Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Όποιες κι αν είναι οι ακριβείς διαστάσεις ή η σοβαρότητα της συζήτησης που κυριαρχεί στην επικαιρότητα, υπό τον γενικό τίτλο «υπόθεση Πολάκη», αυτή δεν παύει να είναι «εκτός θέματος».
Όχι επειδή δεν αφορά στα θεμελιώδη, τα οποία τόσο πάσχουν στην πατρίδα μας, όσο κυριότερα, επειδή δεν αφορά στη «μεγάλη εικόνα».
Την εικόνα που θέλει τη χώρα μας να επιχειρεί να σταθεί ξανά στα πόδια της μετά από μία πολυετή ύφεση, ώστε να εξασφαλίσει ένα μίνιμουμ κανονικότητας για τους πολίτες της.
Πέραν του γεγονότος ότι «η υπόθεση Πολάκη» συνιστά μία σαφή ένδειξη του βεβαρημένου κλίματος εντός του οποίου θα βαδίσει η Ελλάδα προς τις αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις με τις οποίες είναι αντιμέτωπη εφέτος, η επικράτησή της -έστω σε όρους ειδησεογραφίας- αναλώνει χρήσιμο πολιτικό κεφάλαιο και δυνατότητα διαλόγου, για τα επί της ουσίας προβλήματα του τόπου.
Την ίδια ώρα που ασχολούμαστε με αυτή την υπόθεση, παραβλέπουμε ότι ακόμη και κατά τη χρονιά-ρεκόρ της τελευταίας δεκαετίας, το 2017, οι άμεσες ξένες επενδύσεις στην Ελλάδα δεν ξεπέρασαν σημαντικά τα 3,2 δισ. ευρώ ενώ στην οικονομικά «ομοειδή» Πορτογαλία ήσαν σχεδόν διπλάσιες, στα 6,13 δισ. ευρώ (6,95 δισ. δολ. ΗΠΑ, έναντι 6,3 δισ. δολ. το 2016), σύμφωνα με στοιχεία του UNCTAD World Investment Report 2018.
Παραβλέπουμε, με άλλα λόγια, αυτό που κορυφαίες εργοδοτικές οργανώσεις, όπως ο ΣΕΒ, δεν χάνουν ευκαιρία να επαναλάβουν. Η χώρα μας δεν χρειάζεται απλώς επενδύσεις αλλά ένα πραγματικό επενδυτικό σοκ, ώστε να μπορέσει να ατενίσει ξανά με αισιοδοξία το μέλλον.
Ως αποτέλεσμα, δε, παραβλέπουμε ότι η «επίσημη» ανεργία διαμορφώνεται ακόμη στο επίπεδο του 18,5% καθώς και ότι η συντριπτική πλειονότητα των νέων θέσεων εργασίας αφορά σε χαμηλά αμειβόμενη μερική απασχόληση.
Έτσι, λοιπόν, όταν το πολιτικό προσωπικό της χώρας αναλώνεται στην -απολύτως σοβαρή, κατά τα λοιπά- «υπόθεση Πολάκη», εμφανίζεται να κωφεύει στην ανάγκη διεξαγωγής αυτού του διαλόγου και δη κατά τρόπο εποικοδομητικό, που να ξεφεύγει των ιαχών και των κραυγών, οι οποίες τείνουν να χαρακτηρίσουν την πολιτική συζήτηση στις ημέρες μας.
Έτσι, όταν κοπάσει ο κουρνιαχτός, ίσως, θα ήταν χρήσιμο να δούμε, για παράδειγμα, όσα μας είπε χθες ο φίλτατος κ. Φρ. Κουτεντάκης, επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, σχετικά με τις καθυστερήσεις στην εκπλήρωση των «μεταμνημονιακών» δεσμεύσεών μας έναντι εταίρων και δανειστών.
Καθυστερήσεων οι οποίες όχι μόνο διακυβεύουν την ομαλή εκταμίευση ποσού σχεδόν ενός δισ. ευρώ εκ των κερδών που αποκόμισαν οι κεντρικές τράπεζες από ελληνικά ομόλογα που κατέχουν (SMPs και ANFAs) αλλά κυριότερα υποσκάπτουν την όποια εμπιστοσύνη είχε κατορθώσει να ανακτήσει η χώρα μας έναντι του διεθνούς επενδυτικού κοινού, κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών.
Πρόκειται για ένα «κοινό», δε, από το οποίο εξαρτάται απόλυτα η Ελλάδα, τόσο για την ανάκτηση της πρόσβασής της στις αγορές όσο και για την κάλυψη του επενδυτικού κενού, ύψους 100 δισ. ευρώ, για το οποίο κάνει λόγο ο ΣΕΒ.
Η συζήτηση για την «υπόθεση Πολάκη» και τις όποιες παραφυάδες της, ευλόγως, όχι μόνον οφείλει να γίνει αλλά πρέπει να καταλήξει και στα προσήκοντα συμπεράσματα -και άρα δράσεις-, όπως υποστηρίξαμε και χθες από αυτό το μετερίζι.
Ας μην «ξεχνιόμαστε», όμως. Αλλού είναι τα πραγματικά προβλήματα.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.