Η απόφαση του αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ να αποσύρει τους αμερικανούς στρατιώτες από τη Συρία, που ανακοινώθηκε ξαφνικά στις 19 Δεκεμβρίου, εκπληρώνει μια από τις προεκλογικές υποσχέσεις του 2016. Κοιτάζοντας προς τις εκλογές του 2020, ο πρόεδρος είναι ξεκάθαρο πως προσπαθεί να υλοποιήσει όσο το δυνατόν περισσότερες από αυτές τις υποσχέσεις.
Πέραν της κίνησης στη Συρία, ο Τραμπ έχει ξεκινήσει τη διαδικασία αποχώρησης από τη Συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή, αποχώρησε από τις εμπορικές διαπραγματεύσεις για την TPP, αποσύρθηκε από την πυρηνική συμφωνία του Ιράν και επέβαλε δασμούς σε μεγάλο αριθμό κινεζικών προϊόντων. Όμως πολλές από τις δεσμεύσεις του, που αφορούν στην ατζέντα της εξωτερικής του πολιτικής και σε άλλα γεωπολιτικής σημασίας θέματα, δεν έχουν ακόμα υλοποιηθεί. Ο Τραμπ είναι πιθανό να γίνει πιο επιθετικός στην προσπάθειά του να υλοποιήσει κάποιες ή όλες τις δεσμεύσεις ώστε να μπορέσει το 2019 και 2020 να δείξει προεκλογικά επιπλέον επιτεύγματα.
Το Stratfor παρουσιάζει επικαιροποιημένα στοιχεία για ορισμένες υποσχέσεις του Τραμπ όπου πιθανότατα θα υπάρξει κινητικότητα.
Μείωση της στρατιωτικής παρουσίας στο Αφγανιστάν
Τον Αύγουστο του 2017, ο Τραμπ ανακοίνωσε πως οι ΗΠΑ θα αυξήσουν την στρατιωτική τους παρουσία στο Αφγανιστάν, είπε, όμως, επίσης πως η απόφαση αυτή είναι ενάντια στο ένστικτό του. Έκτοτε, δημοσιεύματα είχαν κατά καιρούς αφήσει να εννοηθεί πως έψαχνε για τρόπο να μειώσει τη στρατιωτική παρουσία εκεί, και τώρα διέταξε την απόσυρση περίπου 7.000 στρατιωτών, ή των μισών περίπου αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων.
Μια σοβαρή μείωση των αμερικανικών δυνάμεων θα ενθαρρύνει περαιτέρω τους Ταλιμπάν. Η ένοπλη ομάδα μπορεί να αποφασίσει να προωθήσει το πλεονέκτημά της στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, ή απλά να περιμένει την αποχώρηση του αμερικανικού στρατού, όμως η μείωση των αμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων οπωσδήποτε θα της δώσει τη δυνατότητα να διατηρήσει τη δυναμική της στον πόλεμο. Επιπλέον, το Πακιστάν, το Ιράν, η Κίνα και ακόμα και η Ρωσία θα αισθανθούν αναγκασμένες να αυξήσουν την παρουσία τους εκεί.
Θα είναι επόμενο το Ιράκ;
Πέραν του Αφγανιστάν, υπάρχουν επιπλέον 5.000 αμερικανοί στρατιώτες που θα μπορούσαν να αποσυρθούν από το Ιράκ. Όμως, ενώ οι ικανότητες του Ισλαμικού Κράτους να ελέγξει εδάφη έχουν υποβαθμιστεί σημαντικά, το ΙΚ παραμένει μια ενεργή τρομοκρατική απειλή, όπως και στη Συρία. Οι ενέδρες, οι βομβαρδισμοί και οι δολοφονίες του Ισλαμικού Κράτους παραμένουν πιθανές στο μεγαλύτερο μέρος του δυτικού και σε σημεία του βόρειου Ιράκ.
Από τα 20.000-30.000 μέλη του ΙΚ που πιστεύεται πως έφυγαν από το Ιράκ και τη Συρία, περίπου οι μισοί πιστεύεται πως βρίσκονται στο Ιράκ. Οι αμερικανοί στρατιώτες αποτελούν «κλειδί» στη στήριξη των ιρακινών δυνάμεων ασφαλείας και των κουρδικών δυνάμεων στις επιχειρήσεις κατά του ΙΚ. Όπως και στη Συρία, μια απόσυρση των αμερικανικών δυνάμεων θα μπορούσε να επιτρέψει στο Ισλαμικό Κράτος να ανασυγκροτηθεί. Επιπλέον, το Ιράν θα αποκτούσε μεγαλύτερη ελευθερία να επηρεάσει την ιρακινή πολιτική, ιδιαίτερα σε εθνικό επίπεδο, που κυριαρχείται από τον Σιιτικό πληθυσμό του Ιράκ.
