Ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ δεν έχει ούτε εβδομάδα από τότε που ανέλαβε τα καθήκοντά του, και ήδη έχει εκδώσει 12 εκτελεστικά διατάγματα και προεδρικά υπομνήματα –υπάρχουν και άλλα που βρίσκονται «στα σκαριά»- που προωθούν τις τολμηρότερες προεκλογικές του υποσχέσεις.
Ο κατάλογος των ενεργειών περιλαμβάνει την απόσυρση από την εμπορική συμφωνία TPP, την μεγιστοποίηση αμερικανικού περιεχομένου στην αναβίωση των συμφωνιών για αγωγούς με τον Καναδά, την επιβολή περιορισμών στη μετανάστευση και την εντολή για κατασκευή τείχους στα σύνορα ΗΠΑ-Μεξικού. Η κυβέρνηση του Τραμπ φέρεται τώρα να ετοιμάζει εκτελεστικά διατάγματα που θα περιορίζουν την αμερικανική χρηματοδότηση σε ορισμένους διεθνείς οργανισμούς και θα αναθεωρούν πολυμερείς συνθήκες.
Το έμμεσο μήνυμα των εκτελεστικών διαταγμάτων είναι το εξής: όσοι νόμιζαν πως οι ισχυρισμοί του στην προεκλογική του εκστρατεία ήταν «κούφια λόγια», θα πρέπει να το ξανασκεφτούν. Ο Τραμπ εννοεί αυτά που λέει.
Και ενώ ορισμένες οδηγίες, όπως η απόσυρση από την TPP, θα έχουν άμεσα αποτελέσματα, άλλες θα ακολουθήσουν έναν πιο περίπλοκο δρόμο. Πολλά από τα μέτρα αυτά, ιδιαίτερα στα υπομνήματα, είναι περισσότερο δηλώσεις πρόθεσης πολιτικής και κατεύθυνσης και δεν περιέχουν τις λεπτομέρειες που χρειάζονται για να ξεπεραστούν εμπόδια και να διαμορφωθεί ένα τελικό αποτέλεσμα. Οι κυβερνητικές υπηρεσίες πρέπει τώρα να εκτιμήσουν αν είναι εφικτές, καθώς και το χρηματοοικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό κόστος της εκτέλεσης των εντολών αυτών.
Επιχειρήσεις, ξένες κυβερνήσεις και άλλες ομάδες θα πιέσουν το Κογκρέσο και τον Λευκό Οίκο να αποσαφηνίσει τα κόστη και τις επιπτώσεις των μέτρων αυτών. Οι βουλευτές θα ασκήσουν την εξουσία τους για έγκριση, επίβλεψη και χρηματοδότηση μέσω διαβούλευσης των επιλογών, λαμβάνοντας ταυτόχρονα υπ’ όψιν τις δικές τους προοπτικές επανεκλογής. Τα πιο νομικά αμφισβητήσιμα στοιχεία, όπως η επιβολή μέτρων για τοπικό περιεχόμενο, μπορεί να αμφισβητηθούν δικαστικά εντός της NAFTA και του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, και ενδεχομένως υπό τη νομοθεσία των ΗΠΑ.
Την ώρα που η Ουάσινγκτον θα δουλεύει με φρενήρεις ρυθμούς για να συγκεράσει την πρόθεση των εντολών με τις πραγματικότητες της εκτέλεσής τους, οι κυβερνήσεις στο εξωτερικό θα πρέπει να προχωρήσουν σε δικούς τους σχεδιασμούς. Κανένας δεν έχει απαντήσεις ως προς το πώς θα καταλήξει η κάθε μια από τις πρωτοβουλίες πολιτικής του Τραμπ, όμως ο καθένας μπορεί να δει ότι ελάχιστα διαφέρουν αυτά που έλεγε ο Τραμπ στην προεκλογική του εκστρατεία, από αυτά που έχει κάνει μέχρι στιγμής στο Οβάλ Γραφείο. Με βάση αυτή και μόνο την παρατήρηση, παίκτες-κλειδιά από όλον τον κόσμο θα πρέπει τώρα να σκεφτούν ποια «καρότα» και ποια «μαστίγια» μπορούν να «κουνήσουν» αν χρειαστεί σε μια εξελισσόμενη διαπραγμάτευση με την παγκόσμια υπερδύναμη.
