Αν η Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν είχε ένα σταθερό σκοπό από το 1979, αυτός ήταν η επιβίωση. Μετά την Ισλαμική Επανάσταση, το Ιράν βρίσκεται διαρκώς σε καθεστώς διαχείρισης κρίσης, είτε αυτό αφορούσε την αντίσταση κατά του Σαντάμ Χουσεΐν στον πόλεμο Ιράν-Ιράκ, είτε την αντίσταση στις σημερινές κυρώσεις των ΗΠΑ.
Σήμερα υπάρχουν δύο αλληλένδετα θέματα, τα οποία η Τεχεράνη βλέπει ως ουσιαστικά για τη μακροπρόθεσμη επιβίωσή της: την οικονομική υγεία και την περιφερειακή στρατηγική της στο Ιράκ και το Λεβάντε.
Η προστασία αμφότερων των προτεραιοτήτων, ωστόσο, δημιουργεί δεσμεύσεις για τη χώρα. Το Ιράν θα μπορούσε να βελτιώσει τη δεινή οικονομική του θέση υποχωρώντας στις απαιτήσεις των ΗΠΑ και προχωρώντας σε απεμπλοκή από την ευρύτερη Μέση Ανατολή. Αυτό, όμως, θα απαιτούσε τη μείωση της υποστήριξης των περιφερειακών αντιπροσώπων του και του Μπασάρ Αλ Ασαντ στη Συρία και κατ’ αυτόν τον τρόπο θα παρέλυε η στρατηγική προστασίας των δυνάμεών του στην περιοχή, ακριβώς αυτή που ενόχλησε τον Τραμπ από την πρώτη στιγμή.
Ετσι, δεσμευμένο ή όχι, η περιορισμένη αντίδραση στη δολοφονία του Κασέμ Σουλεϊμανί υπονοεί ότι είναι αποφασισμένο να παραμείνει πιστό σε μια στρατηγική με βάση την οποία η διαρκής πίεση στην Ουάσιγκτον σε όλη τη Μέση Ανατολή εντέλει απελευθερώνει την οικονομία από τα δεσμά στα οποία την έθεσαν οι ΗΠΑ.
Όλα για την οικονομία
Για το Ιράν, το οικονομικό status quo είναι μη βιώσιμο. Οι κυρώσεις έχουν προκαλέσει κατάρρευση των εξαγωγών πετρελαίου και το έχουν αποκόψει από τις διεθνείς χρηματαγορές και το εμπόριο, περιλαμβανομένων φαρμάκων και τροφίμων. Αυτά τα οικονομικά θέματα ήταν στην καρδιά των μεγάλων διαδηλώσεων του περασμένου Νοεμβρίου τις οποίες προκάλεσε η απόφαση της Τεχεράνης να σταματήσει τις επιδοτήσεις καυσίμων και να επιβάλει δελτίο.
Πολλά από τα οικονομικά προβλήματα του Ιράν, πάντως, είναι βαθύτερα. Ο τερματισμός των τιμωρητικών κυρώσεων των ΗΠΑ ήταν απλά ο πρώτος στόχος του Χασάν Ροχανί και της οικονομικής πλατφόρμας με την οποία κατέβηκε υποψήφιος στις προεδρικές εκλογές του 2013. Εκείνη την εποχή, ο Ροχανί ήλπιζε επίσης να προχωρήσει σε σημαντικές μεταρρυθμίσεις στις τράπεζες και να περάσει νέα νομοθεσία που θα ευθυγράμμιζε τη χώρα με τα διεθνή στάνταρντ σε ό,τι αφορά το ξέπλυμα χρήματος, ποντάροντας στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων. Επεδίωκε, παράλληλα, να αποδυναμώσει την οικονομική κυριαρχία των Φρουρών της Επανάστασης και των ομίλων που στηρίζονται από τον στρατό.
Για την Τεχεράνη, οι οικονομικές μεταρρυθμίσεις είναι κρίσιμες, γιατί αντιμετωπίζει ευρύτατη ανεργία και υποαπασχόληση, ενώ τη χαμηλή και μεσαία τάξη ενοχλεί η μείωση των ευκαιριών απασχόλησης, η αυξανόμενη φτώχεια και η μειωμένη αγοραστική δύναμη.
Ουσιαστικά, η Ισλαμική Δημοκρατία έχει αποτύχει τις τελευταίες τέσσερις δεκαετίες στο να βρει ένα βιώσιμο οικονομικό μοντέλο, γνωρίζει όμως ότι πρέπει να το πράξει, προκειμένου να επιβιώσει η θεοκρατική κυβέρνηση.
