Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Αναζητώντας τη «γαλάζια» ταυτότητα

Εμφαση στην «παράδοση» ή στην «αλλαγή»; Εκεί συνοψίζεται, εν πολλοίς, το ερώτημα στο οποίο θα κληθούν να απαντήσουν οι οπαδοί της ΝΔ στην αναμέτρηση Μεϊμαράκη - Μητσοτάκη, στις 10 Ιανουαρίου. Είναι, όμως, ένα ερώτημα που μας αφορά όλους...

Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!

Όσο σαφές ήταν το μήνυμα του πρώτου γύρου των εσωκομματικών εκλογών της ΝΔ, για την παραμονή της στον λεγόμενο κεντροδεξιό χώρο και την μη μετακίνησή της δεξιότερα, άλλο τόσο ξεκάθαρο είναι το δίλημμα που θέτει η αναμέτρηση μεταξύ Μεϊμαράκη - Μητσοτάκη, στον δεύτερο γύρο.

Θα παραμείνει η ΝΔ στις παραδοσιακές της «ράγες», ή έχει φθάσει η ώρα για μια σαφέστερη στροφή της προς τις μεταρρυθμίσεις και τον νεοφιλελευθερισμό;

Με άλλα λόγια, το ερώτημα στο οποίο θα κληθούν να απαντήσουν στις 10 Γενάρη οι περίπου 400.000 οπαδοί, φίλοι και στελέχη του κόμματος, αφορά στο πόσο έτοιμη είναι η ΝΔ να μεταλλαχθεί από ένα παραδοσιακό κεντροδεξιό κόμμα, με τις όποιες πελατειακές ή άλλες σχέσεις διατηρεί με την ελληνική κοινωνία, σε ένα κόμμα που θα θέσει στην κορυφή των προτεραιοτήτων του τις δομικές μεταρρυθμίσεις και -άρα- την πιθανή ρήξη με ένα σημαντικό τμήμα αυτής της κοινωνίας.

Πρόκειται για ένα δίλημμα το οποίο δεν συνοδεύεται από μια άμεση απάντηση σε πολιτικούς όρους, αλλά δεν παύει να βρίσκεται στο επίκεντρο του προβληματισμού που διατηρεί ένα σημαντικό τμήμα της ίδιας ελληνικής κοινωνίας, μετά από μια επταετία ύφεσης και πέντε ετών μνημονίου και ως εκ τούτου, είναι καίριο για την ελληνική πολιτική σκηνή.

Σαφώς, δε, δεν περιορίζεται στην άθροιση των «κουκιών» Τζιτζικώστα και Γεωργιάδη, με τον έναν ή τον άλλον εκ των δύο εναπομεινάντων προεδρικών υποψηφίων...

Μολονότι τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά έκφρασης, πολιτικής παρουσίας ή ακόμη και ηλικιακά, που συνοδεύουν τον κάθε υποψήφιο αποτελούν μέρος της εξίσωσης -όπως σε κάθε πολιτική αναμέτρηση-, το καθοριστικό στοιχείο που τους διαφοροποιεί αφορά στη στάση ενός εκάστου έναντι αυτής της «βούλησης για αλλαγή».

Αν και στη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου η οποία προηγήθηκε των εθνικών εκλογών του Σεπτεμβρίου, ο τότε πρόεδρος της ΝΔ, Β. Μεϊμαράκης, επιφυλάχθηκε «υποσχέσεων» προς το πολιτικό του ακροατήριο, υπό το φως και των μνημονιακών δεσμεύσεων της χώρας, η ύπαρξη έμφασης στην προώθηση μεταρρυθμίσεων υπήρξε, αν μη τι άλλο, δυσδιάκριτη.

Σε ευθεία αντίθεση, εάν κριθεί τόσο από την υπουργική του θητεία, όσο και από τις πολιτικές του θέσεις, ο Κυρ. Μητσοτάκης θεωρείται, ίσως, ο πλέον ένθερμος υποστηρικτής της ανάγκης δομικών αλλαγών στην ελληνική οικονομία και βεβαίως στον τρόπο που λειτουργεί ο δημόσιος τομέας.

Υπό το πρίσμα αυτό, το ερώτημα που εμπεριέχει η αναμέτρησή τους στην εσωκομματική κάλπη της ΝΔ αφορά εντέλει ολόκληρη την ελληνική κοινωνία και σχετίζεται με τον βαθμό επιθυμίας της για ουσιαστική αλλαγή στο μοντέλο «λειτουργίας» της χώρας.

Κατά έναν ιδιόρρυθμο τρόπο, το εκλογικό σώμα της χώρας απάντησε ακριβώς στο ίδιο ερώτημα κατά τις εθνικές εκλογές του Ιανουαρίου 2015, αναδεικνύοντας τον ΣΥΡΙΖΑ ως τον φορέα της αλλαγής που τότε προέκρινε.

Έκτοτε, αν και η βούλησή αυτή επαναβεβαιώθηκε με την εκλογική αναμέτρηση του Σεπτεμβρίου, πολλές εκ των ψευδαισθήσεων σχετικά με τις πολιτικές προτεραιότητες ή και τη στρατηγική του κυβερνώντος κόμματος κατέρρευσαν, με τρόπους που όλοι γνωρίζουμε, δημιουργώντας πιθανώς έτσι ένα πολιτικό κενό ως προς τον φορέα της «αλλαγής» στη χώρα.

Ενδεχόμενη στροφή της Νέας Δημοκρατίας προς την «αλλαγή», ίσως μπορέσει να καλύψει το συγκεκριμένο πολιτικό «κενό», εάν όντως αυτό υφίσταται...

Όμως, η απάντηση στο ερώτημα αυτό εξαρτάται και από την έκβαση της εσωκομματικής αναμέτρησης στη Ν.Δ., στις 10 Ιανουαρίου...

 


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v