H Ελλάδα αναλαμβάνει την εναλλασσόμενη προεδρία της Ευρωπαικής 'Ενωσης για το πρώτο μισό του 2014, πέμπτη φορά από τότε που εισήλθε στην ΕΕ, το 1981.
Η ατζέντα της Αθήνας θα επικεντρωθεί σε πολιτικά και οικονομικά ζητήματα, κυρίως την τραπεζική ένωση αλλά και τα προβλήματα μετανάστευσης που ταλανίζουν τα μεσογειακά κράτη της Ευρώπης, όπως αναφέρει ανάλυση της Stratfor.
Eξαιτίας της εγχώριας οικονομικής και πολιτικής κατάστασης, όμως, το εξάμηνο της ελληνικής προεδρίας αναμένεται να έχει μικρή επίδραση στην ΕΕ. Ο πολιτικός κατακερματισμός στην Ευρώπη μαζί με την μειωμένη επιρροή του θεσμού της εναλλασσόμενης προεδρίας «διασφαλίζουν» ότι οι σημαντικότερες αποφάσεις θα συνεχίσουν να λαμβάνονται σε Βερολίνο, Παρίσι και Βρυξέλλες.
Ο θεσμός της προεδρίας
Ο θεσμός της εναλλασσόμενης προεδρίας δημιουργήθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1950 από τα ιδρυτικά μέλη της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (προκατόχου της ΕΕ) με στόχο να επιτύχει μια ισορροπία μεταξύ της υπερεθνικής ολοκλήρωσης και της διακυβερνητικής συνεργασίας.
H εξέλιξη της ΕΟΚ σε ΕΕ σταδιακά αποδυνάμωσε το ρόλο της προεδρίας, καθώς στην Ένωση συμμετέχουν πλέον 28 μέλη από έξι αρχικά. Η κύρια ευθύνη της προεδρίας είναι η δημιουργία της πολιτικής ατζέντας για το επόμενο εξάμηνο, η οργάνωση των συναντήσεων και η διαμεσολάβηση για το διάλογο μεταξύ των κρατών μελών και των θεσμικών οργάνων της ΕΕ.
Αν και η (εκάστοτε) προεδρία διαθέτει ακόμη ένα βαθμό επιρροής (η έμφαση του τελευταίου εξαμήνου στην Κεντρική Ευρώπη οφειλόταν εν μέρει στην προεδρία της Λιθουανίας) οι πραγματικές αποφάσεις λαμβάνονται από τα μεγάλα κράτη (κυρίως Γερμανία και Γαλλία), την Κομισιόν και το Ευρωπαικό Κοινοβούλιο.
Ο ρόλος της Ελλάδας στην ΕΕ έχει αλλάξει ουσιαστικά. Η Αθήνα εισήλθε στην ΕΟΚ το 1981 με την Ισπανία και την Πορτογαλία να ακολουθούν το 1986. Η Αθήνα «είδε» τότε την προσχώρηση ως ένα τρόπο εδραίωσης της δημοκρατίας και πλήρης ενοποίησης με τη Δύση, μετά το τέλος της δικτατορίας που κυβερνούσε την χώρα από το 1967 έως το 1974.
Η χώρα κράτησε την προεδρία της ΕΟΚ για πρώτη φορά στο β΄ εξάμηνο του 1983 όταν η ένωση αριθμούσε μόλις 10 μέλη. Αν και ήταν μια προεδρία χωρίς σημαντικά γεγονότα, είχε υψηλό συμβολισμό για την Ελλάδα.
Η Αθήνα ανέλαβε ξανά την προεδρία στο β΄ εξάμηνο του 1988, ενώ η τρίτη φορά ήταν πιο σημαντική. Έλαβε χώρα στο β΄ εξάμηνο του 1994, όταν η Συνθήκη του Μαάστριχτ είχε μόλις τεθεί σε εφαρμογή και τον Ιούνιο οι Αυστρία, Φινλανδία και Σουηδία υπέγραψαν την εισδοχή στην Ένωση. Κατά την διάρκεια της τέταρτης προεδρίας της Ελλάδας (Ιανουάριος-Ιούνιος 2003) δέκα κράτη της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης υπέγραψαν την προσχώρηση στην Ένωση, σηματοδοτώντας τη μεγαλύτερη μεγέθυνση στην ιστορία της ΕΕ.