Η κατάρρευση των τιμών του πετρελαίου το 2014 έπληξε σε πρώτη φάση τα σχέδια του Ροχανί, αν και τα χειρότερα ήρθαν δυο χρόνια αργότερα, όταν ο Ντόναλντ Τραμπ εκλέχθηκε πρόεδρος των ΗΠΑ υποσχόμενος να «αντιμετωπίσει και να περιορίσει» το Ιράν. Με τους Ιρανούς ηγέτες να μην μπορούν να αντιμετωπίσουν την κατάσταση με την ετοιμόρροπη οικονομία, η χώρα αντιμετώπισε το 2017 τις μεγαλύτερες διαδηλώσεις της τελευταίας δεκαετίας.
Για τον λόγο αυτό, το Ιράν δεν έκλεισε τελείως την πόρτα στις συζητήσεις με τις ΗΠΑ. Πράγματι, η αντίδραση της Τεχεράνης στην απόφαση της Ουάσιγκτον να αποσυρθεί από τη Συμφωνία για τα Πυρηνικά (JCPOA), που περιόριζε το πυρηνικό πρόγραμμα της χώρας, ήταν σταδιακά αυξανόμενη, παρότι ΗΠΑ και Ευρώπη εξέφρασαν τη λύπη τους. Ανακοινώνοντας τα πέντε βήματα περιορισμού των δεσμεύσεων που ανέλαβε με την JCPOA, Ιρανοί αξιωματούχοι ήταν αμετακίνητοι στο ότι η Τεχεράνη μπορεί να αντιστρέψει κάθε ένα από αυτά, αν οι ΗΠΑ προχωρούσαν σε αναστολή των κυρώσεων.
Το Ιράν διεξήγαγε επίσης συζητήσεις κεκλεισμένων των θυρών με τις ΗΠΑ, αναζητώντας μερική αναστολή κυρώσεων, με αντάλλαγμα νέες διαπραγματεύσεις και αναστολή της κλιμάκωσης του πυρηνικού της προγράμματος. Γνωρίζει άλλωστε ότι κάποια στιγμή θα κληθεί να διαπραγματευτεί με τις ΗΠΑ, αν και θα προτιμούσε να το κάνει με διαφορετικό Αμερικανό πρόεδρο.
Καθώς το Ιράν προσπαθεί να ομαλοποιήσει τη σχέση του με τον κόσμο, θα δει εκ νέου την ικανότητά του να συμπεριφέρεται με αντικανονικό τρόπο να περιορίζεται. Αυτή τη στιγμή, το Ιράν εξαρτάται από την Κίνα για να συνεχίσει τις εξαγωγές πετρελαίου, ενώ δεν επιθυμεί επίσης να αποξενωθεί από τις ευρωπαϊκές δυνάμεις, από φόβο μήπως πυροδοτήσουν τη διαδικασία επίλυσης διαφορών της JCPOA, κάτι που θα οδηγήσει στην επαναφορά κυρώσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, με τις ΗΠΑ να εξασφαλίζουν δια αυτού του τρόπου δικαίωμα βέτο σε περίπτωση που υπάρξει αίτημα άρση τους.
Η κύρια περιφερειακή στρατηγική
Ακόμα όμως και αν το Ιράν θέλει να ομαλοποιήσει τις διεθνείς του σχέσεις, το μονοπάτι που πρέπει να ακολουθήσει είναι αβέβαιο. Η Τεχεράνη στηρίζεται σε «αντιπροσώπους» για να διεξάγει την ασύμμετρη άμυνά της καθώς στερείται της συμβατικής στρατηγικής ισχύος που κατέχουν οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους.
Προς το παρόν, φαίνεται ότι το Ιράν έχει ολοκληρώσει την αρχική του αντίδραση για τον θάνατο του Σουλεϊμανί, όμως θα καταφύγει, άλλη μια φορά, στη χρήση περιφερειακών συμμάχων για να παρενοχλήσει τις ΗΠΑ. Κάνοντάς το αυτό, το Ιράν μπορεί να αρνηθεί την ευθύνη για επιθέσεις που θα πλήξουν αμερικανικά συμφέροντα και που θα έχουν στόχο να υπονομεύσουν τις αμερικανικές σχέσεις με χώρες όπως το Ιράκ.
