Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Ως ιδέα, αν και βασίζεται κυρίως στο κεϋνσιανό πρότυπο των κρατικών παρεμβάσεων για την ανόρθωση της οικονομίας σε καιρό ύφεσης, δεν είναι κακή.
Ούτως ή άλλως, η «αποταμίευση», έστω και κρατική, διότι εντέλει περί αυτού πρόκειται, συνιστά σώφρονα πολιτική για οποιοδήποτε «νοικοκυριό» που έχει αυτή τη δυνατότητα.
Η τελική τύχη, όμως, της πρότασης που απηύθυνε χθες η επικεφαλής του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου Κριστίν Λαγκάρντ προς τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης, σχετικά με τη δημιουργία ενός «Ταμείου» στο οποίο θα εισφέρουν και συνάμα θα αντλούν κεφάλαια, στη βάση προσυμπεφωνημένων ποσοστώσεων, είναι άδηλη.
Και τούτο, κυρίως, για δύο λόγους.
Πρώτον, εξαιτίας της διστακτικότητας με την οποία ομάδα δημοσιονομικά υγιών κρατών του Βορρά της ευρωζώνης, με επικεφαλής την Ολλανδία, αντιμετωπίζουν αυτή την πρόταση, κρίνοντας ότι η αναγκαία χρηματοδότηση για τη δημιουργία αυτού του Ταμείου θα αποτελούσε υπέρμετρο ή και περιττό βάρος για τον προϋπολογισμό τους.
Δεύτερον, επειδή αποτελεί λύση εμβαλωματικού χαρακτήρα για την αντιμετώπιση θεμελιωδών προβλημάτων δημοσιονομικού χαρακτήρα, τα οποία συνοδεύουν την ευρωζώνη από τη δημιουργία της έως σήμερα.
Αυτό που προτείνει η φιλτάτη Λαγκάρντ αφορά, λίγο-πολύ, τη δημιουργία μίας κοινοπρακτικής ασφαλιστικής εταιρίας, προς την οποία τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης θα εισφέρουν κεφάλαια κατ’ αναλογία του ποσού που επιθυμούν να αντλήσουν σε καιρό ύφεσης, ώστε να αναθερμάνουν τις οικονομίες τους.
Με λίγα λόγια, θα είναι ένας φορέας ο οποίος, σε καιρούς ισχνών αγελάδων, θα τροφοδοτεί τα κράτη-μέλη με κεφάλαια, τα οποία θα πρέπει να αποπληρωθούν όταν έρθουν οι καιροί των παχιών αγελάδων.
Άρα, εμπεριέχει απολύτως θετικά στοιχεία σε ό,τι αφορά στην εξεύρεση κεφαλαίων, αν όχι επαρκών τουλάχιστον ικανών να ενισχύσουν μία οικονομία και να μειώσουν το επίπεδο της ανεργίας που αυτή εμφανίζει -ιδίως εκείνων των οικονομιών οι οποίες δεν διαθέτουν εργαλεία νομισματικής πολιτικής-, αλλά συνάμα δεν θεραπεύει την ουσία του προβλήματος, το οποίο μπορεί να άπτεται σειράς αιτίων, από ζητήματα ανταγωνιστικότητας έως δημοσιονομικής πολιτικής.
Εάν, δε, τροφοδοτήσεις ένα κράτος-μέλος με περισσότερα χρήματα, κατά πάσα βεβαιότητα, απλά του χορηγείς τη δυνατότητα να κάνει ακόμη περισσότερα από όσα έκανε έως τώρα, επιτείνοντας τη δεινή κατάσταση στην οποία ήδη βρίσκεται… και η οποία το οδήγησε στην ανάγκη προσφυγής στο συγκεκριμένο Ταμείο.
Κυριότερα, όμως, η πρόταση Λαγκάρντ για τη δημιουργία αυτού του Ταμείου «υπερβαίνει» την απουσία βούλησης που συστηματικά έχουν επιδείξει τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης να αναβαθμίσουν ποιοτικά τη νομισματική τους ένωση, υιοθετώντας ένα πλαίσιο ενιαίας δημοσιονομικής εποπτείας.
Με άλλα λόγια, βάζει «στο ράφι» το πραγματικό πρόβλημα της ευρωζώνης, το οποίο αφορά στη συχνή παραβίαση των όρων δημοσιονομικής ευταξίας που το Σύμφωνο Σταθερότητας θέτει ως υποχρέωση για όλα τα κράτη-μέλη, βάζοντας τον πήχη για το δημοσιονομικό έλλειμμα στο 3% και για το χρέος στο 60% του ΑΕΠ.
Εθελοτυφλώντας, όμως, έναντι του πραγματικού προβλήματος, ενδεχομένως σε μία προσπάθεια εξεύρεσης λύσης πολιτικού χαρακτήρα -υπό το φως και των προσωπικών της πολιτικών φιλοδοξιών-, η φιλτάτη κα Λαγκάρντ απλά καθυστερεί την πραγματική επίλυσή του.
Ακόμη χειρότερα, δε, «ρίχνει νερό στον μύλο» των δημοσιονομικά «ενάρετων» κρατών, δίνοντάς τους ακόμη ένα επιχείρημα στήριξης της άρνησής τους να «ομογενοποιήσουν» την ευρωζώνη δημοσιονομικά και κατά προέκταση από πλευράς χρεών, καθώς επιβαρύνει ακόμη περισσότερο τους προϋπολογισμούς τους.
Παρ' όλα αυτά, συμπαθής… ως προσπάθεια.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.