Οι διαδηλώσεις στο Ιράν συνεχίζονται πάνω από μία εβδομάδα, την ώρα που η κυβέρνηση στην Τεχεράνη εντείνει τις προσπάθειες καταστολής τους.
Μέχρι στιγμής, έχουν σημειωθεί διαδηλώσεις σε τουλάχιστον 80 πόλεις και 22 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους κατά τη διάρκεια σποραδικών συγκρούσεων μεταξύ διαδηλωτών και αστυνομικών. Η κυβέρνηση έχει συλλάβει περισσότερα από 450 άτομα στην Τεχεράνη μόνο και ο πρόεδρος Χασάν Ρουχανί ξεκαθάρισε στις ανακοινώσεις στις οποίες προέβη το Σαββατοκύριακο πως οι διαδηλωτές που συγκεντρώνονται παράνομα θα τιμωρούνται.
Έχοντας ξεκινήσει αρχικά ως διαδηλώσεις κατά της οικονομικής πολιτικής, κατέληξαν σε απόρριψη του πολιτικού κατεστημένου της χώρας. Ωστόσο, παρά τη βίαιη τροπή που πήραν το Σαββατοκύριακο, οι διαδηλώσεις θα πρέπει να προσελκύσουν τη στήριξη διαφόρων στρωμάτων της ιρανικής κοινωνίας για να συνεχίσουν να μεγαλώνουν. Μέχρι στιγμής, δεν φαίνεται να είναι αρκετά οργανωμένες για να μετατραπούν σε απειλή αρκετά μεγάλη ώστε να αποτελέσουν πρόκληση για την κυβέρνηση.
Δεν είναι η επόμενη φάση της επανάστασης
Τα mainstream μέσα ενημέρωσης έχουν συγκρίνει τις διαδηλώσεις με αυτές της Πράσινης Επανάστασης του 2009, και πράγματι, η γεωγραφική τους επέκταση δείχνει πως οι τωρινές είναι οι πιο ευρείες διαδηλώσεις που έχουν πραγματοποιηθεί από τότε. Όμως, αν και είναι διευρυμένες, παραμένουν μικρές και μπορούν να διαλυθούν εύκολα, καθώς δεν έχουν τον συντονισμό, την ηγεσία και την οργάνωση που απαιτείται, προκειμένου να αντέξουν σε επιχειρήσεις καταστολής από τις δυνάμεις ασφαλείας.
Οι διαδηλώσεις της Πράσινης Επανάστασης, που ακολούθησαν τις αμφιλεγόμενες προεδρικές εκλογές του Ιράν το 2009, κέρδισαν τη στήριξη Ιρανών της μεσαίας και της ανώτερης μεσαίας τάξης σε αστικά κέντρα. Επιπλέον, το κίνημα στηρίχθηκε από δημοφιλείς ηγέτες όπως οι μεταρρυθμιστές ηγέτες Μεντί Καρουμπί και Μιρ Χουσεΐν Μουσαβί -ακόμα και από πιο μετριοπαθείς μορφές όπως ο πρώην πρόεδρος Αλί Ακμπάρ Χασεμί Ραφσανζανί. Οι παράγοντες αυτοί έδωσαν στην Πράσινη Επανάσταση μια ισχυρή βάση αλλά και τη δομική στήριξη που χρειαζόταν για να συντηρηθεί.
Τώρα, αντιθέτως, το υπουργείο Εσωτερικών του Ιράν δηλώνει πως περισσότερο από το 90% των σημερινών διαδηλωτών είναι ηλικίας μικρότερης των 25 ετών και, με βάση τους λογαριασμούς τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι περισσότεροι φαίνεται πως προέρχονται από χαμηλότερες τάξεις και διαμένουν στις αγροτικές περιοχές της χώρας, αντί για τα βασικά αστικά κέντρα (αν και υπήρξαν κάποιες διαδηλώσεις στην Τεχεράνη, η βάση Σαράλα της Ισλαμικής Επαναστατικής Φρουράς, που συνήθως χειρίζεται την ασφάλεια στην Τεχεράνη, δεν έχει χρησιμοποιηθεί, αν και παραμένει σε ετοιμότητα).
Επιπλέον, οι διαδηλώσεις αυτές δεν φαίνεται να έχουν πολιτικούς συμμάχους. Οι μεταρρυθμιστές και οι μετριοπαθείς κυριαρχούν στην πολιτική σκηνή της τοπικής κυβέρνησης της Τεχεράνης, το ιρανικό κοινοβούλιο και τα εκλεγμένα μέρη της ομοσπονδιακής κυβέρνησης και δεν έχουν τίποτα να κερδίσουν από το να στηρίξουν δημοσίως ένα κίνημα διαμαρτυρίας αυτή τη στιγμή.
Κάποιοι εικάζουν πως σε μια προσπάθεια να «φλερτάρουν» με τους νέους των αγροτικών περιοχών, οι σκληροπυρηνικοί του Ιράν στήριξαν αρχικά τις διαδηλώσεις, που ξεκίνησαν με στόχο τον Ρουχανί. Όμως οι σκληροπυρηνικοί δεν μπορούν να διακινδυνεύσουν τη συνέχιση της στήριξης τώρα που οι διαδηλωτές έχουν βάλει στο στόχαστρο τον ανώτατο ηγέτη Αγιατολά Αλί Χαμενεΐ και την κυβέρνηση γενικότερα, με ορισμένους μάλιστα να υποστηρίζουν την επιστροφή στη μοναρχία.
