Στις κάλπες πηγαίνουν οι Ευρωπαίοι, σε μια πανευρωπαϊκή εκλογική διαδικασία που θα έχει μεγάλες επιπτώσεις και σε εθνικό επίπεδο.
Από τις 23 έως τις 26 Μαΐου, όλα τα μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα πραγματοποιήσουν ψηφοφορίες για την εκλογή βουλευτών για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Και ενώ οι εκλογές θεωρητικά θα επικεντρώνονται σε πανευρωπαϊκά ζητήματα, ωστόσο η ψήφος θα έχει ευρείες εγχώριες πολιτικές επιπτώσεις. Σε ορισμένες περιπτώσεις, θα μπορούσαν να σφραγίσουν τη μοίρα εύθραυστων πολιτικών συνασπισμών. Σε άλλες θα συμπέσουν με τις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές, και με δημοψηφίσματα. Όποια και αν είναι η περίπτωση, οι εκλογές θα αλλάξουν το πολιτικό σκηνικό σε ορισμένες από τις χώρες της ΕΕ που επηρεάζουν τις εξελίξεις.
Θρυμματίζοντας εύθραυστες συμμαχίες
Οι εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα δοκιμάσουν τη δημοφιλία των κυβερνώντων κομμάτων της Ιταλίας, του λαϊκιστικού Κινήματος των Πέντε Αστέρων και της δεξιάς Λέγκας, έναν χρόνο μετά τις γενικές εκλογές του Μαρτίου 2018. Οι επικριτές έχουν πει πως οι κυβερνητικές πολιτικές, που περιλαμβάνουν υψηλότερες δημόσιες δαπάνες και χαμηλότερους φόρους, θα επιδεινώσουν το έλλειμμα της Ιταλίας χωρίς να παράγουν αρκετή οικονομική ανάπτυξη ώστε η χώρα να μειώσει το τεράστιο χρέος της. Αν όμως αυτά τα κόμματα εμφανίσουν ισχυρές επιδόσεις στις 26 Μαΐου, τότε θα μπορούσαν να αποφασίσουν να τηρήσουν την πορεία τους.
Η συμμαχία των δυο κομμάτων ήταν από την αρχή άβολη, και συχνά δυσκολεύτηκαν μέχρι να καταρτίσουν θέσεις πολιτικής που να έχουν συνοχή. Οι εκλογές της 26ης Μαΐου ήδη προκαλούν νέες μάχες εντός της κυβέρνησης, καθώς και τα δυο κόμματα επιδιώκουν να διαφοροποιηθούν το ένα από το άλλο στα μάτια των ψηφοφόρων. Οι δημοσκοπήσεις υποδηλώνουν πως η Λέγκα θα κερδίσει πάνω από το 30% των ψήφων –περίπου 10 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερα από το Κίνημα των Πέντε Αστέρων- και σχεδόν διπλάσιο ποσοστό σε σχέση με αυτό που είχε εξασφαλίσει η Λέγκα στις περυσινές Ιταλικές εκλογές.
Μια καλή επίδοση της Λέγκας πιθανόν θα οδηγήσει σε εσωκομματική διαμάχη ως προς το αν θα πρέπει να εγκαταλείψει την κυβέρνηση και να προκαλέσει πρόωρες εκλογές με την ελπίδα ότι θα καταλήξει να έχει κυβέρνηση πλειοψηφίας. Η Ιταλία είναι απίθανο να διενεργήσει γενικές εκλογές κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού, ωστόσο μια ενισχυμένη Λέγκα και ένα αποδυναμωμένο Κίνημα των Πέντε Αστέρων θα μπορούσε να υποδαυλίσει την αστάθεια σε μια ήδη ετοιμόρροπη συμμαχία. Αυτό, με τη σειρά του, θα μπορούσε να προκαλέσει αναταράξεις στις χρηματαγορές και να εγείρει νέα ερωτήματα ως προς την κατεύθυνση της δημοσιονομικής πολιτικής της Ρώμης.
