Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Το κρίσιμο δίλημμα των ΗΠΑ στο Ιράκ

Τα παράδοξα της παρουσίας αμερικανικών δυνάμεων στη χώρα και ο ρόλος του Ιράν. Τα στρατιωτικά δεδομένα στην περιοχή, η μάχη κατά του ISIS και το σενάριο παραμονής υπό την ομπρέλα «διεθνούς συνασπισμού». Οι φόβοι Ευρώπης-Καναδά.

Το κρίσιμο δίλημμα των ΗΠΑ στο Ιράκ

Η αμερικανική παρουσία στο Ιράκ ταλανίζεται από παράδοξα. Ο Ντόναλντ Τραμπ έκανε προεκλογική εκστρατεία με πλατφόρμα την ελαχιστοποίηση της παρουσίας Αμερικανών στρατιωτών στην περιοχή, αλλά αναγκάστηκε να αυξήσει τον αριθμό τους. Οι Ιρακινοί είναι διχασμένοι, κατά κύριο λόγο ταγμένοι στις τάξεις ακραίων, για το μέγεθος της παρουσίας των ΗΠΑ. Το Ιράν επί μακρόν ήθελε να αποχωρήσουν όλες οι ξένες δυνάμεις του ΝΑΤΟ που πολέμησαν τον ISIS στο Ιράκ και το Λεβάντε, με εξαίρεση τη φάση που το ISIS δυνάμωσε σε βαθμό που δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν η Τεχεράνη και η φίλιες προς αυτή δυνάμεις.

Η μετά-2011 προθυμία των ιρακινών να φιλοξενήσουν τις ΗΠΑ είχε μεταπτώσεις: όταν ο ISIS προέλαυνε, η βοήθεια των αμερικανών ήταν ευπρόσδεκτη. Όταν η απειλή του είχε αντιμετωπιστεί η ιστορία ξαναγράφτηκε για να δείξει ότι η νίκη ήταν αποκλειστικό επίτευγμα των Δυνάμεων Λαϊκής Κινητοποίησης (σ.σ. συνασπισμός περίπου 40 ιρακινών πολιτοφυλακών, κατά κύριο λόγο Σιιτών). Ως συνέπεια, τουλάχιστον στις τάξεις των Σιιτών πολιτικών, οι Αμερικανοί ήταν πάλι ανεπιθύμητοι.

Οι επιθέσεις, κατά κύριο λόγο από πολιτοφυλακές που στηρίζει το Ιράν, είχαν σχεδιαστεί έτσι ώστε να μην ξεπεράσουν το όριο που θα προκαλούσε αντίδραση των ΗΠΑ, έως ότου στις 27 Δεκεμβρίου 2019 σκοτώθηκε Αμερικανός πολίτης και δυο ιρακινοί αστυνομικοί, ενώ τραυματίστηκαν αρκετοί Αμερικανοί και Ιρακινοί.

Σε αντίποινα, στις 29 Δεκεμβρίου ο Ντ. Τραμπ διέταξε σειρά αεροπορικών επιδρομών κατά στρατιωτικών αποθηκών και εγκαταστάσεις της Kataib Hezbollah, της ιρακινής πολιτοφυλακής που είναι πιο στενά συνδεδεμένη με το Ιράν. Αυτό ξεκίνησε ένα κύκλο χτυπημάτων και αντιποίνων που οδήγησε στην επίθεση υποστηρικτών της Kataib Hezbollah στην Πρεσβεία των ΗΠΑ στη Βαγδάτη, και την δολοφονία του στρατηγού Κασέμ Σουλεϊμανί από τις ΗΠΑ.

Στον απόηχο αυτών των στρατιωτικών κινήσεων και σε ένα εξαιρετικά πιεσμένο περιβάλλον, το οποίο οδήγησε τους περισσότερους Σουνίτες και Κούρδους βουλευτές να απέχουν από την ψηφοφορία, το ιρακινό κοινοβούλιο υπερψήφισε ένα αίτημα προς τον πρωθυπουργό της χώρας να αποσυρθεί από τις συμφωνίες που επιτρέπουν στις συμμαχικές δυνάμεις να παραμένουν στη χώρα. Αναλυτές αμφισβητούν την ισχύ αυτής της εντολής και τη νομιμότητά της, λόγω έλλειψης απαρτίας, αλλά ανεξάρτητα από αυτό, το Ιράκ είναι πολύ λιγότερο φιλόξενο περιβάλλον για τις ΗΠΑ και τις συμμαχικές δυνάμεις απ’ όσο πριν από μερικές εβδομάδες.

