Οι κυρώσεις κλιμακώνουν την αντιπαράθεση Ρωσίας-Δύσης

Οι ΗΠΑ ετοιμάζονται να αυξήσουν τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Η σκληρή γραμμή του Κογκρέσου, απέναντι στη μετριοπάθεια του Λευκού Οίκου. Η θέση της ΕΕ και πώς προετοιμάζεται η Μόσχα.

Οι κυρώσεις κλιμακώνουν την αντιπαράθεση Ρωσίας-Δύσης
  • Μετάφραση-Επιμέλεια: Άννα Φαλτάϊτς

Πέντε χρόνια από τότε που ξεκίνησε η αντιπαράθεση μεταξύ της Ρωσίας και της Δύσης, δεν δείχνει σημάδια αποκλιμάκωσης.

Στις 13 Φεβρουαρίου, δικομματική ομάδα Αμερικανών γερουσιαστών από την Επιτροπή Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας εισήγαγε νομοσχέδιο που προβλέπει ενίσχυση των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, λόγω της φερόμενης ως παρέμβασής της στις αμερικανικές εκλογές και των «κακόβουλων» δραστηριοτήτων της στην Ουκρανία και τη Συρία. Στο μεταξύ, έχουν έρθει στο φως αναφορές πως τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ευρωπαϊκή Ένωση βρίσκονται κοντά στην ψήφιση νέων κυρώσεων κατά της Ρωσίας, αναφορικά με την αναμέτρηση μεταξύ ρωσικών και ουκρανικών δυνάμεων στην Αζοφική Θάλασσα.

Τα πιθανά πακέτα κυρώσεων έρχονται πέντε χρόνια μετά την αρχική αιτία της αντιπαράθεσης Ρωσίας-Δύσης, δηλαδή του πολέμου στην Ουκρανία, περιλαμβανομένης της προσάρτησης της Κριμαίας στη Ρωσία και των συγκρούσεων με τους αυτονομιστές στη Ντονμπάς.

Από το 2014 οι δυτικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας έχουν επεκταθεί, και πλέον δεν περιλαμβάνουν μόνο τη σύγκρουση στην Ουκρανία, αλλά και πολλά άλλα θέματα, από την πολιτική εμπλοκή της Μόσχας στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη μέχρι τον έλεγχο όπλων και τη Βόρεια Κορέα.

Η στρατηγική πρόθεση των κυρώσεων είναι να αλλάξει τη συμπεριφορά της Ρωσίας καθώς αφορά σε ένα μεγάλο εύρος τακτικών υβριδικού πολέμου της Μόσχας, περιορίζοντας τις στρατιωτικές επιχειρήσεις στην Ουκρανία και τη Συρία και διακόπτοντας τις μυστικές, online και προπαγανδιστικές δραστηριότητες στην «καρδιά» των ΗΠΑ και της Ευρώπης. Και, σε ό,τι αφορά τη Δύση, αν οι κυρώσεις δεν καταφέρουν να αλλάξουν τη συμπεριφορά της Μόσχας, τότε τουλάχιστον θα επιφέρουν οικονομικό πρόβλημα ή θα δημιουργήσουν πολιτικό ρήγμα στο Κρεμλίνο, αποδυναμώνοντας έτσι τους δεσμούς των ολιγαρχών με την κυβέρνηση. Και δεδομένου ότι η Ρωσία είναι απίθανο να σχεδιάσει νέα εκστρατεία στην Ουκρανία ή τη Συρία ως αποτέλεσμα των αυξημένων κυρώσεων, τα μέτρα της Δύσης απλώς θα ρίξουν λάδι στη φωτιά των εντάσεων Μόσχας-Δύσης.

Το Κογκρέσο καθοδηγεί τη συζήτηση

Αν και οντότητες όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι ΗΠΑ σε γενικές γραμμές ευθυγραμμίζονται σε ό,τι αφορά τη χρήση κυρώσεων προκειμένου να επηρεαστεί ή να τιμωρηθεί η Ρωσία, η εφαρμογή των κυρώσεων εξαρτάται από την αλληλεπίδραση διαφόρων παραγόντων. Από την πλευρά της ΕΕ, οι κυρώσεις εξαρτώνται από την ψήφισή τους και από τα 28 κράτη-μέλη. Χώρες όπως η Πολωνία και τα κράτη της Βαλτικής στηρίζουν ένθερμα τα μέτρα κατά της Ρωσίας, ενώ άλλα όπως η Ουγγαρία και η Ελλάδα ζητούν μετριοπάθεια και πραγματισμό.