Εν τω μεταξύ, στη Γερμανία, οι ευρωεκλογές θα «μετρήσουν» τις τρέχουσες τύχες των μελών του κυβερνώντος συνασπισμού. Η Χριστιανοδημοκρατική Ένωση (CDU) της καγκελαρίου Άγκελα Μέρκελ αναμένεται να κερδίσει στην ψηφοφορία, όμως μια χειρότερη του αναμενόμενου επίδοση θα μπορούσε να την πείσει να εξέλθει του πολιτικού σκηνικού πριν την σχεδιαζόμενη αποχώρησή της το 2021. Μια ακόμα ισχνή εκλογική επίδοση του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SPD), θα μπορούσε να ενισχύσει τις ομάδες εντός του SPD που θέλουν οι κεντροαριστεροί να αποχωρήσουν από την κυβέρνηση και να περάσουν λίγο χρόνο στην αντιπολίτευση ώστε να αναζωογονηθούν και να βελτιώσουν την δημοφιλία τους. Αν συμβεί αυτό, τότε η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης θα μείνει με μια κυβέρνηση μειοψηφίας η οποία θα δυσκολεύονταν να κάνει πράγματα, εγείροντας προοπτική πρόωρων γενικών εκλογών. Οι τελευταίες γενικές εκλογές είχαν ως αποτέλεσμα ένα κατακερματισμένο κοινοβούλιο και μακροχρόνιες διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβερνητικού συνασπισμού, καθώς και ισχυρές επιδόσεις για την ευρωσκεπτικιστική δεξιά. Οι νέες εκλογές πιθανότατα θα οδηγήσουν σε παρόμοιο αποτέλεσμα.
Κατακερματισμένα Κοινοβούλια
Η 26η Μαΐου θα είναι μια ιδιαίτερα πολυάσχολη ημέρα ψηφοφορίας στην Ισπανία διότι, πέραν των εκλογών για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, θα διενεργηθούν επίσης εκλογές στις 12 από τις 17 αυτόνομες περιοχές της και δημοτικές εκλογές σε μεγάλες πόλεις όπως η Μαδρίτη, η Βαρκελώνη και η Βαλένθια. Γενικές εκλογές στην Ισπανία διενεργήθηκαν στις 28 Απριλίου και είχαν ως αποτέλεσμα μια κατακερματισμένη βουλή, όμως τα κόμματα δεν θα σχηματίσουν νέα κυβέρνηση μέχρι τις 26 Μαΐου, καθώς οι πολιτικοί ηγέτες δεν επιθυμούν να κάνουν συμφωνίες σε περίοδο που κάνουν προεκλογική εκστρατεία σε Ευρωπαϊκό, περιφερειακό και δημοτικό επίπεδο. Ο Βασιλιάς Φίλιππος ΣΤ’, θα πραγματοποιήσει συναντήσεις με τους βασικούς πολιτικούς ηγέτες στα τέλη Μαΐου ή αρχές Ιουνίου. Θα ακολουθήσει σύντομα μετά η ψηφοφορία στη Βουλή για τον διορισμό κυβέρνησης.
Η 26η Μαΐου θα είναι επίσης μια «σούπερ-Κυριακή» και στο Βέλγιο, όπου θα πραγματοποιηθούν ομοσπονδιακές, περιφερειακές και δημοτικές εκλογές, πέραν των ευρωεκλογών. Οι ομοσπονδιακές εκλογές πιθανότατα θα οδηγήσουν σε ένα ακόμα διαιρεμένο κοινοβούλιο, καθώς αναμένεται περίπου 11 πολιτικά κόμματα να εισέλθουν στην κάτω βουλή του ομοσπονδιακού κοινοβουλίου. Η έλλειψη ομοφωνίας πιθανότατα θα ανοίξει τον δρόμο για πολύμηνες διαπραγματεύσεις προκειμένου να διοριστεί κυβέρνηση –κάτι που έχει γίνει κάπως παράδοση στο Βέλγιο. (Το 2010-2011 η χώρα πέρασε 589 ημέρες χωρίς εκλεγμένη κυβέρνηση, παγκόσμιο ρεκόρ την εποχή εκείνη για μια δημοκρατία.)
Δεν αποτελεί έκπληξη –δεδομένων των εργωδών προσπαθειών της χώρας για τον σχηματισμό συνασπισμών- που το εκλογικό σώμα του Βελγίου είναι εξαιρετικά πολωμένο, και κόμματα από την άκρα δεξιά μέχρι την άκρα αριστερά του πολιτικού φάσματος αναμένεται να εμφανίσουν καλές επιδόσεις. Στην ολλανδόφωνη Φλάνδρα, το ακροδεξιό κόμμα Vlaams Belang σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις συγκεντρώνει ποσοστό γύρω στο 10% (σχεδόν διπλάσιο από το 5,8% που έλαβε στις τελευταίες ομοσπονδιακές εκλογές το 2014). Στην γαλλόφωνη Βαλλωνία, εν τω μεταξύ, το ακροαριστερό Εργατικό Κόμμα του Βελγίου συγκεντρώνει το 14%, ποσοστό σχεδόν τριπλάσιο σε σχέση με το 2014.
