«Ασφαλιστείτε σε όσο το δυνατόν μικρότερη ηλικία» προτείνουν οι ασφαλιστικές εταιρείες στα άτομα χαμηλού εισοδηματικού επιπέδου, προκειμένου με περιορισμένη αποταμίευση να μπορέσουν να δημιουργήσουν έναν αξιόλογο «κουμπαρά», ικανό να αυξήσει σημαντικά τη σύνταξή τους, ή εναλλακτικά να στηρίξει το παιδί τους μετά το 18ο ή το 22ο έτος της ηλικίας του.
Η συμβουλή είναι αναμφίβολα «λογική», καθώς:
α) Ασφάλιση από μικρότερη ηλικία σημαίνει και περισσότερα χρόνια ασφάλισης (μέχρι τη στιγμή της συνταξιοδότησης, ή μέχρι την ενηλικίωση ενός παιδιού), άρα και καταβολή μεγαλύτερου επενδυτικού ποσού σε ένα σύστημα που λειτουργεί σε ανταποδοτική βάση: Όσα περισσότερα βάζεις, τόσα περισσότερα παίρνεις.
β) Πέραν αυτού, στην περίπτωση που ένα ασφαλιστικό πρόγραμμα προβλέπει την ύπαρξη ελάχιστης ετήσιας εγγυημένης απόδοσης (τεχνικού επιτοκίου), τότε οι κατ' έτος αποδόσεις προστίθενται στο κεφάλαιο και επανεπενδύονται, με αποτέλεσμα όσο περνάνε τα χρόνια, τόσο μεγαλύτερα να είναι τα επενδυτικά κέρδη του πελάτη.
Φυσικά, όσο υψηλότερο είναι το ύψος των μηνιαίων αποταμιεύσεων, τόσο μεγαλύτερο ποσό θα μαζευτεί στον «κουμπαρά» του ασφαλισμένου, όχι μόνο γιατί ο ίδιος θα έχει καταβάλει περισσότερα χρήματα, αλλά και γιατί η εγγυημένη απόδοση (σε ευρώ) των χρημάτων αυτών θα είναι αυξημένη.
Ας πάρουμε το παράδειγμα ενός «παιδικού» προγράμματος γνωστής ασφαλιστικής εταιρείας που προσφέρει ελάχιστη ετήσια εγγυημένη απόδοση (εφόσον το συμβόλαιο διατηρηθεί έως τη λήξη) και πιθανά κέρδη από υπεραποδόσεις του χαρτοφυλακίου της.
Ας υποθέσουμε ότι το πρόγραμμα αυτό «αγοράζεται» για λογαριασμό ατόμου που γεννήθηκε στις αρχές του 2010, προβλέπει μηνιαία καταβολή 30 ευρώ και λήξη του συμβολαίου στο 18ο έτος της ηλικίας του παιδιού. Μιλάμε για ασφάλιση διάρκειας έντεκα ετών που θα οδηγήσει σε ένα εγγυημένο κεφάλαιο 4.112 ευρώ συν ένα ποσό 100-120 ευρώ από πιθανές υπεραποδόσεις. Αθροιστικά δηλαδή, θα εισπραχθούν λίγο πάνω από τα 4.200 ευρώ.
Αν οι ίδιοι γονείς αποφασίζουν να ασφαλίσουν το προαναφερόμενο παιδί τους έως το 22ο έτος της ηλικίας του, τότε θα μιλάμε για ένα ασφαλιστικό συμβόλαιο 15 ετών, που θα οδηγεί στην είσπραξη ενός εγγυημένου κεφαλαίου 6.242 ευρώ και μια πιθανή υπεραπόδοση μεταξύ 200 και 250 ευρώ (αθροιστική είσπραξη πάνω από 6.450 ευρώ).
Ένα άλλο ανδρόγυνο αποφασίζει να ασφαλίσει από πολύ νωρίς το παιδί του, που γεννήθηκε στις αρχές του 2016, «αγοράζοντας» το ίδιο ασφαλιστικό πρόγραμμα, καταβάλλοντας επίσης 30 ευρώ μηνιαίως και ορίζοντας τη λήξη του συμβολαίου στο 22ο έτος της ηλικίας του παιδιού. Ως αποτέλεσμα θα είχαμε ασφάλιση διάρκειας 22 ετών, με είσπραξη εγγυημένου ποσού 10.148 ευρώ και πιθανών υπεραποδόσεων 500-600 ευρώ. Μιλάμε για ένα συνολικό ποσό ανώτερο των 10.600 ευρώ.
Τέλος, στο προηγούμενο πρόγραμμα οι ίδιοι γονείς αποφασίζουν αντί για 30 ευρώ μηνιαίως να καταβάλουν το ποσό των 50 ευρώ. Τότε, με τη συμπλήρωση του 22ου έτους του παιδιού, το τελευταίο θα δικαιούται την είσπραξη εγγυημένου ποσού 16.916 ευρώ και μια ενδεχόμενη υπεραπόδοση 900-1.000 ευρώ (εκτιμώμενο συνολικό ποσό πάνω από 17.800 ευρώ).
Προς την ίδια κατεύθυνση κινούνται και οι θέσεις του Αλέξανδρου Σαρρηγεωργίου, προέδρου της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδος, σε ό,τι αφορά την περίπτωση των συνταξιοδοτικών προγραμμάτων:
«Η ιδιωτική ασφάλιση για την απόκτηση σύνταξης θα πρέπει να ξεκινάει στο 25ο ή στο 30ό έτος της ηλικίας ενός ατόμου, από την ημερομηνία δηλαδή που θα αρχίσει να εργάζεται. Μόνο έτσι θα μπορεί να απολαύσει μια σημαντική σύνταξη ακόμη και με περιορισμένες αποταμιεύσεις κάθε μήνα. Θα πρέπει να αλλάξουμε κουλτούρα και όπως όταν ενηλικιωνόμαστε ανοίγουμε έναν τραπεζικό λογαριασμό, έτσι θα πρέπει να συνάπτουμε και ένα συνταξιοδοτικό συμβόλαιο», ανέφερε χαρακτηριστικά.