Το Ιράν έκτοτε διεξήγαγε ως αντίποινα ένα χτύπημα που έτυχε μεγάλης προβολής, αλλά δεν είχε ουσιαστική στρατιωτική σημασία. Αν αυτή η αντίδραση αποδειχτεί ότι δεν ήταν αρκετά ισχυρή, η Τεχεράνη πιθανότατα θα συνεχίσει να δίνει οδηγίες στους Σιίτες μέλη του κοινοβουλίου να επιδιώξουν νομοθετική παρέμβαση που θα αφορά την απόσυρση των Αμερικανών. Ταυτόχρονα, αρκετές ομάδες πολιτοφυλακών θα πρέπει να αναμένουμε ότι θα αυξήσουν τις επιθέσεις, με εκτοξεύσεις ρουκετών και νάρκες.

Καθώς προχωρούμε υπάρχουν τρία σημαντικά θέματα ασφαλείας και ένας διαρκής όρος που καθορίζουν το εάν οι ΗΠΑ και οι συμμαχικές δυνάμεις θα παραμείνουν, και αν το κάνουν, ποιες θα είναι οι δυνάμεις τους και η αποστολή.

Η πρώτη ανησυχία είναι να διατηρήσουν την δυνατότητα να πολεμά τον ISIS. Η δεύτερη να διατηρήσουν κάποια δυνατότητα να μετριάσουν την επιρροή του Ιράν. Η τρίτη να εξασφαλίσουν την επιβίωση της αυτόνομης κουρδικής περιοχής στο Ιράκ. Ο διαρκής όρος είναι η απαραίτητη προϋπόθεση να αποφευχθούν σημαντικές αμερικανικές απώλειες ή μια επίθεση σε βάση που στεγάζει προσωπικό των ΗΠΑ ή συμμαχικών χωρών, η οποία θα προκαλέσει θύματα.

Οι ΗΠΑ δεν έχουν καλές επιλογές αν τους ζητηθεί να αποσυρθούν από το Ιράκ. Ο Ντ. Τραμπ έχει ήδη κηρύξει τη νίκη επί του ISIS και μια αποχώρηση από τη χώρα θα βοηθούσε να εκπληρώσει την υπόσχεσή του στους ψηφοφόρους να μειώσει τα στρατεύματα των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή. Δεδομένων, όμως, των εχθρικών σχολίων του μετά την ψηφοφορία στο ιρακινό κοινοβούλιο, ίσως θέλει ακόμα να κρατήσει κάποιες δυνάμεις στη χώρα για να «παρακολουθούν το Ιράν» ή «να προστατεύσουν το πετρέλαιο».

Φαίνεται πως δεν έχει πρόβλημα να φύγει από μια περιοχή που προβλέπει ότι δεν θα επιστρέψει, όπως στην περίπτωση της Βόρειας Συρίας, αλλά ίσως δεν επιθυμεί να θυσιάσει βάσεις που πιθανότατα θα χρειαστεί ξανά. Ετσι, ενώ δεν φαίνεται να ανησυχεί για τις σχετικά μικρές εγκαταστάσεις που εγκαταλείπει στη Συρία, απαίτησε δημόσια αποζημίωση για τις βελτιώσεις που έκαναν οι ΗΠΑ στην αεροπορική βάση Ain al-Asad, η οποία στεγάζει σημαντικό αριθμό προσωπικού και ήταν ο βασικός στόχος της πυραυλικής επίθεσης του Ιράν ως αντίποινα για τον στρατηγό Σουλεϊμανί.

