Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Αυτός που ανέδειξε πολιτικά το θέμα -με επανειλημμένες αναφορές του κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών- ήταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Για ακριβώς το ίδιο θέμα, όμως, η κυβέρνηση διάκειται θετικά ήδη από το 2016, όπως μας διαβεβαίωσαν χθες τόσο ο αντιπρόεδρός της και υπουργός Οικονομίας Γιάννης Δραγασάκης, όσο και ο υπουργός Επικρατείας Αλέκος Φλαμπουράρης.
Πώς γίνεται, λοιπόν, για ένα θέμα που κάνει «παντιέρα» η αξιωματική αντιπολίτευση και η κυβέρνηση συμφωνεί ότι πρέπει να λυθεί, να μη λαμβάνεται απολύτως καμία νομοθετική πρωτοβουλία επί τόσο καιρό και μάλιστα ενώ συζητείται στη Βουλή ένα εντελώς συναφές νομοσχέδιο;
Ο λόγος για τους περίφημους «συνεπείς δανειολήπτες» και την ανάγκη επιβράβευσής τους για αυτήν τους τη συνέπεια εν μέσω κρίσης, την ίδια ώρα που χιλιάδες άλλοι είτε αδυνατούσαν -κατά τρόπο γνήσιο και ειλικρινή- να ανταποκριθούν στις αντίστοιχες δικές τους υποχρεώσεις, είτε υιοθετούσαν τον ρόλο του «στρατηγικού»… κακοπληρωτή.
Κατά την κοινοβουλευτική συζήτηση επί του νομοσχεδίου για την προστασία της Α' κατοικίας -νομοθετήματος με αντικείμενο, δηλαδή, απολύτως σχετικό-, η βουλευτής της ΝΔ Ντ. Μπακογιάννη επανέφερε το θέμα επισημαίνοντας τις σχετικές παρεμβάσεις του προέδρου της ΝΔ, Κ. Μητσοτάκη.
«Δεν παρακολουθείτε τις αποφάσεις του κυβερνητικού συμβουλίου, που από το 2016 έχουμε αποφασίσει και έχουμε ζητήσει από τις τράπεζες να κάνουν αυτό το οποίο λέμε, να δείχνουν μια αναγνώριση στους καλοπληρωτές», αντέτεινε ο κ. Δραγασάκης.
«Εμείς ως κυβέρνηση δεν είμαστε αντίθετοι με τη σκέψη της επιβράβευσης του καλού, του συνεπούς στις υποχρεώσεις του. Προσωπικά το έχω πει άπειρες φορές και στους τραπεζίτες», σημείωσε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης. Για να προσθέσει, απευθυνόμενος προς την κα Μπακογιάννη: «Εάν θέλετε να κάνετε μια τροπολογία, θα τη δούμε θετικά».
Σε περίπου ταυτόσημο χρόνο, κατά τη χθεσινή ομιλία του προς την κοινοβουλευτική ομάδα της ΝΔ, ο Κυριάκος Μητσοτάκης προχωρούσε στη διατύπωση «πρότασης» προς την κυβέρνηση να αξιοποιηθεί για την επιβράβευση των συνεπών δανειοληπτών η δυνατότητα που δόθηκε -με τροπολογία που εμπεριέχεται στο ίδιο νομοσχέδιο- προς τις τράπεζες να συμψηφίζουν πιστωτικές διαφορές με φορολογικές υποχρεώσεις.
Η σχετική τροπολογία προβλέπει, δε, συνολικό κόστος για τον προϋπολογισμό ύψους 300 εκατ. ευρώ για εύρος δεκαετίας, ήτοι 30 εκατ. ευρώ ετησίως. «Τα 30 εκατομμύρια, τα οποία δίνει η κυβέρνηση στις τράπεζες σήμερα, ας πάνε για ελάφρυνση αυτών των συμπολιτών μας», τόνισε χαρακτηριστικά ο φίλτατος κ. Μητσοτάκης.
Άκρως ενδιαφέροντα όλα αυτά, ίσως, να επισημάνει κανείς και συγχαρητήρια στις κυριότερες πολιτικές δυνάμεις του τόπου που διαγκωνίζονται ποια θα φανεί πλησιέστερα στο πλευρό των συνεπών δανειοληπτών. Αυτό που προκαλεί απορία, όμως, είναι η παντελής απουσία «έργων», παρά την πληθώρα των «λόγων».
Γιατί, δηλαδή, αφού η κυβέρνηση «βλέπει» τόσο θετικά το συγκεκριμένο θέμα, δεν καταθέτει μία νομοθετική ρύθμιση για την αντιμετώπισή του και αντιστοίχως, αφού η αξιωματική αντιπολίτευση έχει συγκεκριμένες «ιδέες» και συνάμα το «πράσινο φως» της κυβέρνησης, γιατί δεν τις διατυπώνει με τη μορφή τροπολογίας, ώστε επιτέλους να επιβραβευτούν οι «συνεπείς δανειολήπτες»;
Εντέλει αφού «τα βρίσκουν» επί του θέματος κυβέρνηση και αξιωματική αντιπολίτευση, γιατί αυτό παραμένει «άλυτο»;
Διότι εδώ, είτε έχουμε μία κλασική περίπτωση προεκλογικών «ευχολογίων», για να το θέσουμε ευσχήμως, είτε άλλα προβλήματα που ενδεχομένως συνδέονται με την όλη υπόθεση, καθώς στις τράπεζες αφενός δεν μπορείς να… επιβάλλεις «λύσεις» και αφετέρου, δεν μπορείς να δώσεις «κρατικές ενισχύσεις»…
Εάν «δεν μπορείς», όμως, τότε τι τάζεις;
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.