Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η δημόσια αντιπαράθεση Τσίπρα - Μητσοτάκη χθες στη Βουλή, επί εθνικών ζητημάτων, ελάχιστη υπηρεσία προσέφερε στον τόπο.
Και τούτο, διότι έδωσε την ευκαιρία προς όσους τυχόν επιβουλεύονται τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας να διαπιστώσουν -εκ νέου- την απουσία σύμπνοιας μεταξύ των κυριοτέρων πολιτικών παρατάξεων ακόμη και για ζητήματα μείζονος εθνικής σημασίας.
Ποιο ήταν το μήνυμα που εξέπεμπε χθες η χώρα, ακόμη και προς τους συμμάχους της, όταν οι κυριότεροι εκπρόσωποι της πολιτικής σκηνής -ο πρωθυπουργός και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης- χαρακτήριζαν αλλήλους ως «επιπόλαιους» για τους χειρισμούς τους επί εθνικών θεμάτων;
Σε τι συμπέρασμα οδηγείται ακόμη και το εγχώριο ακροατήριο και πόσο τονώνεται το αίσθημα εμπιστοσύνης του προς τους χειρισμούς του πολιτικού προσωπικού της χώρας επί καίριων ζητημάτων, όπως τα εθνικά;
Όσο «θεάρεστη» κι αν υπήρξε η ομοφωνία που εντοπίστηκε -για πρώτη φορά χθες- μεταξύ κυβέρνησης και μείζονος καθώς και ελάσσονος αντιπολίτευσης σχετικά με τη θέσπιση του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας, για την απόκτηση ενός κοινού τόπου συνεννόησης επί εθνικών θεμάτων, άλλο τόσο αποκαρδιωτική είναι η συνεχιζόμενη εκμετάλλευση αυτών των θεμάτων για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας.
Όπως εξίσου αποκαρδιωτική είναι και η συνήθης τακτική βουλευτών, μελών της κοινοβουλευτικής Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων, μετά από κάθε συνεδρίαση αυτής της Επιτροπής να διαρρέουν -δίκην φέιγ βολάν- όσα διαμείφθηκαν υπό καθεστώς εμπιστευτικότητας, συχνά με μόνο στόχο την εξασφάλιση κομματικού οφέλους.
Εάν το πολιτικό προσωπικό της χώρας συνεχίσει να πορεύεται στην «πεπατημένη» της «αξιοποίησης» εθνικών ζητημάτων, ακόμη και σε περιόδους έντασης των θεμάτων αυτών, για πολιτικό και κομματικό όφελος, ούτε η χώρα θα μπορέσει να διαμορφώσει μία πραγματικά εθνική θέση επί ενός εκάστου εξ αυτών, ούτε και να εμφανίσει ένα αρραγές μέτωπο έναντι των συνομιλητών της στο εξωτερικό, φίλων ή εχθρών.
Τα παραδείγματα είναι πολλά και αφορούν τόσο τις δοκιμαζόμενες σχέσεις με την Τουρκία όσο και την υπόθεση της ονομασίας της ΠΓΔΜ, όπως καθίσταται σαφές με τους ένθεν και ένθεν χειρισμούς επί του Σκοπιανού ζητήματος εδώ και μήνες αλλά και όπως εξακολουθητικά διαπιστώσαμε και κατά τη χθεσινή συζήτηση στη Βουλή, με αναφορές σε προ εικοσαετίας χειρισμούς έναντι της Τουρκίας.
Άπαντες οφείλουν να αντιληφθούν ότι στο «ταμπελάκι» που βρίσκεται μπροστά από τον εκάστοτε πρωθυπουργό και τον κάθε υπουργό ο οποίος εκπροσωπεί τη χώρα μας στα διεθνή φόρα, αναγράφεται η ονομασία «Ελλάδα» και τίποτε άλλο.
Ούτε ο λεγόμενος «εθνολαϊκισμός» έχει θέση σε αυτήν τη συζήτηση, ούτε η καπηλεία του πατριωτισμού.
Ως εκ τούτου, η εκάστοτε κυβέρνηση οφείλει να προσμετρά τις απόψεις της αντιπολίτευσης και -αν μη τι άλλο- να αποφεύγει δημόσιες αντιπαραθέσεις επί αυτών των κορυφαίων θεμάτων.
Όπως είπε χθες μία «ψυχή», οι ώριμοι αντίπαλοι αντιπαρατίθενται αλλά συνυπάρχουν και συνεννοούνται όταν οι περιστάσεις το επιβάλλουν και τα εθνικά ζητήματα αποτελούν πάντα μία τέτοια περίσταση.
Υπό το πρίσμα αυτό και δεδομένης της εκπεφρασμένης συναίνεσης των κυριότερων πολιτικών κομμάτων του τόπου στη δημιουργία ενός Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας, η υλοποίησή του οφείλει να μην καθυστερήσει.
Αν μη τι άλλο, θα εξασφαλίσει έτσι και η Ελλάδα κάτι το οποίο κάθε σοβαρή χώρα οφείλει να έχει: συνέχεια και συνέπεια στη διαμόρφωση και άσκηση της εξωτερικής της πολιτικής.
Αν και αποτελεί το θεμελιωδώς ελάχιστο, ακόμη να το αποκτήσουμε.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.