Το Μεξικό, που έχει πολλά να χάσει από μια δραματική αλλαγή στην αμερικανική πολιτική, δεν έχει και πολλά «καλά χαρτιά» που μπορεί να «παίξει». Ο Καναδάς, μια αναπτυγμένη οικονομία που αντιμετωπίζει πολλές ίδιες προκλήσεις με τις ΗΠΑ, και συνεπώς δεν βρίσκεται στη λίστα εμπορικών στόχων του Τραμπ, ήδη έχει αφήσει να εννοηθεί πως δεν θα είχε αντιρρήσεις για διμερή εμπλοκή με την Ουάσινγκτον ώστε να ενημερωθούν οι εμπορικές σχέσεις των δυο πλευρών, αφήνοντας ουσιαστικά το Μεξικό να τα βγάλει πέρα μόνο του. Το Μεξικό ετοιμάζεται για την μοιραία διαπραγμάτευσή του πιέζοντας τις επηρεαζόμενες αμερικανικές επιχειρήσεις και τις πολιτειακές κυβερνήσεις ελπίζοντας πως οι φωνές τους θα ακουστούν στην κυβέρνηση Τραμπ. Το Μεξικό θα προσπαθήσει να καθοδηγήσει την συζήτηση για τη μετανάστευση προς μια αμοιβαία συνεργασία για την διασφάλιση των συνόρων του Μεξικού με την Κεντρική Αμερική, αλλά παράλληλα θα αφήσει ανοικτό το ενδεχόμενο να χαλαρώσει τους δικούς του συνοριακούς ελέγχους ή της απόσυρσης από τη συνεργασία ασφάλειας και πληροφοριών σε άλλους τομείς, όπως το εμπόριο ναρκωτικών, για να προσπαθήσει να πιέσει τις ΗΠΑ αν «στριμωχτεί».
Το Μεξικό έχει επίσης απειλήσει να αποσυρθεί από τη NAFTA αν οι ΗΠΑ προσπαθήσουν να επιβάλουν άνισους όρους, όμως η πραγματικότητα είναι πως δεν έχει και πολλά περιθώρια να το κάνει αυτό. Το μεγαλύτερο μέρος της βιομηχανικής βάσης του Μεξικό προσανατολίζεται στην παραγωγή αγαθών για πώληση στις ΗΠΑ, και οι περισσότερες επενδύσεις στο Μεξικό έγιναν υπό την υπόθεση ότι έχει προνομιακή πρόσβαση στην αμερικανική αγορά. Η οικονομική ζωτικότητα του Μεξικό εξαρτάται από την ικανότητά του να κρατήσει ανοικτές αυτές τις εμπορικές «πόρτες», άρα θα πρέπει να προχωρήσει με προσοχή.
Μεταξύ μιας στοχευμένης οικονομικής εκστρατείας κατά των φθηνών κινεζικών εισαγωγών και των αμφίσημων επιθετικών σχολίων από την ομάδα του Τραμπ για την προστασία της κυριαρχίας της Νότιας Σινικής Θάλασσας, και το Πεκίνο θα πρέπει να εξετάσει διάφορα σενάρια, καθώς θα καταρτίζει τις στρατηγικές που θα εφαρμόσει έναντι της κυβέρνησης Τραμπ.
Ο Λευκός Οίκος θα προσπαθήσει να χρησιμοποιήσει την μεγαλύτερη εξαγωγική εξάρτηση της Κίνας από τις ΗΠΑ για να κάμψει τη βούληση του Πεκίνου, όμως η Κίνα πρέπει να προσέξει τις δικές της πολιτικές επιτακτικές ανάγκες για να διατηρήσει την εγχώρια σταθερότητα, καθώς ύλοποιεί μια δύσκολη αναδιάρθρωση της οικονομίας της. Ως εκ τούτου, το Πεκίνο θα κρατήσει για «εφεδρεία» αρκετά σημεία πίεσης.
Η Κίνα θα μπορούσε να επιβάλει δασμούς αντι-ντάμπινγκ στις ΗΠΑ για να πιέσει ευαίσθητους κλάδους (το Πεκίνο για παράδειγμα πρόσφατα επέβαλε υψηλότερους δασμούς σε αμερικανικά κτηνοτροφικά σιτηρά εν μέσω αυξημένων εμπορικών εντάσεων). Το Πεκίνο μπορεί επίσης να χρησιμοποιήσει αντιμονοπωλιακούς νόμους και νόμους για την κυβερνοασφάλεια για να πιέσει αμερικανικέ εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην Κίνα και να μειώσει τις κυβερνητικές αγορές αμερικανικών αγαθών. Όπως και το Μεξικό, η Κϊνα θα κάνει εκστρατεία στην Ουάσινγκτον για να τονίσει το κόστος της προσπάθειας να δημιουργηθούν εμπόδια στις ολοκληρωμένες αλυσίδες εφοδιασμού.
