Την ώρα που ΗΠΑ και Ιράν ρισκάρουν να ξεσπάει ολοκληρωτικός πόλεμος με το «παιχνίδι του δειλού» που παίζουν στην Περσικό Κόλπο, ο πόλεμος δι’ αντιπροσώπων τους εξακολουθεί να μαίνεται στη Συρία.
Ο σύμμαχος του Ιράν και πρόεδρος της Συρίας Μπασάρ αλ Άσαντ κέρδισε τον πόλεμο πριν από δυο χρόνια, όμως η νίκη του δεν ήταν ολοκληρωμένη. Ο αλ Άσαντ εξασφάλισε τον θρόνο του, όμως εξακολουθεί να μην ελέγχει δυο μεγάλα τμήματα της χώρας.
Ο τουρκικός στρατός και οι ένοπλοι αντάρτες ελέγχουν τα βορειοδυτικά. Οι, κυρίως, Κουρδικές Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις, με την στήριξη ενός μικρού αλλά απροσδιόριστου αριθμού αμερικανικών, βρετανικών και γαλλικών ειδικών δυνάμεων, ελέγχουν την περιοχή βορειοδυτικά του ποταμού Ευφράτη κοντά στο τρίγωνο των συνόρων Συρίας-Τουρκίας-Ιράκ. Ο αλ Άσαντ έχει πει πως δεν θα εγκαταλείψει τον αγώνα μέχρι και οι δυο περιοχές να επιστρέψουν στην κυριαρχία του. Το μόνο άλλο μέρος της χώρας που βρίσκεται υπό ξένη κατοχή είναι τα Υψίπεδα του Γκολάν, όμως ο αλ Άσαντ δεν είναι σε θέση να εκδιώξει τους Ισραηλινούς.
Η μάχη μαίνεται στην περιφέρεια της επαρχίας Ιντλίμπ στα βορειοδυτικά της Συρίας, όπου εκατοντάδες άμαχοι έχουν χάσει τις ζωές του και έως και 300.000 έχουν εγκαταλείψει την περιοχή αναζητώντας μια σχετική –αν και άβολη- ασφάλεια από τότε που ο στρατός της Συρίας εξαπέλυσε την τελευταία του επίθεση προ δύο μηνών.
Οι ηγέτες των ανταρτών δήλωσαν στο Reuters πως οι ρωσικές ειδικές δυνάμεις μάχονται στο πλευρό των σύριων στρατιωτών, αν και η Ρωσία δεν έχει ακόμα σχολιάσει τον ισχυρισμό αυτόν. Αυτό που είναι γνωστό, είναι πως τα ρωσικά μαχητικά αεροσκάφη από την αεροπορική βάση Χμεϊμίμ έχουν βομβαρδίσει κωμοπόλεις στις ανταρτοκρατούμενες περιοχές.
Από την πλευρά των ανταρτών, η εξάρτηση από την προστασία, την υλικοτεχνική υποστήριξη, τις επικοινωνίες, τα πολεμοφόδια και άλλες προμήθειες του τουρκικού στρατού, αντισταθμίζει τη ρωσική βοήθεια προς τον αλ Άσαντ. Οι Τούρκοι εκδίωξαν πέρυσι τους υποστηριζόμενους από τους Κούρδους ένοπλους, τις Μονάδες Λαϊκής Προστασίας, καθώς και Κούρδους πολίτες από την επαρχεία Αφρίν κοντά στην Ιντλίμπ. Έτσι, έμεινε μια μεγάλη ζώνη που γειτνιάζει με τις κυβερνοκρατούμενες περιοχές γύρω από το Χαλέπι, τη Χαμά και τη Λατάκια υπό τουρκική κατοχή με ντόπιους και ξένους μαχητές να συντηρούν τις πιέσεις στις δυνάμεις του αλ Άσαντ.
Δεν έχουν πού να πάνε
Εκτιμάται πως 3 εκατ. άνθρωποι –περίπου οι μισοί εξ αυτών εκτοπισμένοι από άλλες περιοχές στη Συρία- μένουν στην τουρκική ζώνη. Σε αυτούς έχουν προστεθεί και 60.000 αντάρτες, σύμφωνα με τον Charles Lister, ο οποίος παρακολουθεί την αντιπολίτευση της Συρίας από τις αρχές του πολέμου για λογαριασμό του Middle East Institute που έχει έδρα στην Ουάσινγκτον.
