Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Για ένα ζήτημα όπως το ασφαλιστικό, το οποίο απασχολεί και επηρεάζει με τον έναν ή τον άλλον τρόπο ολόκληρη την ελληνική κοινωνία και βεβαίως την οικονομία αυτού του τόπου, εξελίσσεται σήμερα ένας διάλογος στα όρια του παραλόγου.
Ποιος μιλά με ποιον και επί ποίας προτάσεως;
Από το τραπέζι του λεγόμενου διαλόγου απουσιάζουν τα πολιτικά κόμματα της χώρας, που επέλεξαν περίπου εν χορώ την οδό της αντιπαράθεσης με την κυβέρνηση, ενώ απόντες είναι και οι εργαζόμενοι, όπως και οι συνταξιούχοι.
Με εξαίρεση, λοιπόν, τους εργοδότες -ή εντέλει όσους απέμειναν εξ αυτών-, ακριβώς με ποιον συζητά η κυβέρνηση και ο φίλτατος κ. Κατρούγκαλος για το ασφαλιστικό και την πρότασή του;
Ακριβέστερα, ποιο είναι το «διά ταύτα» αυτής της πρότασης, την οποία όλοι πολεμούν αλλά ουδείς επιθυμεί να συζητήσει;
Αν υπάρχουν 2+1 δεδομένα στην υπόθεση του ασφαλιστικού προβλήματος στην Ελλάδα, αυτά, δίχως άλλο, αφορούν: πρώτον, ότι δεν είναι βιώσιμο, δεδομένων των ελλειμμάτων που διαχρονικά δημιουργεί και τα οποία καλύπτονται από τον δημόσιο κορβανά, δεύτερον, ότι η επίλυσή του αποτελεί μνημονιακή δέσμευση της κυβέρνησης και τρίτον, εμμέσως πλην σαφέστατα, ότι η επίλυσή του αποτελεί προϋπόθεση και για την -όποια- περαιτέρω διευθέτηση του δημόσιου χρέους.
Σε ποια από αυτά τα (δύο πρώτα) ερωτήματα απαντά η πρόταση του κ. Κατρούγκαλου;
Για παράδειγμα, επί ποίων στοιχείων και ποιας αναλογιστικής μελέτης βασίζονται οι 170 σελίδες της πρότασης που παρουσίασε πρόσφατα ο φίλτατος υπουργός και εντέλει πώς είναι δυνατόν να υπάρξει διάλογος, είτε σε πολιτικό επίπεδο, είτε σε εκείνο των παραγωγικών τάξεων και φορέων, δίχως αυτά τα στοιχεία;
Αντίστοιχα, τι εχέγγυα υπάρχουν ότι όντως αυτή η μεταρρυθμιστική πρόταση θα οδηγήσει σε λύση ένα πρόβλημα το οποίο απέτυχαν να αντιμετωπίσουν όλες οι προηγούμενες μεταρρυθμίσεις που έγιναν επί θητειών Βρούτση, Λοβέρδου, Πετραλιά, Σιούφα και βεβαίως Γιαννίτση;
Εντέλει, κατά πόσον ικανοποιείται μέσω της πρότασης αυτής, η ρητή μνημονιακή δέσμευση της κυβέρνησης για την εξοικονόμηση πόρων κατά περίπου 1% του ΑΕΠ, ήτοι περίπου 1,77 δισ. ευρώ, το 2016;
Άρα, γιατί «πράγμα» μιλάμε, αν βλέπουμε μόνον το δέντρο των επιμέρους προβλέψεων αυτής της πρότασης και όχι το δάσος που συνθέτει τα προβλήματα αυτά;
Πέραν του μέλλοντος της κυβέρνησης Τσίπρα, βάσει των όποιων κοινοβουλευτικών συσχετισμών διαμορφωθούν όταν έρθει η ώρα της ψήφισής της στη Βουλή, αυτή η πρόταση αφορά τους πάντες.
Αφορά όσους ήδη βρίσκονται στη σύνταξη, αφορά στους εργαζομένους, στους ανέργους, στις οικογένειές μας, στην Ελλάδα ολόκληρη και βεβαίως στους πολιτικούς εκφραστές της.
Πέραν, δε, όλων αυτών αφορά στην κοινή λογική, βάσει της οποίας ούτε η σχέση εργαζομένων προς συνταξιούχους είναι βιώσιμη, αλλά ούτε και ολόκληρο το ασφαλιστικό σύστημα, εάν η χώρα δεν επιστρέψει σε αναπτυξιακή τροχιά.
Έτσι, λοιπόν, πριν καθίσει η κυβέρνηση στο τραπέζι του διαλόγου με την τρόικα ή όπως αλλιώς ονομάζεται στις μέρες μας, χρήσιμο θα ήταν να ανοίξει τα χαρτιά της, όπως επίσης χρήσιμο θα ήταν να τη συντροφέψουν σε αυτό το τραπέζι και όσοι σήμερα αρνούνται, ο καθένας για τους δικούς του λόγους.
Διότι, από τη στιγμή και μετά που η κυβέρνηση θα βρεθεί στο τραπέζι του διαλόγου μόνο με τους δανειστές, η συζήτηση είναι βέβαιον ότι θα πάψει να εξελίσσεται στο πλαίσιο του παραλόγου και ίσως αγγίξει τα όρια του δραματικού...
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.