Οι στόχοι της Ελλάδας
Η Αθήνα έχει θέσει σειρά στόχων για την πέμπτη προεδρία της στην ΕΕ. Σχεδιάζει να προωθήσει τη συνέχιση των προσπαθειών για την ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης. Από την αρχή της ευρωπαϊκής κρίσης η χώρα ήταν στο κέντρο των χρηματοοικονομικών προβλημάτων της ευρωζώνης. Η Ελλάδα ενδιαφέρεται να ενδυναμωθεί η χρηματοοικονομική συνεργασία και η αλληλεγγύη στους κόλπους της ζώνης του ευρώ.
Στα τέλη Δεκεμβρίου τα κράτη μέλη συμφώνησαν στη δημιουργία ενός μηχανισμού διάσωσης τραπεζών (SRM) και η Αθήνα θα ζητήσει από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο (ΕΚ) να επικυρώσει την συμφωνία.
Ωστόσο ο χρόνος τρέχει εναντίον της, καθώς η θητεία του τρέχοντος ΕΚ λήγει φέτος και οι ευρωεκλογές θα πραγματοποιηθούν το Μάιο του 2014. Επιπροσθέτως ο πρόεδρος του ΕΚ, Μ. Σούλτς, έχει δηλώσει ότι οι διαπραγματεύσεις θα «τραβήξουν εις μάκρος» προτού επέλθει μια οριστική συμφωνία, αφού πολλά κράτη-μέλη δεν υποστηρίζουν το σχέδιο που αρχικά συμφωνήθηκε.
Ακόμη, λόγω γεωγραφικής θέσης η Αθήνα θα δώσει ιδιαίτερη έμφαση σε μεταναστευτικά θέματα. Τους τελευταίους μήνες η βία στη Β. Αφρική και την Μ. Ανατολή (κυρίως στη Συρία) οδήγησε σε μια αύξηση των προσφύγων και των παράνομων μεταναστών σε κράτη που βρίσκονται στα νότια της ΕΕ.
Η Ελλάδα θα προωθήσει τον αυστηρότερο διασυνοριακό έλεγχο αλλά και την επιπλέον συνδρομή σε κράτη που αντιμετωπίζουν αυξημένο κύμα μεταναστών (δηλαδή κυρίως Ελλάδα, Βουλγαρία και Ιταλία). Η Αθήνα κατά πάσα πιθανότητα θα έχει μέτρια αποτελέσματα σε αυτό τον τομέα. Η Ιταλία –αναλαμβάνει την προεδρία το β΄ εξάμηνο του 2014-έχει επίσης ενδιαφέρον να αυξηθεί η χρηματοδότηση για την θωράκιση των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ.
Ωστόσο η αντίδραση της ΕΕ στο θέμα αυτό κατά πάσα πιθανότητα θα λάβει τη μορφή επιπρόσθετων κεφαλαίων για διασυνοριακές ρυθμίσεις και καλύτερων υποδομών στα Μεσογειακά κράτη.
Μια ουσιαστική αναθεώρηση των πολιτικών για την παραχώρηση ασύλου είναι απίθανη, αφού το θέμα της μετανάστευσης είναι ιδιαίτερα λεπτό στην Ευρώπη.
Η Ελλάδα επίσης δεσμεύτηκε να δώσει έμφαση σε θέματα οικονομικής ανάκαμψης, απασχόλησης και συνοχής αλλά και στην εμβάθυνση της Ένωσης, στόχοι που μπορεί να αποδειχθεί δύσκολο να επιτευχθούν.
Η Ευρώπη ακόμα «παλεύει» με οικονομικά, κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα. Κατά το γ΄ τρίμηνο του 2013 η ανάπτυξη στην ευρωζώνη ανήλθε στο 0,1%, από 0,3% το β΄ τρίμηνο. Στις εαρινές προβλέψεις η ΕΕ ανέμενε ύφεση 0,4% φέτος και ανάπτυξη της τάξεως του 1% το 2014.
Η ανεργία αναμένεται να παραμείνει άνω του 13% κατά μέσο όρο με μόνο οριακές μειώσεις σε ορισμένα κράτη.
Παράλληλα οι πιστωτικές συνθήκες θα παραμείνουν σφικτές για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, υπονομεύοντας τις ευκαιρίες της ευρωζώνης για διατήρηση οικονομική ανάκαμψη.