Μέχρι τώρα, οι χώρες της ΕΕ έχουν ψηφίσει ομόφωνα για διατήρηση των κυρώσεων, όμως το εύρος των μέτρων του μπλοκ γενικότερα είναι πιο περιορισμένο σε σύγκριση με αυτό των κυρώσεων των ΗΠΑ, λόγω του βάθους των οικονομικών σχέσεων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ρωσίας, ιδιαίτερα στην ενέργεια.

Για τις ΗΠΑ, βασικός «οδηγός» είναι το Κογκρέσο, το οποίο εισάγει τη νομοθεσία για τις κυρώσεις, και το υπουργείο Οικονομικών, που εξειδικεύει και εφαρμόζει τους εν λόγω νόμους. Βασικό συστατικό της νομοθεσίας για τις κυρώσεις είναι η Πράξη για την Αντιμετώπιση των Αντιπάλων της Αμερικής Μέσω Κυρώσεων (Countering America’s Adversaries Through Sanctions Act - CAATSA), που ψηφίστηκε από το Κογκρέσο το 2017, εν μέσω ανησυχιών πως ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ ίσως προσπαθούσε να άρει τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, σε μια προσπάθεια να βελτιώσει τις σχέσεις με τη Μόσχα. Στο επίκεντρο της CAATSA ήταν μια διάταξη που ουσιαστικά απαγόρευε στον Τραμπ να καταργήσει τις όποιες υφιστάμενες κυρώσεις κατά της Ρωσίας, χωρίς να έχει νομοθετική έγκριση.

Από τότε που πέρασε η CAATSA, οι ΗΠΑ έχουν λάβει αρκετά σημαντικά μέτρα κατά της Ρωσίας. Τον Ιανουάριο του 2018 το υπουργείο Οικονομικών υπέβαλε την επονομαζόμενη «Έκθεση για το Κρεμλίνο» στο Κογκρέσο, στην οποία περιλαμβάνονταν βασικοί Ρώσοι αξιωματούχοι, ολιγάρχες και οι εταιρείες τους που έμπαιναν στο «στόχαστρο» για πιθανές κυρώσεις. Τρεις μήνες αργότερα, το υπουργείο Οικονομικών ανακοίνωσε τις σκληρότερες κυρώσεις που είχαν επιβληθεί μέχρι τότε σε διάφορους Ρώσους και ρωσικές οντότητες, περιλαμβανομένων 17 ανώτατων Ρώσων αξιωματούχων, 7 Ρώσων ολιγαρχών και 12 εταιρειών που είναι ιδιοκτησία τους ή που τις ελέγχουν, περιλαμβανομένης της Rusal, της μεγαλύτερης εταιρείας αλουμινίου της Ρωσίας και της δεύτερης μεγαλύτερης εταιρείας αλουμινίου παγκοσμίως.

Αργότερα το 2018, το Κογκρέσο εισήγαγε δύο ακόμα πακέτα σημαντικών κυρώσεων: την Πράξη για τον Έλεγχο Χημικών και Βιολογικών Οπλων και την Εξάλειψη του Πολέμου, ως αντίδραση στη δηλητηρίαση του Ρώσου κατασκόπου Σεργκέι Σκριπάλ, και την Πράξη για την Υπεράσπιση της Αμερικανικής Ασφάλειας από την Επιθετικότητα του Κρεμλίνου (DASKA) του 2018, ένα δικομματικό νομοσχέδιο που εισήγαγαν οι Γερουσιαστές Λίντσεϊ Γκρέιαμ και Ρόμπερτ Μενέντεζ για την παρεμβολή της Ρωσίας στις αμερικανικές εκλογές και τον ρόλο της στους πολέμους σε Ουκρανία και Συρία. Τα πακέτα περιελάμβαναν ευρύτερες, τομεακές κυρώσεις κατά της Ρωσίας που απαγόρευαν τις δολαριακές συναλλαγές για μεγάλες ρωσικές τράπεζες και κρατικούς εκδότες χρέους, δείχνοντας πως οι ΗΠΑ ήταν έτοιμες να πιέσουν οικονομικά τη Ρωσία.

