Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Όταν η γερμανική προσήλωση στα μηδενικά ελλείμματα είναι δογματικού χαρακτήρα, σε βαθμό, μάλιστα, που να επηρεάζεται το αξιόμαχο των ενόπλων δυνάμεων αυτής της χώρας εξαιτίας των περικοπών, γιατί θα έπρεπε η Ελλάδα να αναμένει κάτι «το ιδιαίτερο» σε ό,τι αφορά στην ελάφρυνση του δικού της χρέους;
Ακόμη περισσότερο, γιατί θα έπρεπε η Ευρωπαϊκή Ένωση να ελπίζει στην αποκατάσταση σφαλμάτων του παρελθόντος επί ζητημάτων οικονομικής πολιτικής ή ακόμη και ασφάλειας-άμυνας, μέσω ενός πιο γενναιόδωρου κοινοτικού προϋπολογισμού, όταν το ισχυρότερο κράτος-μέλος της στυλώνει τα πόδια, εκφράζοντας ενστάσεις για την αύξησή του, πριν αυτός καλά καλά δημοσιευτεί;
Πρόσφατα, το έγκυρο περιοδικό Spiegel φιλοξένησε δημοσίευμα σύμφωνα με το οποίο η πολεμική αεροπορία της Γερμανίας διαθέτει σε επιχειρησιακή ετοιμότητα μόνο 4 αεροσκάφη Eurofighter. εκ των 128 που συνολικά έχει, αυτού του τύπου.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα, το περιεχόμενο του οποίου δεν διαψεύστηκε από τις γερμανικές αρχές, αίτιο της εξέλιξης είναι αφενός, ένα πολύπλοκο πρόβλημα τεχνικού χαρακτήρα, το οποίο δεν μπορεί άμεσα να επιλυθεί και αφετέρου, οι περικοπές δαπανών.
Για την ακρίβεια, η υπουργός άμυνας Ούρσουλα Φον ντερ Λέιεν ζήτησε πρόσφατα την αύξηση των αμυντικών δαπανών κατά 12 δισ. ευρώ μέχρι το 2021, για να εισπράξει την άρνηση του ομολόγου της επί των οικονομικών Όλαφ Σολτς, ο οποίος εμφανίζεται διατεθειμένος να διαθέσει μόνο 5,5 δισ. ευρώ για την επομένη τετραετία, γεγονός που αναμένεται να αντικατοπτριστεί ακόμη και στην αθέτηση ορισμένων εκ των συμφωνιών προμήθειας αμυντικού υλικού που έχει ήδη συνάψει η Γερμανία.
Όλα αυτά, δε, ενώ ο αμερικανο-γερμανικός «καβγάς» σχετικά με το ύψος των αμυντικών δαπανών της Γερμανίας καλά κρατεί εδώ και καιρό, με την Ουάσινγκτον να μιλά για αθέτηση των υποχρεώσεων του Βερολίνου έναντι του ΝΑΤΟ.
Σύμφωνα με την DW, ως αποτέλεσμα της «δογματικής προσήλωσης» που επιδεικνύει ο Σολτς στην πολιτική των μηδενικών ελλειμμάτων -την οποία θέσπισε ο προκάτοχος της θέσης του Β. Σόιμπλε-, έχει προκληθεί η μήνις της αντιπολίτευσης αλλά και μερίδας του Τύπου, η οποία έφθασε μάλιστα να μιλήσει για «εκλογική απάτη».
Όλα αυτά ίσως γίνουν καλύτερα κατανοητά υπό το φως των λεπτών συσχετισμών δυνάμεων στην Μπούντεσταγκ και βεβαίως στην ίδια τη γερμανική κυβέρνηση, η οποία μετά τόσων κόπων συγκροτήθηκε.
Όπως επισημαίνουν έγκυροι παρατηρητές, η άνοδος των ακροδεξιών του AfD οδηγεί τους Χριστιανοδημοκράτες να «στοιχίζονται» με τους υπερσυντηρητικούς οικονομικά Φιλελεύθερους, γεγονός που κατατείνει στην επικράτηση της πολιτικής Σόιμπλε περί πλεονασματικών ή τουλάχιστον ισοσκελισμένων προϋπολογισμών, όπως αυτός που υπερψηφίστηκε πρόσφατα.
Ως αποτέλεσμα, όμως, των δικών της εγχώριων πολιτικών συσχετισμών η Γερμανία καθίσταται σήμερα το μεγαλύτερο εμπόδιο τόσο στην επικράτηση του ιδεολογήματος Μακρόν σχετικά με μία νέα Ευρώπη, απαλλαγμένη από τα λάθη του παρελθόντος -για την οποία τόσα ακούσαμε κατά την ομιλία του στην Πνύκα- όσο και για την υπόθεση της διευθέτησης του ελληνικού δημόσιου χρέους.
Ενδεχομένως, η επιφυλακτικότητα Σολτς να αφορά μία διαπραγματευτική τεχνική, τόσο στην περίπτωση Μακρόν - Γιούνκερ (κοινοτικός προϋπολογισμός) όσο και σε ό,τι αφορά στην Αθήνα και ασφαλώς η υπόθεση μπορεί να κριθεί μόνο στο τέλος και εκ του αποτελέσματος.
Όμως, όπως έχουν σήμερα τα πράγματα, αντί για ηγήτωρ, η Γερμανία εμφανίζεται ως το βαρίδι της Ευρώπης, με κίνδυνο να συμπαρασύρει τους πάντες…
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.