Ευρωπαϊκή Αμυνα και δασμοί στα αυτοκίνητα
Κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, ο Τραμπ επέκρινε το τεράστιο εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας και υπαινίχθηκε πως το ευρώ είναι αφύσικα φθηνό. Αποδοκίμασε επίσης τις σχετικά χαμηλές στρατιωτικές δαπάνες του Βερολίνου. Αν και η απειλή του να αποσυρθεί από τη ρήτρα συλλογικής προστασίας του ΝΑΤΟ δεν έχει υλοποιηθεί, ωστόσο εξακολουθεί να απαιτεί η Γερμανία και άλλες χώρες να αυξήσουν τους αμυντικούς τους προϋπολογισμούς. Εν τούτοις, η βασική απειλή για την Ευρωπαϊκή Ένωση είναι οι υψηλότεροι δασμοί στις εξαγωγές προς τις ΗΠΑ.
Η Γερμανία είναι ο βασικός κατασκευαστής αυτοκινήτων της ΕΕ και οι ΗΠΑ είναι ο βασικός της πελάτης εκτός Ευρώπης, κάτι που σημαίνει πως η Γερμανία έχει πολλά να χάσει αν ο Λευκός Οίκος επιβάλει υψηλότερους δασμούς. Η Ευρωπαϊκή Ένωση κατέληξε σε μια εμπορική ανακωχή με τις ΗΠΑ το καλοκαίρι, όμως αυτή η συμφωνία κρέμεται από μια κλωστή. Ο Λευκός Οίκος είναι πιθανό να απαιτήσει να συμπεριληφθούν τα αγροτικά προϊόντα σε οποιαδήποτε συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με το μπλοκ, όμως η Γαλλία και άλλες χώρες πιθανότατα θα αντιταχθούν σε αυτή τη θέση, αυξάνοντας τις πιθανότητες για υψηλότερους δασμούς στα αυτοκίνητα που κατασκευάζονται στην Ευρώπη.
Ο εμπορικός πόλεμος του Τραμπ με την Κίνα
Η Κίνα κυριάρχησε στην προεκλογική ρητορική του Τραμπ το 2016 και τα μέτρα για τη διόρθωση αυτών που ο ίδιος θεωρεί άδικες εμπορικές πρακτικές κυριάρχησαν στην πολιτική του έναντι του Πεκίνου καθ’ όλη τη διάρκεια του 2018. Στο πλαίσιο της στροφής της προτεραιότητας της Ουάσινγκτον πως την αντιμετώπιση ενός αναδυόμενου ισότιμου ανταγωνιστή, ο Λευκός Οίκος προχώρησε σε τρεις γύρους επιβολής δασμών σε κινεζικά προϊόντα αξίας περίπου 250 δισ. δολαρίων. Τώρα ΗΠΑ και Κίνα βρίσκονται σε μια διαπραγματευτική εκεχειρία μέχρι την 1η Μαρτίου. Οι προοπτικές για μια γρήγορη και εύκολη συμφωνία είναι θολές, διότι οι ΗΠΑ απαιτούν σημαντικές υποχωρήσεις στην κινεζική βιομηχανική πολιτική. Όμως, καθώς το αμερικανικό χρηματιστήριο σημειώνει κάμψη, οι διαπραγματεύσεις μπορεί να παραταθούν.
Παραλύοντας το σύστημα επίλυσης διαφορών του ΠΟΕ
Μεγάλο μέρος της προεκλογικής εκστρατείας του Τραμπ αφορούσε επίσης τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου και την συμμετοχή της Κίνας στον Οργανισμό, απειλώντας να αποσύρει τις ΗΠΑ από τον ΠΟΕ. Λόγω των νομικών περιορισμών στην εξουσία ενός προέδρου να πράξει κάτι τέτοιο, η απόσυρση των ΗΠΑ δεν έχει ακόμα συμβεί. Όμως η κυβέρνησή του θα διακινδυνεύσει να σταματήσει τον μηχανισμό επίλυσης διαφορών το επόμενο έτος.
