Γιατί οι μεταρρυθμίσεις Ρέντσι μπορεί να γίνουν μπούμερανγκ!

Με αλλαγή του εκλογικού νόμου και του Ιταλικού Συντάγματος, ο Ματέο Ρέντσι προσπαθεί να δημιουργήσει ένα σταθερό πολιτικό περιβάλλον. Ωστόσο, το πολιτικό του μέλλον τίθεται εν αμφιβολία. Το Κίνημα των Πέντε Αστέρων και ποιες εξελίξεις μπορεί να αλλάξουν τα δεδομένα.

Γιατί οι μεταρρυθμίσεις Ρέντσι μπορεί να γίνουν μπούμερανγκ!

Όταν ο Ματέο Ρέντσι ανέλαβε την πρωθυπουργία της Ιταλίας τον Φεβρουάριο του 2014, είχε δύο βασικούς στόχους. Ο πρώτος ήταν να εισάγει μια σειρά πολιτικών -με πιο αξιοσημείωτη τη νέα εργατική νομοθεσία- για να καταπολεμήσει την ανεργία και να δημιουργήσει οικονομική ανάπτυξη. Ο δεύτερος ήταν να αναμορφώσει το πολιτικό σύστημα της Ιταλίας, ώστε να διασφαλίσει πιο σταθερές κυβερνήσεις και να μειώσει τον χρηματοοικονομικό κίνδυνο που δημιουργεί η πολιτική αβεβαιότητα.

Αν και οι οικονομικές πολιτικές του Ρέντσι έχουν εμφανίσει μέτρια μόνο επιτυχία (η ανεργία μειώνεται με αργό ρυθμό ενώ η ανάπτυξη είναι δειλή), οι πολιτικές μεταρρυθμίσεις είναι αυτές που θα καθορίσουν το μέλλον της κυβέρνησής του, αλλά και αυτές που θα μπορούσαν να ανοίξουν μια νέα φάση αβεβαιότητας και για την υπόλοιπη ευρωζώνη.

Το σχέδιο του Ρέντσι για δημιουργία ενός πιο σταθερού πολιτικού συστήματος αποτελείται από δύο μέρη: τη μεταρρύθμιση του εκλογικού νόμου και την αλλαγή του Ιταλικού Συντάγματος. Οι αλλαγές στον εκλογικό νόμο εγκρίθηκαν το 2015, ενώ οι συνταγματικές μεταρρυθμίσεις θα τεθούν σε δημοψήφισμα πριν το τέλος του έτους.

Με το νέο εκλογικό σύστημα, ένα κόμμα που λαμβάνει τουλάχιστον το 40% των ψήφων σε γενικές εκλογές παίρνει «μπόνους» το 54% των εδρών στην Κάτω Βουλή. Αν κανένα κόμμα δεν φτάσει το όριο του 40%, τότε πραγματοποιείται δεύτερος γύρος εκλογών μεταξύ των δύο κομμάτων με τα υψηλότερα ποσοστά των ψήφων. Το κόμμα που θα κερδίσει στον δεύτερο γύρο λαμβάνει τόσες θέσεις ώστε να έχει τον πλειοψηφικό έλεγχο της Κάτω Βουλής. Στόχος της μεταρρύθμισης είναι να δημιουργηθούν ισχυρές κυβερνήσεις, που δεν βρίσκονται υπό τη διαρκή απειλή της κατάρρευσης.

Οι προτεινόμενες από τον Ρέντσι συνταγματικές αλλαγές στόχο έχουν την Άνω Βουλή. Αν εγκριθούν, οι μεταρρυθμίσεις αυτές θα μειώσουν τον αριθμό των εδρών στη Γερουσία και θα περιορίσουν τη συμμετοχή του σώματος στη νομοθετική διαδικασία. Η Γερουσία δεν θα έχει πια την εξουσία να εισάγει ψήφο μομφής κατά της κυβέρνησης. Άλλες μεταρρυθμίσεις θα μεταφέρουν μέρος των εξουσιών που αυτή τη στιγμή ανήκουν στις περιφέρειες, στην κεντρική κυβέρνηση. Από την άποψη του Ρέντσι, η επόμενη ιταλική κυβέρνηση θα πρέπει να ελέγχει μια ισχυρή πλειοψηφία στη Βουλή και να έχει περισσότερη εξουσία από τους προκατόχους της.

Το Κίνημα των Πέντε Αστέρων

Οι εκλογικές και συνταγματικές μεταρρυθμίσεις σχεδιάστηκαν και εισήχθησαν σε μια περίοδο που η δημοτικότητα του Δημοκρατικού Κόμματος του Ρέντσι ήταν υψηλή και φαινόταν να έχει καλές πιθανότητες να κερδίσει στον πρώτο γύρο μιας εκλογικής αναμέτρησης, και να δημιουργήσει μια ισχυρή κυβέρνηση έναντι της αδύναμης και κατακερματισμένης αντιπολίτευσης. Όμως, σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσκοπήσεις, το Δημοκρατικό Κόμμα έχει τη στήριξη μόνο του 30% των ψηφοφόρων, όσο περίπου και το αντισυστημικό Κίνημα των Πέντε Αστέρων. Αν διενεργούνταν σήμερα εκλογές, το Δημοκρατικό Κόμμα θα ερχόταν αντιμέτωπο με το Κίνημα των Πέντε Αστέρων στον δεύτερο γύρο των εκλογών, όπως ορίζει ο νέος εκλογικός νόμος.