«Περίπου το ήμισυ αυτών», γράφει ο Lister, «είναι αφοσιωμένοι σε ομάδες της ευρύτερης αντιπολίτευσης και το άλλο ήμισυ ανήκει σε τζιχαντιστικές ομάδες, ορισμένες εκ των οποίων είναι πιστές στην αλ Κάιντα».
Η κυριότερη μεταξύ των ομάδων που σχετίζονται με την αλ Κάιντα, είναι η μετονομασμένη ομάδα Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ, που προέκυψε από τη συγχώνευση των Τζαμπχάτ Φατάχ αλ Σάμ, γνωστή προηγουμένως ως Τζαμπχάτ αλ Νούσρα, και άλλων ένοπλων ομάδων το 2017. Η Χαγιάτ Ταχρίρ αλ Σαμ επιβάλλει στις περιοχές της ελέγχους αντίστοιχους με αυτούς του Ισλαμικού Κράτους, με Αρμένιους, Χριστιανούς, Γιαζίντι και Κούρδους να υφίστανται δολοφονίες, βιασμούς, βασανιστήρια και άλλα εγκλήματα. Πολλοί Άραβες Σουνίτες Μουσουλμάνοι, ωστόσο, έχουν προσαρμοστεί στην παρουσία των τούρκων τζιχαντιστών και δεν επιθυμούν την επιστροφή του στρατού του αλ Άσαντ.
Για να εκτοπίσει ο αλ Άσαντ τους τζιχαντιστές και άλλους μαχητές από τα τελευταία τους προπύργια στη Συρία, δεν μπορεί να επαναλάβει την επιτυχή απομάκρυνσή τους από τα προάστια του Χαλεπιου, της Χομς και της Δαμασκού το 2016-2018. Σε εκείνες τις περιπτώσεις, η κυβέρνηση της Συρίας πολιόρκησε τους ένοπλους και τους πρόσφερε «συμφιλίωση». Δηλαδή τους έδωσε τη δυνατότητα να επιλέξουν μεταξύ ενός ασφαλούς περάσματος σε περιοχές που κατείχαν οι αντάρτες, της μεταφοράς σε στρατόπεδα εκτοπισμένων ή της παράδοσης των όπλων τους και παραμονής τους στα σπίτια τους.
Δεκάδες χιλιάδες επέλεξαν να μεταβούν με τις οικογένειές τους με λεωφορεία, την ασφάλεια των οποίων παρακολουθούσαν ο ΟΗΕ και ρώσοι στρατιώτες, στην Ιντλίμπ. Καθώς τους απέμεναν μόνο η Ιντλίμπ και οι γύρω περιοχές, δεν είχαν πού αλλού να πάνε. Η Τουρκία, παρά το ότι τους επέτρεψε να περάσουν από τα σύνορά της προς τη Συρία τα προηγούμενα χρόνια, δεν τους θέλει πίσω στα εδάφη της. Πηγή από τις συριακές δυνάμεις ασφαλείας παραδέχθηκε πως «δεν έχουν χρησιμότητα στην σκακιέρα και τώρα έχουν στριμωχτεί σε μια γωνία». Έτσι δεν έχουν και πολλές επιλογές από το να πολεμήσουν ή να πεθάνουν, εκτός και αν Τουρκία και Ρωσία καταλήξουν σε μια λύση. Ενώ οι σχέσεις μεταξύ των δυο πρώην εχθρικών δυνάμεων έχουν βελτιωθεί με την πώληση των ρωσικών S-400 στην Τουρκία, ωστόσο αυτό δεν έχει φέρει πιο κοντά μια λύση για τη Συρία.
Στα βορειοανατολικά, ο αλ Άσαντ έχει συζητήσει μια ειρηνική αποκατάσταση της κρατικής κυριαρχίας με τους Κούρδους χωρίς να επιτύχει συμφωνία. Οι δυο πλευρές αποφεύγουν να επιτεθούν οι μια στην άλλη, αναμφίβολα πιστεύοντας πως ο στρατός της Συρίας μια ημέρα θα επιστρέψει χωρίς εχθροπραξίες.
