Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Ατενίζοντας την ακόμη αναξιοποίητη έκταση του Ελληνικού, ο πρόεδρος της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης διερωτήθηκε χθες -σε μεγάλο βαθμό δικαίως- σχετικά με τον βαθμό προσήλωσης της κυβέρνησης στην προώθηση μεγάλων αναπτυξιακών έργων, όπως αυτό.
«Η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ουδέποτε πίστεψε στο Ελληνικό ως ένα κορυφαίο αναπτυξιακό έργο», είπε χαρακτηριστικά. Σύμφωνα με τον ίδιο, «ο χώρος του παλιού αεροδρομίου του Ελληνικού συμβολίζει την απόλυτη αναπτυξιακή αποτυχία της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ» και δεσμεύτηκε ότι το συγκεκριμένο έργο θα αποτελέσει «απόλυτη αναπτυξιακή προτεραιότητα», εφόσον αναλάβει τα ηνία της κυβέρνησης.
Η αλήθεια είναι ότι το έδαφος είναι εύφορο για αυτού του είδους την κριτική. Ακόμη κι αν εξαιρέσουμε την προ 2015 ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ κατά της παραχώρησης του Ελληνικού, το γεγονός ότι το έργο ακόμη λιμνάζει και εξακολουθεί να προσκρούει κατά καιρούς σε διάφορα -γραφειοκρατικά και άλλα- εμπόδια είναι ενδεικτικό καταστάσεων που δεν έχει κατορθώσει να υπερβεί η παρούσα κυβέρνηση.
Αντίστοιχο έδαφος, δε, υφίσταται και σε άλλες μεγάλες επενδύσεις, ανά την Ελλάδα, από την Αφάντου της Ρόδου έως τις Σκουριές της Χαλκιδικής ή ακόμη και στον Πειραιά (Cosco-OΛΠ), για διαφορετικούς λόγους, κατά περίπτωση.
Παρ' όλα αυτά, σειρά άλλων επενδύσεων έχει προωθηθεί στους τομείς της ενέργειας, των μεταφορών και αλλού, είτε μέσω του προγράμματος του ΤΑΙΠΕΔ, είτε αυτονόμως, αντικατοπτρίζοντας σε μεγάλο βαθμό τη μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ στη διάρκεια της τελευταίας τετραετίας, από ένα κόμμα διαμαρτυρίας, σε ένα κόμμα που βρίσκεται πλέον πλησιέστερα στην επιχειρηματικότητα και τις ιδιωτικές επενδύσεις.
Υπάρχουν, ωστόσο, «γκρίζες ζώνες».
Μολονότι η παράμετρος των ιδιωτικών επενδύσεων έχει πλέον ενσωματωθεί στη ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ ως ο κύριος δρόμος προς την ανάπτυξη, είναι ίσως χαρακτηριστικό ότι η προσπάθεια του κυβερνώντος κόμματος για την ανάσχεση του brain drain (φυγή εγκεφάλων) διεξήχθη, όπως μας είπε χθες και ο πρωθυπουργός Α. Τσίπρας, μέσω της αύξησης της χρηματοδότησης κρατικών και πανεπιστημιακών ερευνητικών φορέων.
Υπό το πρίσμα αυτό, οι αντιφάσεις παραμένουν ακόμη ορατές.
Κατά ακριβώς τον ίδιο τρόπο, όμως, είναι επίσης σαφείς αντίστοιχες αντιφάσεις και στο στρατόπεδο της Νέας Δημοκρατίας. Αν και το φιλο-επενδυτικό προφίλ του κ. Κ. Μητσοτάκη είναι ξεκάθαρο, καταλαμβάνοντας σημαντικό ποσοστό του πολιτικού του «DNA», το ίδιο δεν μπορεί να λεχθεί ευχερώς και για άλλα τμήματα του κόμματος του οποίου ηγείται.
Η ΝΔ ήταν πάντα ένα πολυσυλλεκτικό και -σε μεγάλο βαθμό- πλουραλιστικό κόμμα, ενσωματώνοντας διαφορετικές τάσεις της δεξιάς και του κέντρου, μεταξύ των οποίων δεν υπήρχε πάντα ταύτιση απόψεων σχετικά με τον ρόλο του κράτους στην οικονομία και την παρεμβατικότητα που αυτό θα έπρεπε να έχει στη λειτουργία της.
Ως αποτέλεσμα η υποβόσκουσα «μάχη» μεταξύ των εκπροσώπων της λεγομένης «λαϊκής δεξιάς» και εκείνων που πρεσβεύουν την πλήρη απεξάρτηση της οικονομίας από το κράτος, με τον περιορισμό του σε εποπτικό ρόλο, είναι πάντα παρούσα.
Θα παραμείνει, δε, ως τέτοια, στην προσπάθεια της ΝΔ να μεγεθύνει το λαϊκό της έρεισμα καθ' οδόν προς τις εκλογές, εάν στόχος της είναι η αυτοδυναμία.
Υπό το πρίσμα αυτό, το στοίχημα Μητσοτάκη για την αναθέρμανση της ελληνικής οικονομίας και την εξασφάλιση υψηλών ρυθμών ανάπτυξης δεν άπτεται μόνον της κατάκτησης της εξουσίας, αλλά και της επικράτησης επί των τάσεων εκείνων στη ΝΔ που ακόμη πρεσβεύουν την ανάγκη για κυρίαρχο ρόλο του κράτους στην οικονομία.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.