Ο έλεγχος της περιφερειακής επιρροής του Ιράν τείνει να καθοριστεί από θεολογικούς αντί για αυστηρά στρατιωτικούς όρους. Η κυβέρνηση Τραμπ μοιάζει, όπως η προηγούμενη κυβέρνηση Ομπαμα, να ασπάζεται την πεποίθηση ή την ελπίδα ότι η παρουσία των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, μαζί με την εκπαίδευση, καθοδήγηση και βοήθεια επιλεγμένων δυνάμεων ασφαλείας του Ιράκ, με κάποιο τρόπο θα εξουδετερώσει τον έλεγχο των Δυνάμεων Λαϊκής Κινητοποίησης στη δομή ασφαλείας του Ιράκ, ενώ θα αποτρέψει τις διαρκείς προσπάθειες της Τεχεράνης να δημιουργήσει μια επίγεια γραμμή επικοινωνίας μέσω του Ιράκ στη Συρία και το Λίβανο για να στηρίξει τους συμμάχους της σε αυτές τις χώρες.

Ιρακινοί στρατιωτικοί αξιωματούχοι και πολιτικοί που φοβούνται αυξανόμενη ιρανική παρέμβαση στην κυβέρνηση, τις δυνάμεις ασφαλείας και την οικονομία βλέπουν τη συνέχιση της αμερικανικής παρουσίας ως τον μόνο τρόπο να αμβλυνθεί η διμέτωπη προσπάθεια του Ιράν να αποκτήσει την εξουσία μέσω της βίας πολιτοφυλακών και της αυξανόμενης εκλογικής επιρροής.

Στο εσωτερικό των ΗΠΑ ο δικομματικός σάλος με τον οποίο έγινε δεκτή η απόφαση του Ντ. Τραμπ για απόσυρση της στήριξης των Κούρδων της Συρίας, πιθανότατα θα αποτρέψει τον πλανητάρχη από το να αφήσει τους Ιρακινούς Κούρδους, που στηρίζονται στην παρουσία των Αμερικανών από το 1991.

Παρομοίως, οι Σουνιτικές περιοχές του δυτικού Ιράκ φιλοξενούν αμερικανικές βάσεις και ο τοπικός πληθυσμός δεν εμπιστεύεται την κυριαρχούμενη από Σιίτες κυβέρνηση της Βαγδάτης, της οποίας τα λάθη ήταν σημαντικός παράγοντας για την άνοδο του ISIS. Οι κοινότητες των Χριστιανών και των Γιαζίντι ζητούσαν συχνά από τις ΗΠΑ και τις συμμαχικές δυνάμεις να αναπτυχθούν και να περιπολούν στις περιοχές τους προκειμένου να αποτρέψουν την κυριαρχία των Σιιτών και πολιτοφυλακών που συνδέονται σε Σιίτες.

Γι’ αυτό ίσως υπάρχουν λύσεις για την παραμονή στρατιωτικών δυνάμεων των ΗΠΑ στο Ιράκ. Μια θα μπορούσε να είναι η υποβάθμιση της παρουσίας της υπερδύναμης σε μια λιγότερο «προκλητική» διεθνή αποστολή, όπως μια εκπαιδευτική εκστρατεία του ΝΑΤΟ.

Επιλογές, όπως μια εκπαιδευτική αποστολή του ΝΑΤΟ, θα μπορούσαν θεωρητικά να προσφέρουν νομική κάλυψη για διατήρηση κάποιας παρουσίας των ΗΠΑ στην χώρα. Της αποστολής ηγείται Καναδός στρατηγός και δεν τονίζεται η αμερικανική συμμετοχή. Ωστόσο οι σύμμαχοι του ΝΑΤΟ πιθανότατα θα επιμείνουν σε σημαντική προστασία από την υπερδύναμη για να εξασφαλιστεί η ασφάλεια του προσωπικού. Η δέσμευση των συμμάχων στην αποστολή στο Ιράκ, ήταν άλλωστε εύθραυστη από την αρχή: οι χώρες που έστειλαν στρατιώτες πιθανότατα το έκαναν για όσο διάστημα υπάρχει αμερικανική παρουσία που μπορεί να προσφέρει σε περίπτωση ανάγκης στήριξη, αλλά και δυνατότητα απόσυρσης.

