Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Μια καλή αρχή και τίποτε περισσότερο.
Όσα εκτυλίχθηκαν χθες στο Βερολίνο, μεταξύ της καγκελαρίου Α. Μέρκελ και του πρωθυπουργού Α. Τσίπρα, αφορούν, κυρίως, μια προσπάθεια αποκατάστασης των σχέσεων εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο πλευρών.
Σχέσεων οι οποίες, δίχως αμφιβολία, είχαν φθάσει σχεδόν στο ναδίρ τους, επ’ αφορμή σειράς γεγονότων, γνωστών σε όλους, και κυριότερα της δαιμονοποίησης της πολιτικής λιτότητας, κύριος υπερασπιστής της οποίας είναι η γερμανική κυβέρνηση, εκ μέρους του ΣΥΡΙΖΑ, ενόσω βρισκόταν στην αντιπολίτευση, αλλά και στη διάρκεια της κυβερνητικής του θητείας.
Η σαφής αλλαγή ρητορικής εκ μέρους του Έλληνα πρωθυπουργού, ο οποίος πλέον δεν μιλά για σκίσιμο του μνημονίου με ένα άρθρο και έναν νόμο, αλλά για ένα «νέο μίγμα πολιτικής» και καθιστά σαφές ότι «δεν πρέπει να γκρεμίσουμε ό,τι καλό έγινε τα τελευταία χρόνια, αλλά να διορθώσουμε τις παθογένειες», παρέχει έδαφος για αυτήν τη νέα προσέγγιση των δύο μερών.
Από την πλευρά της φιλτάτης κ. Μέρκελ, ουδείς μπορεί να ισχυριστεί ότι καταγράφηκαν ουσιαστικές παραχωρήσεις.
Στις αναφορές περί ανοίγματος της χρηματοδοτικής κάνουλας, υπενθύμισε -όπως αναμένονταν- ότι η ίδια είναι «απλώς» η καγκελάριος της Γερμανίας και παρέπεμψε στο Eurogroup για τη λήψη αποφάσεων και την έγκριση πολιτικών.
Στις αναφορές περί πολεμικών επανορθώσεων, απάντησε ότι το ζήτημα από νομική και πολιτική άποψη έχει κλείσει, αλλά παράλληλα έσπευσε να σημειώσει ότι «έχουμε πλήρη επίγνωση» των αυθαιρεσιών των Ναζί στην Ελλάδα, προσθέτοντας ότι για τον λόγο αυτό δημιουργήθηκε το «Ταμείο για το Μέλλον»…
Το γεγονός, όμως, της ίδιας της συνάντησης, Τσίπρα – Μέρκελ, είναι ενδεχομένως το κυριότερο…
Πρώτα από όλα, πρόκειται για μια συνάντηση η οποία σημειώθηκε στον απόηχο της δραματικής επιστολής του Έλληνα πρωθυπουργού προς τους ισχυρούς της Ευρώπης, σχετικά με τα προβλήματα ρευστότητας που αντιμετωπίζει η χώρα μας και τα διλήμματα που αυτά θέτουν στην κυβέρνηση του τόπου.
Όπως και στην επταμερή συνάντηση που ακολούθησε, έτσι και στη χθεσινή διμερή, η ελληνική κυβέρνηση είχε τη δυνατότητα να επαναβεβαιώσει τη βούλησή της να παραμείνει «εντός πλαισίου» και να χτίσει περαιτέρω με μεταρρυθμίσεις που η ίδια θα προτείνει το πρόγραμμα ανόρθωσης της χώρας μας.
Από οποιαδήποτε πλευρά της κι αν διαβαστεί η εξέλιξη αυτή, συνιστά μια προσπάθεια εκ νέου προσέγγισης μεταξύ της Ελλάδας και των εταίρων και δανειστών της, αλλά και μια αναγνώριση της ανάγκης για προώθηση της μεταρρυθμιστικής διαδικασίας στην Ελλάδα.
Κοινή βάση, επιπρόσθετα, στη νέα αυτή προσέγγιση εμφανίζεται να προσφέρει η βούληση και το σθένος με το οποίο η ελληνική κυβέρνηση προασπίζεται την ανάγκη πάταξης της διαφθοράς στη χώρα μας. Ακόμη κι αν αυτή συμπεριλαμβάνει αναφορές εκ μέρους του κ. Τσίπρα στην υπόθεση της Siemens, για την επίλυση της οποίας ζήτησε τη δικαστική συνδρομή της Γερμανίας…
Όμως όλα αυτά δεν συνιστούν τίποτε περισσότερο από μια καλή αρχή.
Στις επόμενες ημέρες και εβδομάδες μέλλει να αποδειχθεί κατά πόσον η «δημιουργική ασάφεια» που συνόδευσε τις αποφάσεις του Eurogroup μπορεί να μετεξελιχθεί σε εποικοδομητική δημιουργία πολιτικής και εάν πράγματι η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να αποστασιοποιηθεί από τη ρητορική ρήξης που υιοθετούσε έως τώρα.
Για να γίνει αυτό, αναμφίβολα, ο φίλτατος κ. Τσίπρας θα πρέπει, αργά ή γρήγορα, να έρθει αντιμέτωπος με όσους ακόμη εξακολουθούν να υποστηρίζουν τον αντίθετο δρόμο.
Όσο ταχύτερα επιλύσει την εξίσωση αυτή, τόσο ευχερέστερα θα μπορέσει να ακολουθήσει μια κοινή πορεία με τους Ευρωπαίους εταίρους, για την αντιμετώπιση της ελληνικής κρίσης.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.