Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Απουσία εμπιστοσύνης. Αυτό ήταν το ελληνικό πρόβλημα και αυτό παραμένει, παρά τον οκταετή μνημονιακό βίο της χώρας.
Εάν δεν ήταν έτσι, θα το βλέπαμε στις αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων, οι οποίες εξακολουθούν να βρίσκονται περί το «ακριβό» 4%, αλλά και στο επίπεδο των άμεσων ξένων επενδύσεων, οι οποίες παρά την ουσιαστική άνοδό τους το 2017 εξακολουθούν να παραμένουν σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα, που δεν αρκούν για να βγάλουν τη χώρα από την κρίση.
Μολονότι οφείλουμε να μην παραβλέψουμε ούτε προς στιγμή τα ζητήματα «εγχώριας κατανάλωσης» που καθιστούν επιφυλακτική τη Γερμανία έναντι των γαλλικών προτάσεων για τη διευθέτηση της υπόθεσης του ελληνικού χρέους (σύνδεση με ανάπτυξη), ουδεμία αμφιβολία υπάρχει ότι ιδιαίτερα σημαντική πτυχή των συζητήσεων για τη διευθέτηση του χρέους παραμένει το έλλειμμα εμπιστοσύνης έναντι της Ελλάδας.
Ένα έλλειμμα το οποίο τροφοδοτείται όχι μόνον από τις ανησυχίες για ενδεχόμενη δημοσιονομική εκτροπή, μέσω προσλήψεων και παροχών, αλλά κυριότερα εξαιτίας του κινδύνου πολιτικής αστάθειας και αλλεπάλληλων εκλογικών αναμετρήσεων το προσεχές διάστημα.
Γιατί να συναινέσουν οι εταίροι και δανειστές μας σε μία γενναία ρύθμιση του ελληνικού χρέους, ενόσω απουσιάζει ένα εθνικό σχέδιο οικονομικής ανασυγκρότησης, το οποίο θα φέρει διακομματική ή εντέλει ευρύτερη αποδοχή εκ μέρους του πολιτικού κόσμου της χώρας;
Γιατί να αγνοήσουν το ενδεχόμενο πολιτικής αστάθειας και άρα τον αυξημένο κίνδυνο δημοσιονομικής εκτροπής, όταν ο κίνδυνος αλλεπάλληλων εκλογικών αναμετρήσεων, είτε εξαιτίας των αλλαγών στον εκλογικό νόμο, είτε επ’ αφορμή της εκλογής του επόμενου προέδρου της Δημοκρατίας, είναι τόσο σαφής;
Εάν θέλουμε η χώρα να σταθεί μία ώρα αρχύτερα στα πόδια της, οφείλουμε να μην αγνοήσουμε το έλλειμμα εμπιστοσύνης που ακόμη αυτή έχει έναντι των εταίρων της αλλά και της διεθνούς επενδυτικής κοινότητας.
Εντέλει, όπως είπε χθες από το βήμα του επενδυτικού συνεδρίου που διοργάνωσε ο ΣΕΒ, ο φίλτατος κ. Στ. Θεοδωράκης, η ενίσχυση των επενδύσεων οφείλει να είναι εθνικός στόχος. Οι εθνικοί στόχοι, δε, κατακτώνται μόνο μέσω εθνικών προσπαθειών.
Εάν το αναπτυξιακό σχέδιο που θέτει η κυβέρνηση υπόψη των εταίρων μας στην ευρωζώνη δεν φέρει τη συναίνεση των παραγωγικών τάξεων και βεβαίως της αντιπολίτευσης -και δη της αξιωματικής-, γιατί έπρεπε να τύχει της εμπιστοσύνης τους;
Όταν ακούν ότι αυτό το σχέδιο δεν δεσμεύει το κόμμα που φέρει σήμερα τα υψηλότερα ποσοστά στις δημοσκοπήσεις πρόθεσης ψήφου, τη ΝΔ, γιατί θα έπρεπε να πιστέψουν ότι θα εφαρμοστεί και από την επόμενη κυβέρνηση, όποια κι αν είναι αυτή;
Οι δυσκαμψίες και τα προβλήματα εξαιτίας των οποίων η Ελλάδα παραμένει ένας μη ελκυστικός τόπος επενδύσεων είναι γνωστά και αποτυπωμένα πολλαπλώς.
Άπτονται, δε, κυρίως του φορολογικού συστήματος, της γραφειοκρατίας, της χρονοβόρου διαδικασίας αδειοδοτήσεων, της απουσίας διαφάνειας και υγιών όρων ανταγωνισμού καθώς και του αργού τρόπου απονομής δικαιοσύνης.
Ας υπάρξει πολιτική συναίνεση, τουλάχιστον, ως προς αυτό, το οφθαλμοφανές και χιλιοειπωμένο και ας συναινέσουν τα κυριότερα πολιτικά κόμματα του τόπου ότι ανεξαρτήτως των πολιτικών εξελίξεων, θα επικεντρωθούν στην αντιμετώπιση αυτών των προβλημάτων.
Το ζητούμενο δεν είναι η υπέρβαση όσων χωρίζουν τους πολιτικούς εκπροσώπους μας αλλά η δημιουργία ενός ελάχιστου κοινού εδάφους, επί του οποίου μπορεί να χτιστεί εμπιστοσύνη προς τη χώρα μας.
Ας δείξουμε, αν μη τι άλλο, ότι αντιλαμβανόμαστε τα στραβά αυτού του τόπου και ότι είμαστε σε θέση να τα θεραπεύσουμε.
Αυτό δεν είναι εντέλει το ζητούμενο, ώστε να σταθεί η χώρα στα πόδια της;
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.