Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Μετά από οκτώ χρόνια μνημονίου και χρηματοδοτικής στήριξης από τους Ευρωπαίους εταίρους και λοιπούς δανειστές της, η Ελλάδα ευελπιστεί να ανακτήσει εφέτος την αυτοδύναμη πορεία της.
Η εκπνοή του μνημονίου, στις 20 Αυγούστου, θα σημάνει και τον τερματισμό αυτής της χρηματοδοτικής στήριξης και υπό το πρίσμα αυτό, κύριος στόχος της Αθήνας στο συγκεκριμένο πεδίο οφείλει να είναι η πλήρης ανάκτηση της πρόσβασής της στις διεθνείς αγορές.
Μολονότι βήματα -όντως ενθαρρυντικά- έχουν ήδη γίνει προς αυτή την κατεύθυνση, μέσω των τελευταίων εκδόσεων καθώς και της αναχρηματοδότησης των ομολόγων του PSI, η χώρα μας ακόμη απέχει από αυτόν τον στόχο, όπως καταδεικνύουν οι αποδόσεις των ομολόγων της.
Δανειζόμαστε με κόστος περίπου τριπλάσιο εκείνου της Πορτογαλίας, η οποία θεωρείται ως «μέγεθος» ευθέως συγκρίσιμο του δικού μας, δεδομένου του πρόσφατου μνημονιακού της βίου αλλά και των οικονομικών της διαστάσεων.
Ειδοποιός διαφορά παραμένει βεβαίως το επίπεδο του χρέους -καθώς η Πορτογαλία εμφάνισε το 2017 σχέση χρέους προς ΑΕΠ στο επίπεδο του 125,7% έναντι σχεδόν 178% της Ελλάδας- και ο τρόπος που αυτό το ζήτημα θα «διευθετηθεί» από τους Ευρωπαίους εταίρους μας.
«Κλειδί» σε όλη αυτή την εξίσωση ήταν και παραμένει ο βαθμός εμπιστοσύνης που τρέφουν τόσο οι διεθνείς αγορές έναντι της χώρας μας όσο και οι εταίροι της στην ευρωζώνη.
Υπό το πρίσμα αυτό, το τελευταίο που θα έπρεπε να επιθυμεί η Αθήνα θα ήταν ένας νέος γύρος αντιπαράθεσης με τους θεσμούς, είτε επ’ αφορμή των προαπαιτούμενων ενεργειών της τέταρτης και τελευταίας αξιολόγησης του προγράμματος προσαρμογής, είτε των συζητήσεων για το χρέος και τον μηχανισμό εποπτείας που αναμένεται να συνδεθεί με τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους στη μετά μνημόνιο εποχή.
Η παρούσα συγκυρία, πολύ απλά, δεν προσφέρεται για ένα γύρο νέας εσωστρέφειας.
Πολύ περισσότερο όταν εμφανίζονται τόσο ρευστά, κρίσιμα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, όπως της ΠΓΔΜ και των ελληνο-τουρκικών σχέσεων, τα οποία απαιτούν την προσοχή της Αθήνας κατά τρόπο απερίσπαστο.
Μάχες σε τρία ανοικτά μέτωπα δεν είναι φρόνιμο να δίνουμε, τουλάχιστον ενόσω η χώρα μας δεν έχει ακόμη σταθεί στα πόδια της.
Τούτων δοθέντων, η χθεσινή επισήμανση του υπουργού Εξωτερικών Ν. Κοτζιά, αναφορικά με την ΠΓΔΜ, ότι «το κλειδί για επίλυση του ονοματολογικού είναι ο ρεαλισμός, ο πραγματισμός και η αντίληψη ότι πρέπει να κάνουμε συμβιβασμούς, όχι σάπιους, αλλά συμβιβασμούς που θα κερδίσουν και οι δύο πλευρές», είναι ιδιαίτερα επίκαιρη αλλά και χρήσιμη.
Τόσο έναντι των βορείων γειτόνων μας, όσο και εγχωρίως, με την ελπίδα να φθάσει σε κάποιου είδους ολοκλήρωση αυτό το μείζον εθνικό θέμα και να μην καταστεί εκ νέου πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης ή εκμετάλλευσης.
Ούτως ή άλλως, οι εξ ανατολών κίνδυνοι είναι σαφώς σημαντικότεροι και δεν άπτονται συμβιβασμών ή υπαναχωρήσεων.
Έτσι, λοιπόν, ενόσω η συγκυρία εμφανίζεται ακόμη πρόσφορη, τόσο στο πεδίο των εκκρεμοτήτων μας με την ΠΓΔΜ όσο και έναντι των εταίρων μας, ας σταθούμε στο ύψος των περιστάσεων και ας μην υποτροπιάσουμε σε σφάλματα του παρελθόντος.
Η ένταση στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής βρίσκεται στο ζενίθ και η τουρκική προκλητικότητα βαίνει ολοένα αυξανόμενη.
Ας την αντιμετωπίσουμε απερίσπαστοι, κλείνοντας τα λοιπά μέτωπα, κατά τρόπο αποτελεσματικό.
Διαθέτουμε αυτή την ικανότητα;
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.