Επιπροσθέτως η Ελλάδα αντιμετωπίζει τα δικά της προβλήματα. Η χώρα βρίσκεται σε ύφεση για έξι χρόνια με την ανεργία να εκτοξεύεται από το 9,5% το 2009, στο 27% φέτος. Με βάση τον προϋπολογισμό του 2014 η οικονομία θα επιστρέψει στην ανάπτυξη το επόμενο έτος, αλλά ακόμα και αν αυτό συμβεί τα προβλήματα της χώρας κάθε άλλο παρά έχουν τελειώσει, γράφει η Stratfor.
Το Νοέμβριο ο ΟΟΣΑ εκτίμησε ότι το χρέος της χώρας θα ανέλθει στο 157% του ΑΠΕ το 2020, σημαντικά υψηλότερο από τις προβλέψεις της ΕΕ (124% του ΑΕΠ).
Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα τους προσεχείς μήνες θα ασκήσει πιέσεις για ένα νέο "κούρεμα" χρέους, κάτι ιδιαίτερα αμφιλεγόμενο για τη Γερμανία και άλλα βορειοευρωπαϊκά κράτη.
Επιπροσθέτως η τρόικα θεωρεί πως το δημοσιονομικό κενό της χώρας κυμαίνεται σε περίπου 1,5 δισ. για το 2014, δεδομένο που σημαίνει ότι Αθήνα και δανειστές θα συνεχίσουν να διαφωνούν για την οικονομική μεταρρύθμιση (συμπεριλαμβανομένων των μειώσεων στις δαπάνες, τη φορολογία και τις ιδιωτικοποιήσεις) και του χρόνου.
Η τρόικα ενδιαφέρεται για την διατήρηση της ευρωζώνης και κατά πάσα πιθανότητα η Ελλάδα θα λάβει περαιτέρω χρηματοοικονομική βοήθεια, αν τη χρειαστεί.
Ωστόσο καθώς η κρίση εξαπλώνεται στο Βορρά οι συζητήσεις σχετικά με την περαιτέρω οικονομική βοήθεια προς τις χώρες του νότου θα αποδειχθούν πιο «αμφιλεγόμενες» από ποτέ. Η πενιχρή οικονομική ανάπτυξη και η υψηλή ανεργία θα «παράξουν» πολιτικά αποτελέσματα το 2014, καθώς το ευρωσκεπτιστικά κόμματα αναμένουν υψηλά ποσοστά στις επικείμενες ευρωεκλογές.
Οι εκλογικές αναμετρήσεις
Η Ελλάδα «ανησυχεί» για δυο εκλογικές αναμετρήσεις: Τις δημοτικές-περιφερειακές εκλογές που θα πραγματοποιηθούν στις 14 Μαίου και τις ευρωεκλογές (22-25 Μαίου).
Οι δημοτικές εκλογές μπορεί να οδηγήσουν στην περαιτέρω αποδυνάμωση των «συστημικών» κομμάτων. Τα δυο κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού, ΝΔ και ΠΑΣΟΚ, διατηρούν μια εύθραυστη συμμαχία που δέχεται έντονες πιέσεις λόγω της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης.
Μια «φτωχή» επίδοση ενός εκ των δυο και μια ισχυρή άνοδο κομμάτων της αντιπολίτευσης-του ΣΥΡΙΖΑ, από τα αριστερά, ή της Χρυσής Αυγής από την ακροδεξιά- θα μπορούσε να αποδυναμώσει περαιτέρω την κυβέρνηση των Αθηνών.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο τα ευρωσκεπτικιστικά και εθνικιστικά κόμματα είναι πιθανό να ενισχύσουν την παρουσία τους στο ΕΚ, δεδομένο που θα επαυξήσει τη δυνατότητά τους να μπλοκάρουν ή έστω να καθυστερούν τις αποφάσεις στην ΕΕ.
Λόγω του συνδυασμού της εγχώριας κρίσης και του πολιτικού κατακερματισμού σε ευρωπαϊκό επίπεδο η ελληνική προεδρία δεν αναμένεται να είναι σημαντική
Η περιορισμένη πολιτική επιρροή της Ελλάδας στις ευρωπαϊκές ελίτ των αποφάσεων, οι ευρωεκλογές αλλά και η έλλειψη συμφωνίας μεταξύ των κρατών για ποικίλα θέματα «καταδεικνύουν» ότι η συμβολή της Αθήνας στην επίλυση των δομικών προβλημάτων θα είναι μικρή.
Για τους επόμενους έξι μήνες οι περισσότερες σημαντικές αποφάσεις θα ληφθούν μακριά από την Αθήνα, σε μέρη όπως το Βερολίνο, το Παρίσι και Οι Βρυξέλλες, τονίζει η Stratfor.