Όμως, αυτά μέχρι στιγμής δεν είχαν ιδιαίτερη επίπτωση στη Ρωσία. Η κυβέρνηση Τραμπ εφάρμοσε μόνο την αρχική φάση των κυρώσεων που σχετίζονταν με την υπόθεση Σκριπάλ, απαγορεύοντας τις ευαίσθητες εξαγωγές προς τη Ρωσία που σχετίζονταν με τη εθνική ασφάλεια, ενώ η DASKA δεν πέρασε από το Κογκρέσο.

Εν τω μεταξύ, το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ ήρε επισήμως τις κυρώσεις κατά της Rusal και της μητρικής της εταιρείας, της EN+, τον Ιανουάριο, μετά από μήνες διαπραγματεύσεων με τον ιδιοκτήτη της εταιρείας Oleg Deripaska (ο οποίος παρεμπιπτόντως παρέμεινε στη λίστα των κυρώσεων, αν και συμφώνησε να μειώσει το μερίδιο ιδιοκτησίας του στη Rusal) και αμφιλεγόμενες διαβουλεύσεις με το Κογκρέσο. Στο τέλος, οι κυρώσεις στη Rusal επηρέαζαν επίσης την Ευρώπη και τις ΗΠΑ, καθώς οδηγούσαν σε άνοδο των παγκόσμιων τιμών αλουμινίου, αποδεικνύοντας πως οι αμερικανικές κυρώσεις μπορεί να έχουν όρια.

Οι επερχόμενες κυρώσεις

Για τη συνέχεια, είναι σχεδόν αναπόφευκτο ότι οι ΗΠΑ και η Ευρωπαϊκή Ένωση θα αυξήσουν τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, αν και οι Βρυξέλλες πιθανότατα θα επιδιώξουν και πάλι πιο περιορισμένο πακέτο απ’ ό,τι η Ουάσινγκτον. Πριν το τέλος Μαρτίου, το μπλοκ είναι πιθανό να επιβάλει κυρώσεις που θα σχετίζονται με την Αζοφική Θάλασσα και να επιβάλει ταξιδιωτικές απαγορεύσεις και «πάγωμα» περιουσιακών στοιχείων σε οκτώ Ρώσους αξιωματούχους του τομέα ασφαλείας που εμπλέκονται στην κράτηση Ουκρανών ναυτών τον περασμένο Νοέμβριο. Οι ΗΠΑ, εν τω μεταξύ, πιθανόν θα βάλουν και άλλους αξιωματούχους του τομέα ασφάλειας στη λίστα των κυρώσεων, ενώ παράλληλα θα εξετάζουν το ενδεχόμενο να επιβάλουν περιορισμούς στον ναυπηγικό κλάδο της Ρωσίας, αν εμποδίσει περαιτέρω την ελευθερία πλοήγησης της Ουκρανίας.

Υπάρχουν όμως άλλοι, σοβαρότεροι περιορισμοί, που θα εξετάσουν φέτος οι ΗΠΑ έναντι της Ρωσίας. Ορισμένα μέλη του Κογκρέσου έχουν μιλήσει για την ανάγκη αύξησης των πιέσεων μέσω κυρώσεων στη Ρωσία, εν μέρει διότι η κυβέρνηση Τραμπ δεν έχει ακόμα εφαρμόσει τα διάφορα πακέτα κυρώσεων που εισήγαγε πέρυσι. Ως αποτέλεσμα, ορισμένοι γερουσιαστές υπέβαλαν νέα πρόταση, η οποία παρουσιάζεται ως μια αυστηρότερη εκδοχή της DASKA. Το νομοσχέδιο περιλαμβάνει κυρώσεις κατά ρωσικών τραπεζών, εκδόσεων κρατικού χρέους και επενδύσεων σε ρωσικά projects LNG εκτός της χώρας. Το Κογκρέσο, επίσης, πιθανότατα θα αυξήσει τις πιέσεις προς τον Λευκό Οίκο να συμπληρώσει την αρχική Πράξη για τον Έλεγχο Χημικών και Βιολογικών Οπλων και την Εξάλειψη του Πολέμου με αυστηρότερα μέτρα, περιλαμβανομένης της απαγόρευσης πτήσεων της Aeroflot στις ΗΠΑ, του περιορισμού στα αμερικανικά τραπεζικά δάνεια στη Ρωσία και της υποβάθμισης των διμερών διπλωματικών σχέσεων.

