Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Σαφή εμπαιγμό των εκατοντάδων χιλιάδων ιδιοκτητών ακινήτων στην Ελλάδα θα συνιστούσε ενδεχόμενη υιοθέτηση από το υπουργείο Οικονομικών των προτάσεων που εμφανίζεται να υπέβαλε «ειδική επιτροπή» για τη μείωση των αντικειμενικών αξιών κατά 5% έως 20%, όταν οι αγοραίες τιμές έχουν καταβαραθρωθεί σε ποσοστό άνω του 40% τα τελευταία χρόνια.
Στον βαθμό που η πρόταση της λεγόμενης «ειδικής επιτροπής» που συστάθηκε προ μηνός περίπου από το υπουργείο Οικονομικών αφορά όντως οριζόντιες μειώσεις στις τιμές ζώνης, 5% στις φθηνές περιοχές με αξίες έως 1.000 ευρώ ανά τετραγωνικό, 15%-20% για μεσαίες περιοχές (από 1.050 έως και 3.000 ευρώ) και 10% για τις ακριβές περιοχές, τότε σαφώς πρόκειται για έναν εμπαιγμό.
Πρώτον, διότι για ακόμη μια φορά «εφευρίσκονται» οι λεγόμενες «οριζόντιες μειώσεις», οι οποίες ισοπεδώνουν κάθε έννοια διαφοροποίησης μεταξύ ακινήτων, δεύτερον, διότι παρατείνουν το καθεστώς στρεβλής απεικόνισης των τιμών στην αγορά ακινήτων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη δυνατότητα διενέργειας συναλλαγών σε αυτήν και τρίτον, διότι καταδεικνύουν ότι ο στόχος τους είναι αμιγώς εισπρακτικός.
Όταν αποτελεί συμβατική υποχρέωση της χώρας μας, βάσει του μνημονίου, η σύγκλιση των αντικειμενικών αξιών στα επίπεδα των αγοραίων τιμών από 01.01.2017 και όταν η ίδια η Τράπεζα της Ελλάδος δηλώνει στην έκθεση Νομισματικής Πολιτικής που δημοσίευσε μόλις στις αρχές αυτού του μήνα, πως η μείωση των αγοραίων τιμών στην αγορά κατοικιών διαμορφώνεται σε 40,9% από το 2008, οι προτάσεις αυτές φαντάζουν, αν μη τι άλλο, ως εκτός πραγματικότητας.
Για την ακρίβεια, δείχνουν να έχουν ως στόχο μια «πολιτικού» χαρακτήρα λύση στο ζήτημα των αντικειμενικών αξιών, ώστε αφενός να εμφανιστεί το ελληνικό Δημόσιο ότι συμμορφώνεται προς τις αλλεπάλληλες αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας που το καλούν σε αναπροσαρμογή των αντικειμενικών αξιών και αφετέρου, να καταστήσουν περισσότερο εφικτό τον εισπρακτικό στόχο των 2,65 δισ. ευρώ, που προβλέπεται τόσο στο μνημόνιο όσο και στον προϋπολογισμό ως έσοδο από τον ΕΝΦΙΑ.
Αποτελεί, δε, ομολογία ήττας για το ελληνικό Δημόσιο, η προσφυγή στις λεγόμενες οριζόντιες μειώσεις με την επίκληση της απουσίας του απαραίτητου χρόνου για την αξιολόγηση των δεδομένων της κάθε περιοχής, όταν είναι σαφές εδώ και χρόνια πως οι αντικειμενικές αξίες έχουν καταστεί αμιγώς πλασματικές έναντι των αγοραίων τιμών και όταν για το ζήτημα αυτό εκκρεμούν αποφάσεις του Ανώτατου Διοικητικού Δικαστηρίου από έτους και πλέον.
Τόσα χρόνια δεν παρακολουθούσε το εκάστοτε οικονομικό επιτελείο την εξέλιξη των τιμών στην αγορά ακινήτων; Εάν «παρέλειψε», δε, να το πράξει, γιατί δεν προστρέχει στη βοήθεια της Τραπέζης της Ελλάδος ή του τραπεζικού τομέα, που εμφανίζονται να παρακολουθούν τις εξελίξεις στον συγκεκριμένο τομέα κατά τρόπο συνεπή;
Εάν, όμως, έχουν όντως έτσι τα πράγματα, τότε πρόκειται περί ενός σαφούς εμπαιγμού.
Θα ήταν σαφώς ειλικρινέστερο εκ μέρους του ελληνικού Δημοσίου να έλεγε προς τους φορολογούμενους-ιδιοκτήτες ακινήτων, «κοιτάξτε, εμένα τόσα μου λείπουν και τόσα σας ζητάω», αυξάνοντας τους συντελεστές φορολόγησης στον ΕΝΦΙΑ, αφού όμως είχε πρώτα μειώσει τις αντικειμενικές αξίες κατά τρόπο που να ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα...
Διότι πέραν του ΕΝΦΙΑ, ή όπως θα ονομαστεί ο νέος φόρων επί της ακίνητης περιουσίας, υπάρχουν και όλες οι λοιπές συναλλαγές και μεταβιβάσεις που αφορούν σε ακίνητα, οι οποίες θα συνεχίσουν να επιβαρύνονται υπέρμετρα εξαιτίας της παράτασης ενός στρεβλού καθεστώτος, ανακόπτοντας έτσι την όποια δυνητική ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων...
Ποιος τα λογαριάζει όμως όλα αυτά, όταν ο στόχος αφορά αμιγώς την είσπραξη των 2,65 δισ. ευρώ;
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.