Οι ΗΠΑ μπλοκάρουν νέους διορισμούς στο δευτεροβάθμιο όργανο, που λειτουργεί ως εφετείο του ΠΟΕ. Αν οι ΗΠΑ δεν εγκρίνουν νέα μέλη μέχρι τις 10 Δεκεμβρίου του 2019, τότε το δευτεροβάθμιο όργανο δεν θα μπορεί πλέον να προχωρεί σε ακροαματική διαδικασία υποθέσεων. Αυτή η πιθανότητα έχει οδηγήσει τα άλλα μέλη του Οργανισμού να προσπαθήσουν να βάλουν μπροστά τις μεταρρυθμιστικές προσπάθειες προκειμένου να κατευνάσουν τις ΗΠΑ. Όμως δεν είναι σαφές αν αυτό μπορεί να γίνει: το βασικό ζήτημα είναι η εμπλοκή της Κίνας. Για τον Τραμπ, η αποχώρηση από τον ΠΟΕ μπορεί να μην είναι δυνατή, όμως το να καταστρέψει τη διαδικασία δικαστικών αποφάσεων του Οργανισμού μπορεί να είναι η αμέσως επόμενη καλύτερη επιλογή του.
Σε ταραγμένα νερά η USMCA
Η επαναδιαπραγμάτευση της NAFTA υπήρξε ένα από τα βασικά επιτεύγματα του Τραμπ στην εξωτερική πολιτική μέχρι στιγμής, όμως η διαδικασία δεν έχει ολοκληρωθεί διότι το αμερικανικό Κογκρέσο δεν έχει ακόμα επικυρώσει την ανανεωμένη Συμφωνία ΗΠΑ-Μεξικού-Καναδά (USMCA). Οι Δημοκρατικοί αναμένεται να πάρουν τον έλεγχο της Βουλής των Αντιπροσώπων και απαιτούν κάποια από τα βασικά τους αιτήματα, όπως σε εργασιακά και περιβαλλοντικά θέματα, να συμπεριληφθούν στον εφαρμοστικό νόμο.
Ο Τραμπ έχει επίσης πει πως θα ανακοινώσει την πρόθεσή του να αποσυρθεί από τη NAFTA καθώς θα υποβάλει προς έγκριση την USMCA, δημιουργώντας δυνητικά προϋποθέσεις αναμέτρησης με την εισερχόμενη εκπρόσωπο της Βουλής των Αντιπροσώπων, Νάνσι Πελόζι.
Η ασύλληπτη συμφωνία Ισραήλ-Παλαιστινίων
Ο Τραμπ διαφημίζει τη «συμφωνία του αιώνα» που θα φέρει ειρήνη σε Ισραήλ-Παλαιστίνιους, όμως αυτό είναι απίθανο να συμβεί το 2019. Αντιθέτως, για να δείξει την προσωπική και πολυδιαφημισμένη δέσμευσή του στο Ισραήλ, ο Τραμπ και οι υποστηρικτές του στο Κογκρέσο μπορεί να πιέσουν πιο σοβαρά για μια επίσημη αναγνώριση από τις ΗΠΑ της προσάρτησης στο Ισραήλ των Συριακών Υψιπέδων του Γκολάν.
Μιμούμενος τη στρατηγική της μεταφοράς της αμερικανικής πρεσβείας στην Ιερουσαλήμ, μια τέτοια ενέργεια θα ήταν σχεδιασμένη ώστε να άρει ένα εμπόδιο από τον δρόμο του Ισραήλ προς την περιφερειακή αναγνώριση. Αν όμως το πράξει, αυτό θα σήμαινε πως οι ΗΠΑ μπορεί να αναγνωρίσουν άλλες αλλαγές συνόρων ανά τον κόσμο, που έγιναν με χρήση στρατιωτικής βίας. Αυτή η αλλαγή θα δημιουργούσε προηγούμενο, θέτοντας υπό αμφισβήτηση ένα από τα ταμπού των διεθνών σχέσεων, που υπάρχει από το 1945.
Υποδομές στις ΗΠΑ και ένα τείχος στα σύνορα
Στην προεκλογική του εκστρατεία, ο Τραμπ παρουσίασε ένα σχέδιο 1 τρισ. δολαρίων για τις υποδομές στις ΗΠΑ. Δυο χρόνια αργότερα, η πρόταση έχει μικρύνει και ελάχιστη πρόοδος έχει επιτευχθεί στην εφαρμογή της. Όμως ο πρόεδρος έχει δεσμευτεί να εργαστεί με τους Δημοκρατικούς με διακομματικό τρόπο προκειμένου να βελτιώσει τις υποδομές της χώρας. Το σχέδιο θα μπορούσε να είναι ένα από αυτά που θα έχουν τη μεγαλύτερη ώθηση το 2019,μ ιδιαίτερα αν η Βουλή των Αντιπροσώπων μπλοκάρει τις άλλες κορυφαίες νομοθετικές του προτάσεις. Ωστόσο, δεν θα είναι μια εύκολη διαδικασία, διότι οι Δημοκρατικοί θα θελήσουν να συμπεριλάβουν και πρωτοβουλίες για την κλιματική αλλαγή. Και η Τραμπ είναι ανένδοτος πως χωρίς χρηματοδότηση για το τείχος του στα σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού, δεν θα υπάρξει καμία συνεργασία για τις υποδομές.
