Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Την ώρα που η χώρα εμφανίζεται να βαδίζει σταθερά προς ένα πιστωτικό γεγονός και ασφυκτιά από την έλλειψη ρευστότητας, η μόνη πραγματική επιτυχία που μπορεί να επικαλεστεί η κυβέρνηση αφορά στη διαχείριση ανησυχιών, ή ακριβέστερα, φόβων.
Επί δύο εβδομάδες τώρα, στο καταληκτικό σκέλος μιας τρίμηνης διαπραγμάτευσης με εταίρους και δανειστές, η «εμπλοκή» του Σαββάτου δίνει τη θέση της στην «πρόοδο» της Κυριακής και στην ελπίδα ότι τελικά θα βρεθεί λύση, ακόμη κι αν αυτή δεν είναι άμεσα ορατή.
Την απομόνωση Βαρουφάκη στο Eurogroup της Ρίγας και τη συνεπακόλουθη αποδυνάμωσή του διαδέχεται η «εναλλακτική» Τσακαλώτου και η αναδόμηση της διαπραγματευτικής ομάδας, αναπτερώνοντας τις ελπίδες για συμφωνία.
Μία εβδομάδα μετά, τις διαρροές περί «εμπλοκής» και σκληρής στάσης του ΔΝΤ στα εργασιακά και στο ασφαλιστικό, το βράδυ του Σαββάτου, τις διαδέχονται άλλες περί «ενθαρρυντικών» μηνυμάτων και προόδου, από τις Βρυξέλλες, το πρωί της Κυριακής.
Έτσι, αν και ο χρόνος κυλά, η οικονομία έχει παγώσει και οι τραπεζίτες, με πρώτη την κ. Λ.Κατσέλη, που κρατά τα ηνία της Εθνικής, υψώνουν κραυγή αγωνίας για τα επίπεδα ρευστότητας, το αποταμιευτικό κοινό παραμένει σιωπηλό και νηφάλιο.
Με οποιοδήποτε μέτρο, η εικόνα αυτή συνιστά επιτυχία. Μπορεί να μην οδηγεί σε λύση, αλλά τουλάχιστον αποτρέπει τα χειρότερα....
Τώρα, εάν πέραν αυτής, της επικοινωνιακού χαρακτήρα, επιτυχίας, επιθυμούμε και πραγματική λύση, δηλαδή συμφωνία, θα πρέπει να αναρωτηθούμε, πρώτον, κατά πόσον υπάρχει βούληση για την επίτευξή της -μολονότι τούτη όφειλε να θεωρείται δεδομένη- και, δεύτερον, εάν υπάρχει σχέδιο για την εξασφάλισή της.
Διότι, σήμερα η ελληνική κυβέρνηση εμφανίζεται να μιλά για μέτρα -κατά κύριο λόγο- εισπρακτικού χαρακτήρα, όταν οι εταίροι της μιλούν για μεταρρυθμίσεις δομικού χαρακτήρα.
Όταν είναι σαφές ότι βασικό ζητούμενο, τόσο της παρούσας διαπραγμάτευσης όσο και συνολικά της ελληνικής οικονομίας, είναι η παροχή της δυνατότητας στη χώρα να παράγει και να εξάγει μέσω της τόνωσης της ανταγωνιστικότητάς της, η απάντηση της κυβέρνησης εμφανίζεται να είναι η διατήρηση του ΕΝΦΙΑ και η επιβολή φόρου πολυτελείας στις τουριστικές διανυκτερεύσεις...
Ακόμη όμως και στα «επί της διαδικασίας», ποιο είναι το σχέδιο και η τακτική της κυβέρνησης; Τη μια ζητούμε συμφωνία γέφυρα, την άλλη χρηματοδότηση άνευ ανταλλαγμάτων και μόλις χθες υπήρχαν διαρροές για την προώθηση «λύσης πακέτου»...
Τι από όλα αυτά ισχύει και τι είναι ικανό να βοηθήσει στην ανάταξη της ελληνικής οικονομίας;
Γιατί θα έπρεπε να επενδύσει κανείς ή και να διατηρήσει τις τοποθετήσεις του στη χώρα μας, όταν το περιβάλλον είναι όχι μόνον αβέβαιο αλλά και συνεχώς μεταβαλλόμενο;
Σε ποια φορολογική σταθερότητα μπορούν να βασίζονται οι Έλληνες ξενοδόχοι και συνολικά ο ελληνικός τουριστικός κλάδος, όταν επιβάλλονται νέοι φόροι στις δραστηριότητές τους εν μέσω τουριστικής περιόδου και ενώ ήδη έχουν συναφθεί συμβάσεις με το εξωτερικό;
Εν τέλει, ποιες είναι οι «σταθερές» αυτής της χώρας, όταν η παράταση της παρούσας διαπραγμάτευσης θέτει σε αμφισβήτηση ακόμη και το νομισματικό μέλλον της;
Έτσι, πέραν της -ομολογουμένως εξαιρετικής- επικοινωνιακής διαχείρισης, χρήσιμο θα ήταν η κυβέρνηση και ο ίδιος ο πρωθυπουργός να πάρουν σύντομα τις αποφάσεις τους και να δουν με ποιους θα πάνε και ποιους θα αφήσουν...
Διότι με όλους, προφανώς, δεν μπορούν να είναι για πολύ...
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.