Η αποστολή του ΝΑΤΟ έχει αυτή τη στιγμή ανασταλεί εξαιτίας των αυξημένων κινδύνων ασφάλειας. Είναι απίθανο να επανεκκινήσει αν συνοδευτεί από σημαντική αμερικανική παρουσία. Πολλοί ηγέτες χωρών της Συμμαχίας είναι ψυχροί έναντι του Τραμπ και επιφυλακτικοί για το Ιράκ, οι ψηφοφόροι τους ακόμα περισσότερο. Είναι δύσκολο να δούμε τον Εμμανουέλ Μακρόν, τον Τζάστιν Τριντό ή την Αγκελα Μέκελ να αποδεχτούν το πολιτικό και στρατιωτικό κόστος για να προσφέρουν «φύλλο συκής» στη συνέχιση της αμερικανικής παρουσίας στο σύνολο του Ιράκ.

Εναλλακτικά θα μπορούσε να είναι πιθανό να τροποποιηθεί η υφιστάμενη δομή της συμφωνίας 17 κρατών για τη μάχη κατά του ISIS (Combined Joint Task Force — Operation Inherent Resolve) για να μειωθεί η έμφαση στον ρόλο των ΗΠΑ. Ο Καναδάς έχει μια δύναμη 250 στρατιωτών στο Ιράκ η οποία θα μπορούσε να φιλοξενήσει αμερικανικές και άλλες δυνάμεις. Ωστόσο το να υπάρξει ένα καναδικό «φύλλο συκής» για τις ΗΠΑ απαιτεί από την Οτάβα να αναλάβει σημαντικά ρίσκα για μια αποστολή που δεν είναι καθόλου δημοφιλής στον Καναδά και σχετίζεται με έναν αμερικανό πρόεδρο που είναι ακόμα λιγότερο δημοφιλής. Ιταλία, Ισπανία και Μεγάλη Βρετανία έχουν επίσης σημαντικές δυνάμεις στη χώρα, αλλά πιθανότατα θα είναι εξίσου διστακτικές στο να αναλάβουν την ηγεσία.

Το δομικό στρατιωτικό πρόβλημα για την διεθνοποίηση της όποιας παρουσίας, είναι ο μεγάλος αριθμός στρατιωτικών δυνάμεων που απαιτείται για να προστατευτούν οι αμερικανικές δυνάμεις από επιθέσεις εχθρικών πολιτοφυλακών και συμμαχικών προς το Ιράν δυνάμεων, ο οποίος υπερβαίνει τον όγκο που μπορεί να προσφέρει κάποια χώρα (ή το ΝΑΤΟ) και παράλληλα εμπεριέχει μη αποδεκτούς κινδύνους. Φυσικά, αν οι ΗΠΑ μεταφέρουν τον αριθμό των δυνάμεων που απαιτείται για την ασφαλή δράση στο Ιράκ, ο νέος οργανισμός θα φανεί ως παρουσία των ΗΠΑ με άλλη σημαία.

Τα παραπάνω οδηγούν σε μια δεύτερη πορεία δράσης: την αργή κύλιση. Η συμφωνία του 2014 που καθορίζει την παρουσία των συμμαχικών δυνάμεων στο Ιράκ περιλαμβάνει μια ρήτρα διαφυγής, με πίστωση χρόνου ενός έτους. Κατά τις συζητήσεις με την ιρακινή κυβέρνηση για τον τερματισμό της συμφωνίας, οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να περιορίσουν την παρουσία τους σε περιοχές όπου είναι πιθανό να εκδηλωθούν επιθέσεις. Θα μπορούσαν να μεταφέρουν δυνάμεις σε περιοχές στις οποίες είναι περισσότερο καλοδεχούμενες, κυρίως στη Σουνιτική Δύση και τον Κουρδικό Βορρά. Στη συνέχεια, οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να καθυστερήσουν την τελική εφαρμογή της αποχώρησης, ενώ η κυβέρνηση του Ιράκ θα μελετά τη διαδικασία και το κοινοβούλιο της χώρας θα επανεξετάζει την θέση του για το θέμα και θα διαφωνεί για την εγκυρότητα της πρώτης ψηφοφορίας. Ενα τέτοιο πλαίσιο θα προσέφερε αρκετή «ασάφεια» προκειμένου η προσωρινή παραμονή να λάβει πιο μακροπρόθεσμα χαρακτηριστικά.