Στο παρελθόν, οι βελγικοί θεσμοί αποδείχτηκαν αξιοσημείωτα ανθεκτικοί στην πολιτική αστάθεια και στις υπηρεσιακές κυβερνήσεις. Ωστόσο, ένα νέο πολιτικό αδιέξοδο θα έρχονταν σε μια περίοδο που το Βέλγιο και οι εταίροι του στην ΕΕ πρέπει να αντιμετωπίσουν την επίπτωση της χαμηλής οικονομικής ανάπτυξης και τα πιθανά προβλήματα που θα προκύψουν από το Brexit, που θα μπορούσα να αποδειχθούν ιδιαίτερα έντονα στο Βέλγιο, που έχει στενούς εμπορικούς δεσμούς με το Ηνωμένο Βασίλειο.
Ενα χαοτικό Brexit
Αν και προτιμά να μην το κάνει, ωστόσο το Ηνωμένο Βασίλειο θα συμμετέχει στις εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο –εκτός και αν γίνει κάποιο θαύμα και η Βουλή των Κοινοτήτων εγκρίνει τη συμφωνία για το Brexit μέχρι τις 22 Μαΐου (κάτι που έχει αποκλείσει η ίδια η κυβέρνηση). Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως το κόμμα του Brexit, που απαιτεί σκληρή έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση, θα μπορούσε να κερδίσει στις εκλογές με περίπου ένα τρίτο των ψήφων, και ακολουθεί το κεντροαριστερό Εργατικό Κόμμα, το οποίο υπερασπίζεται μια πιο ήπια μορφή Brexit (περιλαμβανομένης της συνεχιζόμενης συμμετοχής της χώρας στην τελωνειακή ένωση της ΕΕ). Εν τω μεταξύ, το Συντηρητικό Κόμμα της πρωθυπουργού Τερέζα Μέι, έρχεται στην ταπεινωτική τρίτη θέση (σ.τ.μ. ή ακόμα και στην πέμπτη θέση, σύμφωνα με άλλες δημοσκοπήσεις).
Αν τα αποτελέσματα επιβεβαιώσουν τις προβλέψεις αυτές, τότε οι επιπτώσεις θα είναι πρωτοφανείς. Μια επιτυχία για το Κόμμα του Brexit θα έστελνε το μήνυμα πως ένα σημαντικό μερίδιο του Βρετανικού εκλογικού σώματος θέλει σκληρή έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό θα έκανε ακόμα εντονότερη την κρίση στο κυβερνών κόμμα των Τόρις -δημοσκοπήσεις δείχνουν πως ένας σημαντικός αριθμός ψηφοφόρων του Κόμματος Brexit είναι πρώην ψηφοφόροι των Συντηρητικών- και θα ενίσχυε τα «γεράκια» που τάσσονται υπέρ του Brexit.
Σε ένα τέτοιο σενάριο, οι φωνές που ζητούν παραίτηση της Μέι θα γίνονταν ακόμα πιο δυνατές. Η ειρωνεία, ωστόσο, είναι πως μια αδύναμη επίδοση των Συντηρητικών στις ευρωεκλογές θα μπορούσε να αποθαρρύνει το κόμμα από το να ζητήσει πρόωρες γενικές εκλογές, αφού πιθανότατα θα έχανε έναν σημαντικό αριθμό εδρών και στη Βουλή των Κοινοτήτων. Αναλόγως, το κόμμα θα μπορούσε να προσπαθήσει να αποπέμψει τη Μέι και να διορίσει νέο ηγέτη, προσπαθώντας παράλληλα να αποφύγει τις γενικές εκλογές. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν πως η Μέι θα μπορούσε να αντικατασταθεί από κάποιον σκληροπυρηνικό του κόμματος, κάτι που θα αύξανε τις πιθανότητες σκληρού Brexit.
Δημοψήφισμα στη Ρουμανία
Στη Ρουμανία, οι ευρωεκλογές πραγματοποιούνται εν μέσω πολιτικών αναταράξεων που χαρακτηρίζονται από έναν πόλεμο λέξεων μεταξύ του προέδρου και της πρωθυπουργού και του υπουργικού της συμβουλίου, καθώς και από μεγάλες αντικυβερνητικές διαδηλώσεις στο Βουκουρέστι και αλλού. Ο συντηρητικός πρόεδρος Klaus Iohannis, ο οποίος στηρίζεται από το κεντροδεξιό Εθνικό Φιλελεύθερο Κόμμα, δεν έχει καλές σχέσεις με τη Ρουμανική κυβέρνηση, της οποίας ηγείται το κεντροδεξιό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα (PSD) της πρωθυπουργού Viorica Dancila. Τους τελευταίους μήνες η αντιπολίτευση της Ρουμανίας και η Ευρωπαϊκή Ένωση έχουν επικρίνει αυτό που χαρακτηρίζουν ως αποδυνάμωση της μάχης κατά της διαφθοράς στη χώρα, κατηγορώντας το PSD ότι ασκεί υπερβολικά μεγάλη πολιτική επιρροή στη δικαστική εξουσία.