Αν και ο Τραμπ και οι σύμβουλοί του επικεντρώνονται στην βαριά βιομηχανία της Κίνας, οι επιπτώσεις ενός εμπορικού πολέμου ΗΠΑ-Κίνας θα μπορούσαν να προκαλέσουν σοβαρά προβλήματα στην αμερικανική τεχνολογική βιομηχανία. Και, όπως έδειξε η Κίνα στο τέλος του προηγούμενου έτους με την κατάσχεση drone του αμερικανικού ναυτικού, η Κίνα έχει επιλογές –από την ναυτιλιακή σφαίρα μέχρι την κυβερνοασφάλεια- για να αυξήσει το κόστος ενός εμπορικού πολέμου με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Η Γερμανία δεν ζηλεύει μόνο την ειδική σχέση του Ηνωμένου Βασιλείου με τον Τραμπ, αλλά επίσης νοιώθει ναυτία όταν σκέφτεται τους τρόπους με τους οποίους η αμερικανική πολιτική θα μπορούσε να επιταχύνει τη διάλυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ και η ομάδα της φέρεται να έχουν μελετήσει προσεκτικά τη ρητορική του Τραμπ, καθώς προσπαθούν να καταλάβουν πόσο μπορεί να τραβήξει τις μάχες προστατευτισμού του.
Η προσπάθεια στόχευσης της γερμανικής αυτοκινητοβιομηχανίας μέσω ισχυρισμών για χειραγώγηση νομίσματος θα ήταν κάτι ιδιαίτερα περίπλοκο, δεδομένου ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα είναι αυτή που ασκεί άμεσο έλεγχο στο ευρώ, και όχι η Γερμανία ή άλλα κράτη-μέλη. Οι κανονισμοί του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου επίσης θα περιέπλεκαν πολύ τις προσπάθειες των ΗΠΑ να απομονώσει τις γερμανικές εξαγωγές.
Όμως, η βαθύτερη ανησυχία της Μέρκελ ίσως είναι περισσότερο βασισμένη στην ιδεολογία. Σε τελική ανάλυση, ένας αμερικανικός ισχυρισμός ότι η Γερμανία επωφελείται από τις ευνοϊκές εμπορικές συνθήκες και από ένα αποδυναμωμένο νόμισμα μέσω της χρήσης του ευρώ, αντιστοιχεί σε επίθεση στην ευρωζώνη. Όπως δήλωσε πρόσφατα η Μέρκελ σε ομάδα Γερμανών βιομηχανικών ηγετών, είναι έτοιμη να δώσει μάχη γενεών για τα ιδανικά του ελεύθερου εμπο9ρίου και του ανταγωνισμού, κατά υπέρμαχων του προστατευτισμού όπως ο Τραμπ και άλλοι στην Ευρώπη. Ο Τραμπ δεν έχει κρύψει ότι βλέπει την Ευρωπαϊκή Ένωση ως ένα αποτυχημένο εγχείρημα και έχει επιδοκιμάσει το Ηνωμένο Βασίλειο για την «εξυπνάδα» του να βγει από αυτό νωρίς και να επιστρέψει στην ειδική του σχέση με τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αντιθέτως, ο Τραμπ έχει χαρακτηρίσει την Ευρωπαϊκή Ένωση «όχημα» για τη Γερμανία, παρέχοντας πολύτιμη «τροφή» στους ευρωσκεπτικιστές που έχουν παρόμοιες απόψεις. Καθώς το Βερολίνο θα αγωνίζεται να «καλοπιάσει» την ομάδα του Τραμπ, θα δείξει τους τρόπους με τους οποίους μπορεί η Γερμανία να αναλάβει μια ισχυρότερη ηγεσία σε θέματα άμυνας και ασφάλειας στην Ευρώπη για να μοιραστεί μεγαλύτερο μέρος του βάρους αυτού με τις ΗΠΑ. Όμως, παρά τον ιδεαλισμό της Μέρκελ, η Γερμανία είναι η «γενέτειρα» της realpolitik. Την ώρα που το Βερολίνο προετοιμάζεται σιωπηρά για το δικό του χείριστο σενάριο –δηλαδή την κατάρρευση της ευρωζώνης και τη διάλυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης- θα πρέπει παράλληλα να κρατήσει ευρωζώνη και ΕΕ ενωμένα για όσο το δυνατόν περισσότερο ώστε να αποφύγει μια μεγαλύτερη οικονομική έκρηξη.
Όταν η Μέρκελ συναντηθεί τελικά με τον Τραμπ, το ισχυρότερο μήνυμα που θα του μεταφέρει, μαζί με τους Ενρίκε Πένα Νιέτο, Σι Ζινπινγκ και άλλους ηγέτες που βρίσκονται στο «ραντάρ» του Τραμπ, θα είναι πως η επιτάχυνση της διάλυσης της Ευρωπαϊκής Ένωσης με ταυτόχρονη προσπάθεια αποσύνθεσης των ολοκληρωμένων αλυσίδων προμήθειας από τη Βόρεια Αμερική στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού, αποτελεί συνταγή αμοιβαίας εξασφαλισμένης καταστροφής στον παγκοσμιοποιημένο κόσμο του σήμερα.