Οι Κούρδοι εξακολουθούν να βασίζονται στις αμερικανικές εγγυήσεις για να διατηρήσουν την αυτονομία τους από τη Δαμασκό και την προστασία από μια τουρκική επίθεση για εκδίωξη των Κούρδων από τα βορειοανατολικά, όπως έγινε και για την εκδίωξή τους από την Αφρίν. Οι ΗΠΑ, παρά τη δυσαρέσκειά τους για την αγορά ρωσικών όπλων από την Τουρκία και την ακύρωση των πωλήσεων F-35 στην Άγκυρα, συζητούν τη δημιουργία μιας ζώνης ασφάλειας μεταξύ της Τουρκίας και των Κούρδων. Την ίδια ώρα, Αμερικανοί παρατηρητές φοβούνται πως η τουρκική κινητικότητα κοντά στην Ταλ Αμπιάντ και την Ρας αλ –Αΐν στην Συρία προμηνύει επίθεση κατά των Κούρδων συμμάχων των ΗΠΑ, την οποία οι ΗΠΑ θα πρέπει είτε να αγνοήσουν είτε να ταχθούν εναντίον της.
Δεν λειτουργεί η αμερικανική πολιτική
Τέσσερις αμερικανοί αξιωματούχοι με νεοεπινοημένους τίτλους –οι Τζέιμς Τζέφρι, Τζόελ Ρέϊμπερν, Ουίλιαμ Ρόουμπακ και Ντέιβιντ Σένκερ- συντονίζουν την πολιτική των ΗΠΑ στη Συρία. Όμως η πολιτική δεν έχει ακόμα «πήξει». «Η ουσία είναι πως η πολιτική στη Συρία έχει σταματήσει να λειτουργεί, όμως ο πολλαπλασιασμός των διπλωματών που αναλαμβάνουν, κάνει χειρότερη την κατάσταση», έγραψε στην Washington Examiner ο πρώην σύμβουλος του Πενταγώνου, Μάικλ Ρούμπεν, fellow του American Enterprise Institute και υπέρμαχος του πολέμου με το Ιράν. Ο Ρούμπεν υποστηρίζει πως οι Κούρδοι της Συρίας διαπραγματεύονται με πληθώρα Αμερικανών διπλωματών και δεν έχουν ιδέα ούτε ποιος είναι υπεύθυνος, ούτε ποιο είναι το σχέδιο.
Η Χεζμπολά, «πληρεξούσιος» του Ιράν στον πόλεμο της Συρίας, αναδιατάσσει ορισμένα στρατεύματα Λίβανο. «Έχουμε παρουσία σε κάθε περιοχή (της Συρίας) στην οποία βρισκόμασταν παλαιότερα», ανέφερε ο επικεφαλής του κόμματος Χασάν Νασράλα στο τηλεοπτικό του κανάλι Al-Manar. «Είμαστε ακόμα εκεί, όμως δεν χρειάζεται να έχουμε εκεί μεγάλους αριθμούς, αρκεί να μην υπάρχει πρακτική ανάγκη». Αυτό που δεν λέγεται είναι πως οι πεπειραμένοι πολεμιστές της Χεζμπολά μπορεί να είναι απαραίτητοι στον Λίβανο για να στηρίξουν το Ιράν απειλώντας το Ισραήλ με τους πυραύλους εδάφους-εδάφους που έχουν, στην περίπτωση μιας σύγκρουσης ΗΠΑ-Ιράν.
Έτσι, ο πόλεμος στη Συρία συνεχίζεται, στερώντας την ειρήνη στους πολίτες της Συρίας ενώ ΗΠΑ, Τουρκία, Ρωσία και Ιράν συνεχίζουν να έχουν η μία το μαχαίρι στον λαιμό της άλλης. Δεν είναι παράλογο να τεθεί το ερώτημα εάν οι χώρες αυτές θα πρέπει να τελειώσουν πρώτα ένα πόλεμο προτού ξεκινήσουν έναν νέο. Ή ίσως να αποφύγουν τελείως τον πόλεμο. Αν πιστεύατε πως οι πόλεμοι στο Ιράκ από το 2003 και στη Συρία από το 2011 ήταν καταστροφικοί, περιμένετε να δείτε τι θα γίνει στην περίπτωση πολέμου στο Ιράν.