Τέτοια πακέτα κυρώσεων θα μπορούσαν να έχουν βαθύτατες επιπτώσεις στη ρωσική οικονομία, όμως η επίπτωσή τους θα εξαρτηθεί από την έκταση της εφαρμογής τους. Οι περιορισμοί στις ρωσικές κρατικές εκδόσεις χρέους θα αύξαναν σημαντικά το κόστος δανεισμού της χώρας και θα πίεζαν περαιτέρω τις επενδύσεις στη χώρα. Οι κυρώσεις στις ρωσικές τραπεζικές συναλλαγές θα μπορούσαν να αναγκάσουν την Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας να στηρίξει προβληματικές τράπεζες, υπονομεύοντας την ικανότητά της να σταθεροποιήσει το ρούβλι και να περιορίσει τον πληθωρισμό στη χώρα.

Αυτά, ωστόσο, θα ήταν τα πιο ακραία σενάρια, και η κυβέρνηση Τραμπ πιθανότατα θα αντισταθεί στη λήψη μέτρων που θα προκαλούσαν αναταράξεις πέραν της Ρωσίας, όπως η απαγόρευση συναλλαγών μεγάλων ρωσικών τραπεζών και παγκόσμιων εταιρειών. Αντιθέτως, το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ είναι πιθανότερο να κυνηγήσει περισσότερους Ρώσους και ρωσικές οντότητες κατά περίπτωση, ενώ ταυτόχρονα θα διαπραγματεύεται με το Κογκρέσο για να βρει τη μέση λύση στην επέκταση των κυρώσεων, ώστε να εντείνει τις πιέσεις προς το Κρεμλίνο χωρίς να διαταραχθούν ολόκληροι οικονομικοί τομείς.   

Η Ρωσία ετοιμάζεται για τα… δύσκολα

Από την πλευρά της, η Ρωσία είχε πέντε χρόνια για να προσαρμοστεί και να προετοιμαστεί για τις κυρώσεις της Δύσης, κατά τη διάρκεια των οποίων ανέπτυξε μια ισχυρή στρατηγική προστασίας από τις κυρώσεις. Στο πλαίσιο των προσπαθειών της, η Ρωσία μείωσε το εξωτερικό της χρέος στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων δέκα ετών, αύξησε τα αποθέματα ξένου συναλλάγματός της σε περίπου 500 δισ. δολάρια, μείωσε τα holdings αμερικανικών ομολόγων και αύξησε τα holdings ευρώ, γεν και γουάν, ενώ παράλληλα διεύρυνε τις οικονομικές σχέσεις με μη Δυτικές χώρες, ιδιαίτερα την Κίνα. Έτσι, η Ρωσία έχει προσπαθήσει για να περιορίσει την έκθεσή της στις ΗΠΑ και έχει δημιουργήσει ένα «μαξιλάρι» αρκετά μεγάλο για να διαχειριστεί μελλοντικά οικονομικά σοκ, στην περίπτωση που επιβληθούν σοβαρότερες κυρώσεις.

Τέτοια μέτρα, όπως και οι συνεχιζόμενες παλινωδίες μεταξύ του Κογκρέσου και του Τραμπ για το εύρος των κυρώσεων, δείχνουν πως η Μόσχα πιθανότατα θα αποφύγει τις μεγάλες οικονομικές διαταραχές βραχυπρόθεσμα. Ωστόσο, οι παρατεταμένες κυρώσεις θα υπονομεύσουν τις μακροπρόθεσμες οικονομικές προοπτικές της Ρωσίας, καθώς τέτοιου είδους μέτρα θα οδηγήσουν σε διακοπή της πρόσβασης σε Δυτική χρηματοδότηση και τεχνολογία και θα διαβρώσουν τους ευρύτερους οικονομικούς δεσμούς της Ρωσίας με τη Δύση. Αυτό το αυξανόμενο οικονομικό χάσμα, σε συνδυασμό με την αντίσταση της Ρωσίας να κάνει παραχωρήσεις σε στρατηγικά ζητήματα όπως η Ουκρανία και η Συρία, θα επιδεινώσουν την αντιπαράθεση Μόσχας-Δύσης, αλλά και τα γεωπολιτικά ζητήματα εκείνα για τα οποία επιβάλλονται οι κυρώσεις.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v