Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η έκκληση που απηύθυνε πρόσφατα προς την ομογενειακή κοινότητα των ΗΠΑ ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας συνιστά μία «θεάρεστη» εξέλιξη.
Είναι απολύτως δόκιμο και ορθό ο Έλληνας πρωθυπουργός να απευθύνεται, κατά τρόπο πατριωτικό, εάν θέλετε, προς την απανταχού ομογένεια -εν προκειμένω αυτή των ΗΠΑ-, προτρέποντάς την να επενδύσει τα κεφάλαιά της στη χώρα μας.
Η ενδεχόμενη ευόδωση αυτής της πρόσκλησης, ωστόσο, αποτελεί μία εντελώς διαφορετική συζήτηση.
Κατά πρώτον, όσο σαρκαστικά κι αν ενδεχομένως διατυπώθηκε, οφείλει να απαντηθεί το ερώτημα που απηύθυνε πρόσφατα προς τον κ. Τσίπρα, στο πλαίσιο τηλεοπτικής συνέντευξης, ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπ. Κλίντον, σχετικά με την ικανότητά του να εγγυηθεί την ασφάλεια των χρημάτων που θα τοποθετήσουν στην Ελλάδα οι όποιοι δυνητικοί επενδυτές.
«Θα μπορούν να πάρουν τα λεφτά τους πίσω;», ήταν σε ελεύθερη μετάφραση το ερώτημα Κλίντον προς Τσίπρα.
Με το ενδεχόμενο ενός bail in να επικρέμαται υπεράνω του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, σε περίπτωση που δεν έχει ολοκληρωθεί ομαλά η ανακεφαλαιοποίηση των συστημικών τραπεζών έως τις 31.12.15, ουδείς μπορεί να δώσει εγγυήσεις αυτού του είδους.
Η ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης, ωστόσο, προϋποθέτει την προηγούμενη ολοκλήρωση της αξιολόγησης που διεξάγεται επί των κεφαλαιακών αναγκών αυτών των τραπεζών, αλλά και εκείνης που θα σημειωθεί στο πλαίσιο του μνημονίου, όπως διαβεβαίωναν χθες γνωστοί… αστέρες των Βρυξελλών.
Βεβαίως, η ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του μνημονίου προϋποθέτει και αυτή με τη σειρά της την εκπλήρωση μίας ιδιαίτερα μακράς λίστας προαπαιτούμενων, εντός των συμπεφωνημένων χρονικών ορίων, γεγονός που σημαίνει ότι για το επόμενο δίμηνο, περίπου, η κυβέρνηση Τσίπρα θα τρέχει και δεν θα φτάνει… στην κατεύθυνση αυτή.
Όλα αυτά, δε, σημειώνονται ενώ το ΔΝΤ, σύμφωνα με το Spiegel, υποστηρίζει ότι η αξιολόγηση επί της προόδου υλοποίησης του μνημονίου μπορεί να διαρκέσει έως τα τέλη του έτους και ότι περίπου τα 2/3 των μεταρρυθμίσεων παραμένουν στα χαρτιά…
Υπό το πρίσμα όλων αυτών, εάν κάποιος απαντούσε άμεσα στην έκκληση του Έλληνα πρωθυπουργού, λέγοντάς του «ιδού τα χρήματά μου», κατά πόσον θα ήταν σε θέση ο κ. Τσίπρας να δώσει μία απάντηση στο τυχόν ερώτημα: «Όταν θελήσω, θα μπορέσω να τα ανακτήσω;».
Κατά δεύτερον, πέραν του όποιου πατριωτισμού τρέφει ο οποιοσδήποτε δυνητικός επενδυτής, θα ήταν δέον να υποθέσουμε ότι θα επιθυμούσε να δει την επένδυσή του να καρποφορεί και να του αποφέρει κέρδη.
Σημείο κατά το οποίο οφείλει κανείς να αναρωτηθεί σχετικά με τους λόγους για τους οποίους η χώρα μας είναι ουραγός μεταξύ δεκάδων άλλων -ευρωπαϊκών και μη- κρατών, στον τομέα των ξένων άμεσων επενδύσεων, εδώ και πολλά χρόνια…
Με άλλα λόγια, ο φίλτατος κ. Τσίπρας απηύθυνε πρόσφατα προς τους ομογενείς εξ Αμερικής μία πρόταση να επενδύσουν τα κεφάλαιά τους στην Ελλάδα, δίχως, όμως, να είναι σε θέση ούτε να τους εγγυηθεί την ασφάλεια των τοποθετήσεών τους, αλλά ούτε και να τους προσφέρει έναν τόπο ελκυστικό προς τις επενδύσεις.
Αν, όμως, είναι όντως έτσι τα πράγματα, τότε ο φίλτατος κ. Τσίπρας και η κυβέρνηση της οποίας ηγείται οφείλουν να καταδείξουν -εντός του επόμενου διμήνου- ότι πρώτον, έχει τη βούληση και δεύτερον, την ικανότητα να φέρει σε πέρας ό,τι όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις απέτυχαν να πράξουν.
Να καταστήσει, δηλαδή, την πατρίδα μας έναν τόπο ασφαλή για το αποταμίευμα και ελκυστικό για τις επενδύσεις.
Εάν το κατορθώσει, δεν θα έχει σταθεί μόνο στο ύψος της πρόσκλησής του προς την ομογένεια, αλλά κυριότερα, θα έχει προσφέρει αυτό που όλοι εμείς, οι οποίοι ακόμη κατοικούμε σε αυτή τη χώρα, επιθυμούμε: την έξοδο από την κρίση και την επιστροφή στην ανάπτυξη.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.