Τι έπεται για το Ιράν
Ο Τραμπ έκανε επίσης μεγάλη εκστρατεία κατά της πυρηνικής συμφωνίας του Ιράν και έχει ήδη αποσύρει τις ΗΠΑ από το Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης (JCPA), όπως είναι επισήμως γνωστό. Όμως σημείωσε επίσης πως θα ήταν πρόθυμος να υπογράψει μια νέα συμφωνία με το Ιράν αν ήταν καλύτερη και πως ελπίζει να περιορίσει την περιφερειακή επιρροή της Ισλαμικής δημοκρατίας.
Με τον υπουργό Άμυνας Τζέιμς Μάτις –μια από τις μετριοπαθείς φωνές στον Λευκό Οίκο του Τραμπ- να έχει παραιτηθεί, η προοπτική μιας πιο επιθετικής πολιτικής για το Ιράν θα μπορούσε να αυξηθεί. Δεδομένης της επιφυλακτικής στάσης που τηρεί ο Τραμπ έναντι των ακριβών, πολύπλοκων πολέμων στη Μέση Ανατολή, αυτή η αλλαγή δεν είναι πιθανό να σημάνει μια ολοκληρωτική σύγκρουση με το Ιράν. Όμως οι ΗΠΑ –και ιδιαίτερα οι σύμμαχοι Ισραήλ και Σαουδική Αραβία- θα μπορούσαν να είναι πιο επιθετικές και να εξαπολύσουν μια περιορισμένη αεροπορική επίθεση αν το Ιράν προχωρήσει σε σημαντικές προκλητικές ενέργειες κατά των ΗΠΑ ή κάποιου περιφερειακού συμμάχου τους.
Οι κυρώσεις επίσης θα ενισχυθούν φέτος, όμως η προοπτική για νέες διαπραγματεύσεις με το Ιράν είναι αμελητέες, δεδομένου ότι πολλοί σύμβουλοι του Τραμπ, που θεωρούνται «γεράκια», ζητούν ουσιαστικά αλλαγή καθεστώτος.
Ας μην ξεχνάμε τη Βόρεια Κορέα
Εν όψει των εκλογών του 2016, ο υποψήφιος Τραμπ επέκρινε την πολιτική του προκατόχου του να μην εμπλακεί με τη Βόρεια Κορέα σε ανώτατα επίπεδα και είπε πως θα ήταν πρόθυμος να συναντηθεί άμεσα με τον ηγέτη Κιμ Γιονγκ Ουν. Καθώς τα πυρηνικά και πυραυλικά προγράμματα της Βόρειας Κορέας προχώρησαν το 2017, η κυβέρνηση Τραμπ επικεντρώθηκε στο να δείξει πως είναι αξιόπιστη η απειλή του να επιτεθεί στη Βόρεια Κορέα. Ίσως λαμβάνοντας σοβαρά την απειλή των ΗΠΑ ή ίσως ψάχνοντας για μια ευκαιρία στην αντισυμβατική προσωπικότητα του Τραμπ, η Βόρεια Κορέα άλλαξε ταχύτητα στα τέλη του 2017, και επικεντρώθηκε στο να κάνει άνοιγμα προς τις ΗΠΑ και τη Νότια Κορέα. Και, τον Ιούνιο του 2018, ο Τραμπ υλοποίησε την από καιρό εκπεφρασμένη προθυμία του να συναντηθεί με τον Κιμ.
Αυτή τη στιγμή, η πυρηνική απειλή βρίσκεται σε δεύτερη μοίρα, όμως σίγουρα δεν έχει φύγει από το τραπέζι. Και, με την θητεία του προέδρου να λήγει τον Ιανουάριο του 2021 και την εκστρατεία για μια δεύτερη θητεία να καταναλώνει μεγάλο μέρος του χρόνου αυτού, θα είναι δύσκολο να διαχειριστεί μια υποσχεθείσα «συμφωνία».