Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που προωθεί η παρούσα κυβέρνηση όχι μόνον αποδομεί ό,τι ψιχία έχουν απομείνει εκ του περίφημου νόμου Διαμαντοπούλου, ο οποίος είχε τύχει πρωτοφανούς διακομματικής συναίνεσης κατά την έγκρισή του από τη Βουλή το 2011, αλλά είναι βέβαιον ότι και η ίδια θα αντιστραφεί εάν αναλάβουν την εξουσία οι πολιτικοί αντίπαλοι του ΣΥΡΙΖΑ.
Ως προς αυτό ουδεμία αμφιβολία άφησε ο αντιπρόεδρος της ΝΔ, Κ. Χατζηδάκης, ο οποίος κατέστησε σαφές χθες από του βήματος της Βουλής ότι «δεν θα εφαρμόσουμε τα σχέδια και τις ιδεοληψίες του κ. Γαβρόγλου. Θα εφαρμόσουμε το πρόγραμμα της ΝΔ».
Τόσο ο κ. Κ. Γαβρόγλου, ως υπουργός Παιδείας της νομίμου κυβέρνησης της χώρας, όσο και ο κ. Χατζηδάκης, ως μέλος της ηγεσίας του κόμματος το οποίο εμφανίζεται ως ο κυριότερος διεκδικητής της εξουσίας, έχουν κάθε δικαίωμα να προωθούν την ατζέντα βάσει της οποίας εξελέγησαν -και ελπίζουν να επανεκλεγούν- και των όποιων προβλέψεων αυτή έχει για τον τομέα της Παιδείας.
Αυτή είναι, εξάλλου, η φύση του δημοκρατικού πολιτεύματος.
Ως αποτέλεσμα, όμως, της πρακτικής αυτής, η δευτεροβάθμια και η τριτοβάθμια εκπαίδευση σε αυτή τη χώρα οδηγούνται σε μία σχεδόν αέναη διαδικασία μεταρρύθμισης, γεγονός με σαφείς επιπτώσεις στην αποτελεσματικότητά τους.
Όπως έχουν επανειλημμένως επισημάνει οι κυριότεροι παραγωγικοί φορείς του τόπου, με πρώτον τον ΣΕΒ, υπό την παρούσα μορφή του το εκπαιδευτικό σύστημα αδυνατεί να ανταποκριθεί στα ζητούμενα της οικονομίας και κατ’ επέκταση της κοινωνίας. Αδυνατεί, δηλαδή, να εξοπλίσει τους νέους της χώρας με γνώσεις και δεξιότητες οι οποίες τελούν εν ανεπαρκεία στην οικονομία και θα μπορούσαν να διασφαλίσουν την απασχόληση όσων τις κατέχουν αλλά και την κάλυψη των αναγκών της ελληνικής μεταποίησης ή των λοιπών οικονομικών κλάδων.
Υπό αυτό το πρίσμα, ελάχιστη αξία έχει η ανάλωση της συζήτησης περί το τελευταίο νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας για τα ΤΕΙ-ΑΕΙ, ως προς τη διάρκεια της διαβούλευσης που υπήρξε για αυτό -η οποία ήταν μακρά κατά τον κ. Γαβρόγλου και ανύπαρκτη κατά την αντιπολίτευση-, ή ακόμη στον «ρουσφετολογικό» ή μη χαρακτήρα ορισμένων εκ των βουλευτικών τροπολογιών του, όσο κυριότερα στο τελικό της αποτέλεσμα, επί του οποίου προκύπτει μία κραυγαλέα διαφωνία.
Σε αυτή τη βάση και με τον βραχύ βίο που προβλέπεται να έχει το συγκεκριμένο νομοθέτημα, πώς μπορεί να υπερηφανευτεί η χώρα μας για τη σταθερότητα του εκπαιδευτικού της συστήματος; Επί ποιων θεμελίων μπορούν να κτίσουν τις αποφάσεις τους οι μελλοντικοί φοιτητές, όταν το εκπαιδευτικό μας σύστημα προσομοιάζει με πλίνθους και κεράμους ατάκτως ερριμμένους και αναδομείται με κάθε κυβερνητική αλλαγή;
«Η Παιδεία είναι ένας τομέας που και στα πιο υποβαθμισμένα δημοκρατικά κράτη επιχειρείται μια συναίνεση», δήλωσε χθες ο πρόεδρος της Ένωσης Κεντρώων, από το βήμα της Βουλής, στη συζήτηση του νομοσχεδίου για την Παιδεία και σημείωσε: «Στην Παιδεία δεν πρέπει να υπάρχουν αιφνιδιασμοί και αλλαγές νόμων εν μέσω του έτους».
Δεν έχει άδικο ο φίλτατος κ. Β. Λεβέντης. Αποτελεί, δε, γνώρισμα ήττας του πολιτικού κόσμου και βεβαίως του ίδιου του «συστήματος» τόσο η απουσία σταθερότητας και μακροβιότητας του εκπαιδευτικού συστήματος όσο και η αδυναμία του να ανταποκριθεί στα οικονομικά και κοινωνικά ζητούμενα της χώρας μας.
Αποτελεί, πολύ απλά, γνώρισμα ενός χρεοκοπημένου συστήματος.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.