Αυτή η διαδικασία «αργής κύλισης» δεν μπορεί να συνεχιστεί για πάντα, αλλά το γεγονός ότι ο υφιστάμενος πρωθυπουργός είναι υπηρεσιακός, ενώ αμφισβητείται και η νομιμότητα της απόφασης του κοινοβουλίου (κάποιοι λένε ότι ήταν μια γνωμοδοτική ψηφοφορία χωρίς απαρτία και με πολλά μέλη του κοινοβουλίου να έχουν δεχτεί απειλές από παραστρατιωτικές ομάδες) μπορεί να είναι το πρόσχημα για παρατεταμένη παραμονή. Αυτή η χρονοτριβή γύρω από την αμερικανική παρουσία θα μπορούσε να κρατήσει έως ότου το κοινοβούλιο συγκληθεί με απαρτία και αρνηθεί να επιβεβαιώσει το αίτημα για αποχώρηση ή πάρει πίσω την απόφαση, ή απλά αρνηθεί να πάρει περαιτέρω μέτρα.

Αυτή η στρατηγική έχει το πλεονέκτημα ότι εξασφαλίζει την παρουσία των ΗΠΑ σε περιοχές που υπάρχουν μικρότερες απειλές και σε μέγεθος ικανό να προστατευτεί και να συνεχίσει την παροχή εκπαίδευσης και εξοπλισμού σε ιρακινές δυνάμεις καθώς και να υποστηρίξει τις αεροπορικές επιθέσεις εναντίον του ISIS.

Με αυτό το σενάριο, οι δυνάμεις των ΗΠΑ θα μπορούν να εκτελούν τον κρίσιμο ρόλο της υποστήριξης και εκπαίδευσης των ιρακινών δυνάμεων ασφαλείας που είναι πιστές στην εκλεγμένη κυβέρνηση της Βαγδάτης, αντί να ασχολούνται απλά με την αυτοπροστασία.

Οι κίνδυνοι που υπάρχουν από την παρουσία αμερικανών στρατιωτών σημαίνει ότι είναι απίθανο οι τελευταίοι να περιοριστούν σε μικρούς αριθμούς ή ως συμπλήρωμα σε μια διεθνή αποστολή. Πρέπει να έχουν επαρκή τακτικό μέγεθος σε κάθε σημείο.

Είναι προφανές ότι οι ΗΠΑ δεν μπορούν να βασιστούν σε καμία άλλη χώρα για να εξασφαλίσουν την ασφάλεια στρατιωτικών και διπλωματικών εγκαταστάσεων. Η Ιρακινή κυβέρνηση, που με αποφασιστικότητα απέτρεψε τον Οκτώβριο διαδηλωτές από το να εισβάλλουν στην Πράσινη Ζώνη, δεν μπήκε άμεσα στο δρόμο των υποστηρικτών της Kataib Hezbollah όταν οι τελευταίοι έβαλαν φωτιά στην περίμετρο της αμερικανικής Πρεσβείας στη Βαγδάτη και δοκίμασαν να εισβάλουν σε αυτή.

Η παρουσία των ΗΠΑ στη χώρα γνώρισε σημαντικές αλλαγές σε επίπεδο αποστολής, σκοπού και στρατηγικής. Η στήριξη του Ιράκ άλλοτε μειώνονταν και άλλοτε αυξάνονταν και έφερε την υπερδύναμη αντιμέτωπη με το Ιράν. Ο Ντόναλντ Τραμπ εδώ και καιρό έδειξε ότι είναι επιφυλακτικός στη διατήρηση στρατιωτικών δυνάμεων σε Ιράκ και Συρία, αλλά αν τραβήξει τις δυνάμεις του από την πρώτη, θα θέλει να το κάνει με τους όρους του.

Οι ΗΠΑ δεν έχουν ελκυστικές επιλογές, αλλά υπάρχουν λύσεις που θα δουλέψουν στην προσπάθεια να πετύχουν τους στόχους τους στο Ιράκ.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v