Επιπλέον θα παραμείνουν δυο σημαντικά στοιχεία, ακόμα και αν υποτεθεί ότι υπάρξει συμφωνία με την Ουάσιγκτον για να μειωθούν οι κυρώσεις. Πρώτον, το επίπεδο καχυποψίας μεταξύ των χωρών (και του Ισραήλ) θα παραμείνει υψηλό. Αλλωστε η δολοφονία του Σουλεϊμανί συνέβαλε σε αυτό. Στην πραγματικότητα θα απαιτηθούν δεκαετίες για να χτιστεί ένα σημαντικό επίπεδο εμπιστοσύνης. Στα μάτια της Τεχεράνης, η γρήγορη αναστροφή πολιτικής στις ΗΠΑ, από τον Ομπάμα στον Τραμπ, υπήρξε μια αποκάλυψη: το Ιράν δεν μπορεί να λειτουργεί με την υπόθεση ότι ακόμα και μια μελλοντική επαναπροσέγγιση με τις ΗΠΑ θα συνεχιστεί για χρόνια.
Δεύτερον, ακόμα και αν το Ιράν φτάσει σε συμφωνία με τις ΗΠΑ, θα πρέπει να ανησυχεί για την ασφάλειά του σε ό,τι αφορά περιφερειακούς ανταγωνιστές, όπως η Τουρκία και η Σαουδική Αραβία.
Στο τέλος, η πρόκληση σήμερα για την αμυντική στρατηγική της Τεχεράνης είναι πώς θα πείσει τις ΗΠΑ να σταματήσουν να συνδέουν τις οικονομικές κυρώσεις με την αμυντική της στρατηγική, κάτι που το Ιράν πέτυχε κατά τη διάρκεια της διακυβέρνησης Ομπάμα, όταν εξασφάλισε σημαντική ανακούφιση από τις κυρώσεις προσφέροντας ως αντάλλαγμα τον περιορισμό του πυρηνικού του προγράμματος.
Είναι σχεδόν βέβαιο ότι το Ιράν δεν θέλει να προκαλέσει τώρα ή στο προσεχές μέλλον πόλεμο με τις ΗΠΑ. Η γραμμή του Ιράν, όμως, υπήρξε αρκετά καθαρή: οι ΗΠΑ άδικα εγκατέλειψαν τη συμφωνία για τα πυρηνικά, κάτι που σημαίνει ότι αν θέλουν να ανοίξουν ένα νέο γύρο διαπραγματεύσεων, πρέπει πρώτα να προσφέρουν σημαντική ανακούφιση στο θέμα των κυρώσεων. Αν όχι, η Τεχεράνη και οι σύμμαχοί της έχουν κάνει εμφανές ότι θα επιβάλουν μεγαλύτερο κόστος στην Ουάσιγκτον, στους συμμάχους της και στα κοινά τους συμφέροντα στη Μέση Ανατολή.
Προφανώς, το Ιράν αποφάσισε να μην αντιδράσει στον θάνατο του Σουλεϊμανί με τρόπο που θα έθετε σε κίνδυνο τις προσπάθειες να αποκαταστήσει τους δεσμούς με τη διεθνή κοινότητα ή θα έκλεινε την πόρτα σε διαπραγματεύσεις για ελάφρυνση των κυρώσεων. Αυτό σημαίνει ότι το Ιράν δεν θα επιδιώξει να προκαλέσει τις ΗΠΑ κάνοντας κινήσεις που θα θέσουν σε κίνδυνο τη δική του επιβίωση, όπως μια προσπάθεια να δολοφονήσει υψηλόβαθμη αμερικανική φιγούρα.
Αντίθετα, το Ιράν είναι πιο πιθανό να προσπαθήσει να κρατήσει περιορισμένη τη σύγκρουση στα υφιστάμενα θέατρα, όπως το Ιράκ. Δεδομένου, όμως, ότι ιρακινές πολιτοφυλακές που στηρίζονται από το Ιράν έχουν υποσχεθεί τη δική τους απάντηση στην επιχείρηση κατά του Σουλεϊμανί, στην οποία σκοτώθηκε επίσης ο αναπληρωτής επικεφαλής της Χεζμπολάχ και Ιρακινοί πολιτικοί που στηρίζει η Τεχεράνη είναι αποφασισμένοι να διώξουν τους Αμερικανούς από τη χώρα, αυτό πιθανότατα θα μεταφραστεί σε περισσότερη βία και κλιμάκωση στο Ιράκ, δυνητικά, και σε κοντινά σημεία.