αυτές του PKK και εισάγοντας πιο ικανά κινήματα διαμαρτυρίας στα πιο κοσμικά αστικά κέντρα της Τουρκίας.