Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Αποτελεί η Τουρκία μία αναθεωρητική δύναμη ή όχι; Διατηρεί σε πλήρη ισχύ τον νόμο περί casus belli, δηλαδή, αιτίας κήρυξης πολέμου σε περίπτωση άσκησης των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας με την επέκταση των χωρικών της υδάτων στο Αιγαίο ή όχι; Επιδίδεται, σχεδόν σε καθημερινή βάση, σε ποικίλες προκλήσεις έναντι της χώρας μας, από παραβιάσεις του εναέριου χώρου έως υβριδικού τύπου επιθέσεις, με την προώθηση προσφύγων και μεταναστών στη μεταξύ μας μεθόριο ή όχι;
Εάν, λοιπόν, η απάντηση σε αυτά τα ερωτήματα είναι καταφατική, όπως είναι, τότε προς τι ο λόγος περί βημάτων σταδιακής προόδου στις σχέσεις μεταξύ των δυο κρατών και περί επιφυλακτικής αισιοδοξίας αναφορικά με την συνάντηση Μητσοτάκη - Ερντογάν, στο περιθώριο της συνόδου του ΝΑΤΟ στις 14 τρέχοντος;
Μπορεί η προσπάθεια εξασφάλισης ενός κλίματος αποφορτισμένου από πρόσφατες εντάσεις να είναι απολύτως χρήσιμη για αμφότερες τις πλευρές, υπό το φως της τρέχουσας τουριστικής περιόδου και των οικονομικών επιπτώσεων που μας κληροδότησε η πανδημία, όμως ας μη γελιόμαστε. Το άλμα από την πολιτική των κανονιοφόρων έως το «τα βρήκαμε» είναι πολύ μεγάλο.
Έτσι λοιπόν, όσο θεάρεστη κι αν είναι, για λόγους τακτικής ή εξασφάλισης πρόσκαιρων στόχων -και ο οικονομικός προφανώς είναι ένας εξ αυτών-, η προσπάθεια προσέγγισης που σαφώς εμφανίζεται να κάνει η Ελλάδα και ίσως αποτολμά η Τουρκία, ας μην τρέφουμε αυταπάτες περί ουσιαστικότερης αλλαγής των επεκτατικών τουρκικών επιδιώξεων.
Μία χώρα η οποία διατηρεί στρατεύματα ή/και ενισχύει ένοπλες δυνάμεις σε τόσες χώρες, από τη Λιβύη έως το Αζερμπαϊτζάν, στο πλαίσιο των οθωμανικών ονειρώξεων που καλλιεργεί, δεν πρόκειται να μεταβάλει τόσο εύκολα την εξωτερική της πολιτική, ακόμη κι αν αυτή τη διευκολύνει στην επαναπροσέγγισή της με τις ΗΠΑ.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, η αποτίμηση τόσο της πρόσφατης επίσκεψης του υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας Μεβλούτ Τσαβούσογλου όσο και του υφυπουργού Εξωτερικών Σεντάτ Ονάλ οφείλει να μην απομακρύνεται από τη βασική θεώρηση των πραγμάτων, βάσει της οποίας η Τουρκία αποτελεί μία χώρα κατά συρροή παραβάτη του διεθνούς δικαίου, η οποία αντιλαμβάνεται μόνο τον νόμο του ισχυροτέρου.
Η παρούσα πολιτική συγκυρία στη γείτονα, δε, θα δικαιολογούσε κλιμάκωση της έντασης με την Ελλάδα, υπό το φως της οξύτητας τόσο των οικονομικών προβλημάτων με τα οποία είναι αντιμέτωπη, όσο και της αρνητικής τροπής που έχουν λάβει οι γεωπολιτικές φιλοδοξίες Ερντογάν.
Τούτου δοθέντος, η προσπάθεια εξασφάλισης μίας καλοκαιρινής νηνεμίας μεταξύ των δύο κρατών εξυπηρετεί τόσο τις εκατέρωθεν οικονομικές επιδιώξεις όσο και την εξασφάλιση «έξωθεν καλής μαρτυρίας» έναντι του ευρωπαϊκού και αμερικανικού παράγοντα. Παράμετρος ιδιαιτέρως χρήσιμη στην Τουρκία, για την αποφυγή περαιτέρω κυρώσεων, οικονομικών ή άλλων.
Κατά τα λοιπά, ευλόγως, θα ήταν ιδιαιτέρως αφελές να τρέφουμε ψευδαισθήσεις περί πιθανής υπαναχώρησης εκ μέρους της γείτονος σε ό,τι αφορά στους στόχους της εξωτερικής της πολιτικής.
Τα «ερευνητικά» της πλοία είναι έτοιμα να περιδιαβούν το Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο για ακόμη μία φορά, παραβιάζοντας τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας και βεβαίως την κυριαρχία της Δημοκρατίας της Κύπρου, την οποία ούτως ή άλλως η Τουρκία δεν αναγνωρίζει.
Συμπαθής η πολιτική «βήμα βήμα», υπέρ της οποίας τάσσονται εσχάτως οι φίλτατοι του Υπουργείου Εξωτερικών, αλλά ας μην αποτελέσει αιτία απώλειας... προσήλωσης.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.