Η Ρωσία θα επιδιώξει την εδραίωση και επέκταση της στρατηγικής παγκόσμιας διαφοροποίησής της το δ’ τρίμηνο, με ιδιαίτερη έμφαση στην Κίνα και στο Ιράν. Θα αυξήσει τους εμπορικούς δεσμούς της –ιδιαίτερα τις αγροτικές εξαγωγές- με την Κίνα, ενώ το άνοιγμα του αγωγού φυσικού αερίου Power of Siberia τον Δεκέμβριο θα βαθύνει τους ενεργειακούς δεσμού της.
Η Μόσχα και το Πεκίνο είναι επίσης πιθανό να επεκτείνουν το μέγεθος και το εύρος των κοινών στρατιωτικών τους ασκήσεων, τόσο διμερώς όσο και ως μέρος του Οργανισμού Συνεργασίας της Σαγκάης, πέραν των αυξημένων κοινών διαβουλεύσεων για την κυβερνοασφάλεια και τη διαχείριση διαδηλώσεων.
Εν τω μεταξύ, η Ρωσία θα στηρίξει το Ιράν, το οποίο θα υπογράψει τον Οκτώβριο συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με την Ευρασιατική Οικονομική Ένωση -της οποίας ηγείται η Μόσχα- την ώρα που αντιμετωπίζει μεγαλύτερες οικονομικές πιέσεις από τις ΗΠΑ.
Γενικά, η Μόσχα θα βοηθήσει την Τεχεράνη να αποφύγει κυρώσεις, θα στηρίξει τους μηχανισμούς «ανακούφισης» όπως το Instex (Instrument in Support of Trade Exchanges) και θα αυξήσει τους εμπορικούς δεσμούς της. Οι δυο χώρες θα επεκτείνουν επίσης τη στρατιωτική τους συνεργασία, πραγματοποιώντας κοινές ναυτικές ασκήσεις στον Ινδικό Ωκεανό, όμως η Μόσχα δεν θα φτάσει να παρέχει εγγυήσεις ασφάλειας στο Ιράν έναντι των ΗΠΑ, αποτρέποντας έτσι μια ευρύτερη ρωσοαμερικανική σύγκρουση για την Ισλαμική δημοκρατία.
Η Μόσχα θα παράσχει οικονομική βοήθεια και στήριξη ασφάλειας στην κυβέρνηση της Βενεζουέλας η οποία παραπαίει λόγω των πιέσεων των ΗΠΑ. Ο ρόλος του ρωσικού πετρελαϊκού κολοσσού Rosneft θα είναι κεντρικής σημασίας για τις εξαγωγές αργού πετρελαίου της Βενεζουέλας, παρά την απειλή των ΗΠΑ για δευτερογενείς κυρώσεις. Επιπλέον, η Ρωσία θα ενισχύσει τη στρατιωτική και τεχνική στήριξή της προς τις ένοπλες δυνάμεις της Βενεζουέλας με όπλα και συντήρηση συστημάτων, κινήσεις που θα μεγαλώσουν τις αντοχές της κυβέρνησης του Νικολάς Μαδούρο.
Στο επίκεντρο για τη Ρωσία θα βρεθεί και η Αφρική το δ’ τρίμηνο, καθώς τον Οκτώβριο θα συνεδριάσει το πρώτο Ρωσο-Αφρικανικό φόρουμ στο Σότσι. Η συνάντηση θα δώσει τη δυνατότητα στη Ρωσία να αξιοποιήσει τις υφιστάμενες σχέσεις που έχει στους τομείς της ασφάλειας και της οικονομίας με την Αφρική και να ενισχύσει τη θέση της ως βασικός παίκτης στην ήπειρο, αν και οι ΗΠΑ θα επιδιώξουν να αποτρέψουν τις οποιεσδήποτε ευαίσθητες στρατιωτικές συμφωνίες απειλώντας με νέες κυρώσεις το Κρεμλίνο.
Στο Αφγανιστάν, μια πιθανή συμφωνία ειρήνευσης θα ενθαρρύνει τη Μόσχα να ενισχύσει τις σχέσεις της με τους Ταλιμπάν, που, με τη σειρά τους, θα βοηθήσουν τη Ρωσία να διαμορφώσει ένα νέο πολιτικό κλίμα στη χώρα και να μετριάσει τις όποιες ανησυχίες σχετίζονται με το ενδεχόμενο «διαρροής» μαχητών.
Οι ΗΠΑ εντείνουν τις πιέσεις μέσω κυρώσεων στη Ρωσία
Κατά τη διάρκεια του δ’ τριμήνου, οι ΗΠΑ θα επεκτείνουν τις κυρώσεις στη Ρωσία, προσθέτοντας πιθανότατα Ρώσους αξιωματούχους και ρωσικές οντότητες στον κατάλογο των κυρώσεων λόγω των σχέσεών τους με την ανατολική Ουκρανία, τη Βενεζουέλα και το Ιράν. Η Ουάσινγκτον θα μπορούσε επίσης να βάλει στο «στόχαστρο» ρωσικές τραπεζικές δραστηριότητες και ξένες επενδύσεις σε ρωσικά ενεργειακά έργα.