Σε χώρες όπως η Γαλλία, το εκλογικό σύστημα των δύο γύρων σχεδιάστηκε ώστε να αποτραπούν τα ακραία κόμματα από το να έρθουν στην εξουσία. Το σύστημα αυτό έχει σταθεί εμπόδιο στις φιλοδοξίες του Εθνικού Μετώπου, ενός δεξιού κόμματος που δεν είναι δημοφιλές σε ένα μεγάλο μέρος του γαλλικού εκλογικού σώματος. Για παράδειγμα, το 2002 ο υποψήφιος του Εθνικού Μετώπου για την προεδρία, ο Ζαν Μαρίν Λεπέν, έφτασε στον δεύτερο γύρο των εκλογών, μαζί με τον υποψήφιο των Συντηρητικών, Ζακ Σιράκ. Στον τελικό γύρο, ο Σιράκ προσέλκυσε ψηφοφόρους που μπορεί να μην τους άρεσε ο Σιράκ, όμως ήταν τελείως αντίθετοι στον Λεπέν. Ο Σιράκ κέρδισε με πολύ μεγάλη διαφορά.

Όμως το Κίνημα των Πέντε Αστέρων δεν είναι το Εθνικό Μέτωπο, και το εκλογικό σύστημα των δύο γύρων στην Ιταλία μπορεί να μη φέρει στο κόμμα του κατεστημένου τη νίκη, όπως συνέβη στη Γαλλία. Το Κίνημα των Πέντε Αστέρων και το Εθνικό Μέτωπο μοιράζονται κοινές αντισυστημικές ατζέντες. Και τα δύο κόμματα επικρίνουν τις παραδοσιακές πολιτικές ελίτ, και το καθένα επιθυμεί να φύγει από την ευρωζώνη. Όμως, σε αντίθεση με το Εθνικό Μέτωπο, το Κίνημα των Πέντε Αστέρων επικεντρώνεται κυρίως στην καταπολέμηση της διαφθοράς και τονίζει την ανάγκη αντικατάστασης αυτών που χαρακτηρίζει «επαγγελματίες πολιτικούς» με ανθρώπους χωρίς προηγούμενη πολιτική εμπειρία. Σε αντίθεση με το Εθνικό Μέτωπο, το Κίνημα των Πέντε Αστέρων δεν έχει ανοικτά αντιμεταναστευτική ή αντιμουσουλμανική ατζέντα και δεν επικεντρώνεται τόσο σε ζητήματα νόμου και τάξης.

Ως αποτέλεσμα, οι μετριοπαθείς και ανεξάρτητοι ψηφοφόροι δεν είναι απαραίτητο ότι θα απέρριπταν το Κίνημα των Πέντε Αστέρων με τον ίδιο τρόπο που οι Γάλλοι μετριοπαθείς και ανεξάρτητοι θα απέφευγαν το Εθνικό Μέτωπο. Στην περίπτωση που το Δημοκρατικό Κόμμα και το Κίνημα των Πέντε Αστέρων φτάσουν στον δεύτερο γύρο των γενικών εκλογών της Ιταλίας, το νέο κόμμα θα μπορούσε να κερδίσει. Δεν αποκλείεται κόμματα περιλαμβανομένης της Λέγκας του Βορρά και ίσως και της κεντροδεξιάς Forza Italia να αποφασίσουν να στηρίξουν το Κίνημα των Πέντε Αστέρων για να νικήσει τον αντίπαλό τους.

Εξελίξεις πριν το τέλος του έτους

Υπάρχουν αρκετές ακόμα εξελίξεις που δεν έχουν υλοποιηθεί και που θα μπορούσαν να αλλάξουν το ποιος θα έχει το πλεονέκτημα στην περίπλοκη πολιτική κατάσταση της Ιταλίας. Το Συνταγματικό Δικαστήριο της Ιταλίας προγραμματίζεται να αποφασίσει στις 4 Οκτωβρίου για τη νομιμότητα του εκλογικού νόμου. Αν αποφασίσει πως ο νόμος πρέπει να τροποποιηθεί, τότε η κυβέρνηση θα μπορούσε να τον τροποποιήσει με τρόπο που θα υπονόμευε το Κίνημα των Πέντε Αστέρων.

Ορισμένα μέλη του Δημοκρατικού Κόμματος προτείνουν αντί να δίνεται το μπόνους εδρών στη Βουλή σε μεμονωμένα κόμματα, να δίνεται σε συνασπισμούς κομμάτων. Το Κίνημα των Πέντε Αστέρων, που έχει αρνηθεί να σχηματίσει συνασπισμούς με άλλα κόμματα, θα μπορούσε να πληγεί από μια τέτοια μεταρρύθμιση. Επιπλέον, το Κίνημα των Πέντε Αστέρων περνά το πρώτο πραγματικό τεστ διακυβέρνησης καθώς κέρδισε στις δημοτικές εκλογές στη Ρώμη τον Ιούνιο. Μια κακή επίδοση στη διαχείριση της πρωτεύουσας της Ιταλίας θα μπορούσε να βλάψει την εθνική του εικόνα.