Για την ώρα, δεν υπάρχει κάποια προφανής πολιτική ομάδα που θα επωφελούνταν από την άμεση έκφραση στήριξης προς τις διαδηλώσεις. Είναι πιθανό να αναδυθεί μια ηγεσία που θα επέτρεπε στις διαδηλώσεις να συνενωθούν και να μετατραπούν σε ένα κίνημα με διάρκεια, όμως αν δεν συμβεί αυτό, τότε πιθανότατα οι διαδηλώσεις θα καταλαγιάσουν.
Αντήχηση δυσαρέσκειας
Αυτό που ίσως είναι σημαντικότερο να παρακολουθείται στον απόηχο των διαδηλώσεων είναι το πώς τα διάφορα πολιτικά «στρατόπεδα» του Ιράν θα εκμεταλλευτούν προς δικό τους πολιτικό όφελος τις αναταραχές -κάτι που ήδη έχουν αρχίσει να κάνουν.
Ο Ρουχανί και οι σύμμαχοί του έχουν πει πως οι διαδηλωτές έχουν αιτιολογημένες ανησυχίες και ίσως προσπαθήσουν να χρησιμοποιήσουν τις διαδηλώσεις για να απευθύνουν έκκληση για μεγαλύτερο πολιτικό άνοιγμα εντός του σημερινού συστήματος. Αντιθέτως, οι σκληροπυρηνικοί του Ιράν πιθανότατα θα δείξουν τις διαδηλώσεις ως απόδειξη πως οι οικονομικές πολιτικές του Ρουχανί απέτυχαν.
Διεθνώς, οι αντιδράσεις από τους αντιπάλους του Ιράν -τόσο στη Δύση όσο και περιφερειακά- υπήρξαν ταχύτατες. Οι ηγέτες της Δύσης, περιλαμβανομένου του Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ, έχουν ζητήσει από το Ιράν να επιτρέψει τις ειρηνικές διαμαρτυρίες.
Επιπλέον, πολλά από τα αρχικά hashtags των διαδηλωτών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης διαπιστώθηκε, μέσω του geo-tagging, ότι προήλθαν από τη Σαουδική Αραβία, το Ισραήλ, την Ευρώπη και τις ΗΠΑ. και, δεδομένης της αυξημένης πίεσης που προσπαθούν να ασκήσουν στην ιρανική κυβέρνηση ο Λευκός Οίκος, το Ισραήλ και η Σαουδική Αραβία, οι κυβερνήσεις αυτές θα μπορούσε κάλλιστα να χρησιμοποιούν την τεχνολογία για να στηρίξουν το κίνημα των διαμαρτυριών.
Δεν αποτελεί έκπληξη που το Ιράν εργάζεται για να υπονομεύσει τους διαδηλωτές πρακτικά και ιδεολογικά. Η Τεχεράνη έχει κατηγορήσει διάφορες εξωτερικές δυνάμεις ότι βρίσκονται πίσω από τα κινήματα διαμαρτυρίας, προκειμένου να βλάψουν την αξιοπιστία τους: τα ιρανικά κρατικά μέσα ενημέρωσης σημείωσαν γρήγορα πως πολλά από τα αρχικά tweets προήλθαν από το εξωτερικό, παρουσιάζοντας δεδομένα σύμφωνα με τα οποία από τις 31.500 tweets για τις διαδηλώσεις μέσα σε διάστημα ενός 24ώρου, μόνο το 21% προήλθε από το Ιράν. Επιπλέον, υπάρχουν συνεχείς αναφορές για προβλήματα στο διαδίκτυο και για μπλοκάρισμα ή προβλήματα σε εφαρμογές κοινωνικής δικτύωσης όπως το Telegram, καθώς οι αρχές προσπαθούν να περιορίσουν την επικοινωνία μεταξύ των διαδηλωτών.
Καθώς οι διαδηλώσεις έκλεισαν μία εβδομάδα, η κυβέρνηση του Ιράν θα χρησιμοποιήσει όποιο μέσο κρίνει απαραίτητο για να διασφαλίσει πως δεν θα βγουν εκτός ελέγχου, καταστέλλοντάς τες πιο βίαια ή στέλνοντας πράκτορες για να αλλάξουν το μήνυμα των διαδηλώσεων. Όμως, αν και οι τωρινοί διαδηλωτές θα αγωνιστούν να κερδίσουν τη στήριξη που χρειάζονται για να αντέξουν μια τέτοια «απάντηση», τα προβλήματά τους θα συνεχίσουν να υπάρχουν και μετά τη διάλυση των διαδηλώσεων.
Και αυτό σημαίνει πως θα μπορούσε μελλοντικά να αναδυθεί μια πιο οργανωμένη «φωνή», που θα εκμεταλλευτεί τη λαϊκή δυσαρέσκεια.