Ένας πιθανός στόχος των ΗΠΑ το δ’ τρίμηνο είναι ο ρωσικός αγωγός φυσικού αερίου Nord Stream 2 προς τη Γερμανία. Η Πράξη για την Προστασία της Ευρωπαϊκής Ενεργειακής Ασφάλειας, αν περάσει από το Κογκρέσο των ΗΠΑ, θα οδηγούσε σε επιβολή κυρώσεων στα επιχειρηματικά σχήματα που συμμετέχουν στην κατασκευή του αγωγού. Όμως δεδομένου ότι έχει ήδη ολοκληρωθεί περισσότερο από το 75% του Nord Stream 2, οι κυρώσεις των ΗΠΑ απλώς θα καθυστερούσαν το έργο, δεν θα το εκτροχίαζαν.
Ο βασικός παράγοντας στην όποια πιθανή καθυστέρηση θα είναι η Δανία –η μόνη χώρα που δεν έχει ακόμα επιτρέψει στη Ρωσία να κατασκευάσει τον αγωγό μέσα από την αποκλειστική οικονομική της ζώνη. Αν η Κοπεγχάγη δεν δώσει την έγκρισή της μέχρι τον Οκτώβριο, τότε η Ρωσία είναι απίθανο να ολοκληρώσει τον Nord Stream 2 μέχρι το τέλος του έτους, κάτι που θα αυξήσει το κόστος κατασκευής και θα εκθέσει τους συμμετέχοντες στο project σε αμερικανικές κυρώσεις. Όμως, ασχέτως του πότε θα συνδεθεί ο Nord Stream 2, η Ρωσία θα υιοθετήσει μια πιο διαλλακτική στάση προκειμένου να ανανεώσει την -υπό τη μεσολάβηση της ΕΕ- συμφωνία με την Ουκρανία για μεταφορά του φυσικού αερίου, προτού λήξει η τρέχουσα συμφωνία στο τέλος Δεκεμβρίου.
Διαρθρωτικές προκλήσεις
Εν μέσω της πανταχού παρούσας απειλής κυρώσεων και της ισχνής παγκόσμιας ζήτησης ενέργειας, η οικονομική ανάπτυξη της Ρωσίας θα μείνει στάσιμη αυτό το τρίμηνο. Ωστόσο, η Μόσχα μπορεί να διαχειριστεί την κατάσταση διότι έχει «θωρακίσει» το πλεόνασμα του προϋπολογισμού της, τα αποθέματα ξένου συναλλάγματος και τα επενδυτικά ταμεία της, ενώ ταυτόχρονα έχει διαφοροποιηθεί από τα τεράστια αποθέματα δολαρίου και έχει αυξήσει το μη δολαριακό εμπόριο με χώρες όπως η Κίνα και η Ινδία. Όσο οι τιμές του πετρελαίου παραμένουν πάνω από τα 40 δολάρια το βαρέλι, η Ρωσία θα αποφύγει μια οξεία οικονομική κρίση το δ’ τρίμηνο.
Πολιτικά, η Ρωσία θα διαχειριστεί τις εσωτερικές διαφωνίες και τις διαδηλώσεις μέσω ενός συνδυασμού διαπραγμάτευσης με λιγότερο ακραίους διαδηλωτές, συνεργασίας με συστημικές αντιπολιτευτικές ομάδες όπως οι Κομμουνιστές και το Φιλελεύθερο Δημοκρατικό Κόμμα της Ρωσίας, και καταστολής των πιο δυναμικών προσώπων της αντιπολίτευσης όπως είναι ο Αλεξέι Ναβάλνι. Αυτό θα δώσει στη Μόσχα τη δυνατότητα να αποφύγει τη μεγάλη αστάθεια στο εσωτερικό της και να επικεντρωθεί στην αντιπαράθεσή της με την Ουάσινγκτον.
Κλιμάκωση της στρατιωτικής συγκέντρωσης ΗΠΑ-Ρωσίας
Μετά την κατάρρευση της συνθήκης INF για τις πυρηνικές δυνάμεις, οι ΗΠΑ και η Ρωσία θα επιταχύνουν την ανάπτυξη και δοκιμή πυραύλων που προηγουμένως παραβίαζαν τη συνθήκη. Ωστόσο, οι χώρες δεν θα προχωρήσουν στην τοποθέτηση των πυραύλων αυτών το δ’ τρίμηνο, ενώ η Ρωσία απλώς θα αντιδράσει στην όποια ανάπτυξη αμερικανικών πυραύλων στην Ευρώπη ή την Ασία, αντί να επιδιώξει η ίδια να αναπτύξει δικούς της πυραύλους.
Εν τω μεταξύ, η απόφαση των ΗΠΑ να επεκτείνουν τη στρατιωτική τους παρουσία στην Πολωνία θα αναγκάσει τη Ρωσία να επιδιώξει τη δική της στρατιωτική συγκέντρωση, τόσο στο εσωτερικό όσο και στη γειτονική Λευκορωσία, θέτοντας έτσι σε αυξημένο επίπεδο συναγερμού της ευρωπαϊκές χώρες που βρίσκονται στα σύνορα.