Ακόμα πιο σημαντικό είναι πως θα μπορούσε να περάσει το δημοψήφισμα για τη συνταγματική μεταρρύθμιση. Αν και οι περισσότερες δημοσκοπήσεις δείχνουν πως μια ισχνή πλειοψηφία Ιταλών θα ψηφίσουν την απόρριψη των μεταρρυθμίσεων, αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα πως δεν τους αρέσουν. Ο Ρέντσι συνέδεσε το δημοψήφισμα με το πολιτικό του μέλλον, κάτι που έδωσε στους αντιπάλους του το κίνητρο να εκστρατεύσουν κατά της μεταρρύθμισης ως τρόπο για να τον αναγκάσουν να παραιτηθεί. Τις επόμενες εβδομάδες, η ιταλική κυβέρνηση θα προσπαθήσει να «αποπροσωποποιήσει» την εκστρατεία, επικεντρωνόμενη στη θεσμική σταθερότητα και τη νομισματική εξοικονόμηση που θα σημάνουν οι μεταρρυθμίσεις, αντί για το πολιτικό μέλλον του Ρέντσι.

Η Ρώμη θα διαπραγματευτεί επίσης με τα κέντρα λήψης αποφάσεων της ΕΕ για να της επιτραπεί να προχωρήσει σε αύξηση των δημόσιων δαπανών γης και σε μείωση φόρων πριν το δημοψήφισμα. Ο Ρέντσι συναντήθηκε χθες με τον Γάλλο πρόεδρο Φρανσουά Ολάντ και την καγκελάριο Άνγκελα Μέρκελ και θα ξανασυναντηθεί με την καγκελάριο στις 31 Αυγούστου. Πιθανότατα θα πιέσει για να εξασφαλίσει τη στήριξή τους προς το σχέδιό του για τις δημόσιες δαπάνες.

Επιπλέον, η ιταλική κυβέρνηση θα παρουσιάσει τον προϋπολογισμό του 2017 στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή στα μέσα Οκτωβρίου. Οι Βρυξέλλες πιθανότατα θα προειδοποιήσουν την Ιταλία για το έλλειμμά της, όμως η Κομισιόν δεν είναι πιθανό να προτείνει κυρώσεις κατά της χώρας.

Στην περίπτωση που οι ψηφοφόροι απορρίψουν τις συνταγματικές μεταρρυθμίσεις, ο Ρέντσι θα μπορούσε να αποδυναμωθεί σοβαρά και ίσως ακόμα και να παραιτηθεί, όμως αυτό δεν σημαίνει απαραίτητα πως η Ιταλία θα προχωρήσει σε πρόωρες εκλογές.

Το Δημοκρατικό Κόμμα θα μπορούσε να προσπαθήσει να διορίσει νέο πρωθυπουργό χωρίς εκλογές, κίνηση που θα απαιτούσε τη στήριξη άλλων κομμάτων. Τα μεγαλύτερα κόμματα στο Κοινοβούλιο θα μπορούσαν επίσης να σχηματίσουν κυβέρνηση εθνικής ενότητας, ή ακόμα και μια τεχνοκρατική κυβέρνηση, όπως συνέβη στα τέλη του 2011, όταν ο πρώην Ευρωπαίος επίτροπος Μάριο Μόντι διορίστηκε στη θέση του πρωθυπουργού. Τα κόμματα που βρίσκονται τώρα στη Βουλή ίσως αποφασίσουν να παραμείνουν στην εξουσία για όσο το δυνατόν περισσότερο, δεδομένου ότι η Ιταλία δεν χρειάζεται να διενεργήσει εκλογές μέχρι τις αρχές του 2018.

Η ειρωνεία είναι πως οι μεταρρυθμίσεις που στόχο έχουν να δημιουργήσουν μεγαλύτερη σταθερότητα στην Ιταλία, τελικά έχουν δημιουργήσει νέα αστάθεια για το μέλλον της. Η ανησυχία αυτή έρχεται σε μια περίοδο που η οικονομική ανάκαμψη της Ιταλίας παραμένει εύθραυστη και σε μια περίοδο που οι επιπτώσεις του Brexit έχουν αναζωπυρώσει τους φόβους για την κατάσταση του ιταλικού τραπεζικού συστήματος.

Η Ιταλία, όπως και η Γαλλία, ήλπιζαν να επωφεληθούν από την εκ νέου ευθυγράμμιση πολιτικών δυνάμεων εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης μετά το βρετανικό δημοψήφισμα, όμως, καθώς η δημοτικότητα του Ολάντ βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά και το πολιτικό μέλλον του Ρέντσι τίθεται εν αμφιβολία, η Νότια Ευρώπη δεν βρίσκεται στην καλύτερη θέση να ηγηθεί του μπλοκ.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v