Στα τέλη Μαρτίου, ο Iohannis ανακοίνωσε πως θα διενεργηθεί στης 26 Μαΐου δημοψήφισμα στη χώρα για την ανατροπή της πρόσφατης αμνηστίας που έδωσε η κυβέρνηση στα αδικήματα διαφθοράς και για απαγόρευση της κυβέρνησης από το να χρησιμοποιεί έκτακτα διατάγματα για θέματα όπως η οργάνωση της δικαστικής εξουσίας. Με τη διενέργεια του δημοψηφίσματος την ίδια ημέρα με τις ευρωεκλογές, ο Iohannis ελπίζει πως η συμμετοχή θα αγγίξει το 30% που χρειάζεται προκειμένου να θεωρηθεί έγκυρο το αποτέλεσμα. Το ίδιο το δημοψήφισμα δεν θα είναι δεσμευτικό, όμως η κυβέρνηση θα αντιμετωπίσει πιέσεις να αλλάξει πορεία αν ο αριθμός των Ρουμάνων που θα ψηφίσουν κατά των πολιτικών της είναι μεγάλος και το PSD εμφανίσει ισχνές επιδόσεις στις ευρωεκλογές. Επιπλέον, το δημοψήφισμα της 26ης Μαΐου θα δώσει μια «πρόγευση» των προεδρικών εκλογών που θα διενεργηθούν πιθανότατα τον Νοέμβριο, όταν ο Iohannis θα διεκδικήσει δεύτερη θητεία.
Δημοψήφισμα δημοφιλίας
Στη Γαλλία, οι εκλογές θα αποτελέσουν έναν αμφίρροπο αγώνα μεταξύ του κεντρώου κόμματος En Marche του προέδρου Εμμανουέλ Μακρόν, και του ακροδεξιού Εθνικού Συναγερμού. Τους τελευταίους μήνες, ο Μακρόν έχει προσπαθήσει να ξανακερδίσει την πολιτική πρωτοβουλία, με την ανακοίνωση περικοπών στους φόρους και αυξήσεων στις δαπάνες, όμως παραμένει ασαφές αν θα πείσει τους ψηφοφόρους να στηρίξουν το κόμμα τους. Μια ισχνή επίδοση θα μπορούσε να βάλει σε κίνδυνο τα μελλοντικά σχέδια του Μακρόν για μεταρρυθμίσεις, που περιλαμβάνουν μια αμφιλεγόμενη συνταξιοδοτική μεταρρύθμιση και μια ανατροπή στον δημόσιο τομέα προκειμένου να αυξηθεί η αποδοτικότητά του.
Τέλος, οι εκλογές για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα δώσουν μια πρόγευση για τις γενικές εκλογές στην Πολωνία, που θα διενεργηθούν γύρω στον Οκτώβριο. Το κυβερνών κόμμα της Πολωνίας, το εθνικιστικό και ευρωσκεπτικιστικό Νόμος και Δικαιοσύνη (PiS), παραμένει δημοφιλές, όμως κάποια επιφανή κόμματα της αντιπολίτευσης έχουν αποφασίσει να ενώσουν τις δυνάμεις τους για να αμφισβητήσουν τις ευρωεκλογές. Αν το PiS αποτύχει να ανταποκριθεί στις προσδοκίες στις ευρωεκλογές, τότε θα δημιουργηθεί κίνητρο ώστε τα αντικυβερνητικά κόμματα να διατηρήσουν τη συμμαχία τους και να συνεργαστούν στις επερχόμενες εκλογές. Οι εκλογές του Οκτωβρίου, στο τέλος, θα είναι κρίσιμης σημασίας για το μέλλον της Πολωνίας, δεδομένου ότι μια ακόμα νίκη του PiS θα παγίωνε την εθνικιστική στροφή της χώρας και θα παρέτεινε τις σχετικά ψυχρές σχέσεις της Βαρσοβίας με τις Βρυξέλλες.
Σε μια περίοδο που ο πολιτικός κίνδυνος αυξάνεται στην Ευρώπη και το εκλογικό σκηνικό είναι όλο και πιο κατακερματισμένο, οι ευρωεκλογές θα προσθέσουν μια ακόμα πηγή αβεβαιότητας σε όλη την Ευρώπη. Ως αποτέλεσμα, μια ψηφοφορία που θα πρέπει πρωτίστως να αφορά το μέλλον της περιοχής, σε πολλές περιοχές θα λειτουργήσει ακόμα πιο διχαστικά.