Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Δίχως τυμπανοκρουσίες ή αλαλαγμούς περί νίκης, ήττας ή επικράτησης της μίας επί της άλλης πλευράς, οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης κατέδειξαν χθες, για ακόμη μία φορά, ότι η ελληνική κρίση είναι αντιμετωπίσιμη, αρκεί να πρυτανεύουν η νηφαλιότητα και η κοινή λογική.
Ούτε η Ελλάδα μπορεί να αφεθεί αβοήθητη από τους εταίρους της, αλλά ούτε και η ίδια μπορεί εις το διηνεκές να επαναλαμβάνει τα σφάλματα του παρελθόντος και πολύ περισσότερο να αρνείται την πραγματικότητα.
Έτσι, το κοινό ανακοινωθέν που εκδόθηκε χθες στο τέλος του Eurogroup, με περισσή λιτότητα και σαφήνεια, αναγνώριζε ως ένδειξη «προόδου», αλλά ως τίποτε περισσότερο, τη στροφή διαπραγματευτικής τακτικής που έκανε πρόσφατα η χώρα μας.
Το γεγονός ότι τα ζητήματα που παραμένουν ανοικτά είναι πολλά αναγνωριζόταν με αντίστοιχη ευθύτητα, καθιστώντας σαφές -δύο φορές σε ένα κείμενο λίγων γραμμών- την ανάγκη ολοκλήρωσης της τρέχουσας «αξιολόγησης», δίχως την οποία ρευστό... δεν μπορεί να υπάρξει.
Η καταληκτική, δε, επισήμανση του ανακοινωθέντος, σε αντίθεση με την ηπιότητα που χαρακτήριζε έως το σημείο αυτό το συγκεκριμένο κείμενο, επανέφερε τους πάντες ενώπιον των ευθυνών τους: «Μόλις οι θεσμοί φτάσουν σε συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο για την ολοκλήρωση της τρέχουσας αξιολόγησης, το Eurogroup θα αποφασίσει για τις πιθανές εκταμιεύσεις των πόρων που απομένουν από την τρέχουσα συμφωνία»...
Υπό το πρίσμα αυτό οφείλει να υποθέσει κανείς ότι ούτε το μνημόνιο θα σκιστεί με «έναν νόμο και ένα άρθρο», ούτε πως η Ελλάδα θα αφήσει ανεκπλήρωτες τις υποχρεώσεις της προς τους εταίρους και δανειστές της, όπως επιβεβαιώνει, εξάλλου, και η σημερινή καταβολή προς το ΔΝΤ.
Αντίθετα, θα συνεχίσει να αναζητεί αυτόν τον κοινό τόπο, μεταξύ του μνημονίου, που εξακολουθεί να ισχύει -αν όχι σε όλη του τη... μεγαλοπρέπεια, τουλάχιστον στην ουσία- και της εντολής για αυτόν τον «έντιμο συμβιβασμό εντός του ευρώ», που έλαβε την 25η Ιανουαρίου.
Μια ουσία, στο «διά ταύτα» της οποίας δεν βρίσκεται μόνον η ανάγκη να σταθεί ξανά στα πόδια της η χώρα μας, αλλά και να ανακτήσει την πληγωμένη αξιοπιστία της απέναντι στους εταίρους της.
Προφανώς η βιωσιμότητα του χρέους καλεί για υψηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα από εκείνα που μπορεί να προσφέρει σήμερα η Ελλάδα και ασφαλώς αυτό είναι ένα δεδομένο που ναρκοθετεί την ικανότητά της να ανακάμψει.
Όμως, για να μπορέσει να βαδίσει κάποιος, πρέπει πρώτα να είναι σε θέση να βάλει το ένα πόδι μπροστά από το άλλο, κάτι το οποίο, σε όρους ρευστότητας, αδυνατεί να πράξει σήμερα η χώρα μας, όπως φάνηκε και από τον εξόχως οριακό τρόπο με τον οποίο καλύφθηκε τελικά η δόση προς το ΔΝΤ.
Πρόσβαση σε χρήματα, τόσο σε εκείνα που απομένουν από το διαβόητο μνημόνιο, όσο και σε περισσότερα, θα είναι δυνατή όμως, μόνον αν έχει ανακτηθεί η ικανότητα της Ελλάδας να πείθει σχετικά με τις πραγματικές της προθέσεις.
Στο βαθμό που θα τα καταφέρει, το μήνυμα του χθεσινού ανακοινωθέντος του Eurogroup ήταν αντιστοίχως σαφές, δίχως όμως να αποτυπώνεται και γραπτώς: «Δεν είμαστε τυφλοί και αναγνωρίζουμε τη δεινή θέση στην οποία βρίσκεστε, αλλά πριν προχωρήσουμε σε ελαφρύνσεις, πρέπει πρώτα να αποκαταστήσετε την αξιοπιστία σας»....
Μια αρετή η οποία κατακτάται μόνον με έργα και όχι με φανφάρες ή λεονταρισμούς...
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.