Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Το φαινόμενο λέγεται υπερφορολόγηση.
Ένα ιδιαίτερα σημαντικό τμήμα αυτού του φαινομένου αφορά την ακίνητη περιουσία και σημειώνεται στο πλαίσιο της λογικής «τόσα μου λείπουν και τόσα θα πάρω», που εφαρμόζει η Πολιτεία, διεκδικώντας ένα κονδύλι της τάξης των 2,5-3 δισ. ευρώ από τους ιδιοκτήτες ακινήτων, μέσω του ΕΝΦΙΑ.
Ζητά, δε, αυτά τα χρήματα ενώ αρνείται να αναπροσαρμόσει το θεμέλιο επί του οποίου υπολογίζεται ο ΕΝΦΙΑ, τις αντικειμενικές αξίες, οι οποίες παραμένουν στα ίδια επίπεδα από το 2007 παρά τη ραγδαία πτώση, σε πολλές περιπτώσεις άνω του 50%, που έχουν σημειώσει έκτοτε οι αγοραίες τιμές των ακινήτων αλλά και την υποχρέωση που έχει εκ του νόμου (άρθρο 41 του ν. 1249/1982) να προχωρά σε αναπροσαρμογή των αξιών αυτών ανά διετία.
Πρόκειται για ένα φαινόμενο γνωστό και καλά καταγεγραμμένο, το οποίο οξύνθηκε ιδιαίτερα πέρυσι, λόγω της διεκδίκησης εντός του ιδίου δωδεκαμήνου τεσσάρων διαφορετικών φόρων επί των ακινήτων, οδηγώντας έτσι ακόμη και φορείς γνωστούς για τη συντηρητική τους προσέγγιση, όπως η Τράπεζα της Ελλάδος, να κάνουν λόγο για «υπερφορολόγηση» της ακίνητης περιουσίας.
Ο λόγος που επικαλείται το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης ως αιτία της άρνησής του να αναπροσαρμόσει τις αντικειμενικές αξίες είναι η απουσία ικανού πλήθους αγοραπωλησιών στην αγορά ακινήτων και ως εκ τούτου η αδυναμία προσδιορισμού του προσήκοντος επιπέδου στο οποίο όφειλαν να διαμορφωθούν οι λεγόμενες αντικειμενικές αξίες.
Πρόκειται, ευλόγως, για ένα έωλο επιχείρημα, καθώς η ύπαρξη και μόνον του φαινομένου της υπερφορολόγησης των ακινήτων οδηγεί σε έναν φαύλο κύκλο υποτίμησής τους και ως εκ τούτου απροθυμίας πραγματοποίησης κεφαλαιακών τοποθετήσεων για την απόκτησή τους.
Αποτέλεσμα της διαδικασίας αυτής είναι, επί της ουσίας, πρώτον, η δήμευση της περιουσίας των -ούτως ή άλλως- δεινοπαθούντων πολιτών και, δεύτερον, η συρρίκνωση τόσο της ίδιας της αγοράς ακινήτων όσο και του κατασκευαστικού - οικοδομικού κλάδου και σειράς άλλων που σχετίζονται με αυτούς, που κάποτε συνεισέφεραν σημαντικά, με διψήφιο ποσοστό, στη διαμόρφωση του ΑΕΠ της χώρας αυτής.
Το όλο ζήτημα οδηγείται, μάλιστα, τις ημέρες αυτές στην Ολομέλεια του Αρείου Πάγου, η οποία θα συζητήσει την προσφυγή 13 συμπολιτών μας κατά της Πολιτείας αναφορικά με την άρνησή της να αναπροσαρμόσει τις αντικειμενικές αξίες.
Πέραν του Αρείου Πάγου, το ζήτημα αναμένεται να απασχολήσει και τη Βουλή, μέσω τροπολογίας που ανακοίνωσε ότι προτίθεται να καταθέσει η βουλευτής της συμπολιτεύσεως Ντ. Μπακογιάννη, με στόχο τη μείωση των αντικειμενικών αξιών οριζόντια, κατά 30%.
Πριν γίνουν όλα αυτά, μήπως θα ήταν σκόπιμο να δούμε και την «άλλη πλευρά του φεγγαριού»;
Με άλλα λόγια, μήπως θα έπρεπε να ξαναδούμε αυτήν τη διαβόητη μνημονιακή αυτοδέσμευση της Πολιτείας σχετικά με τη διεκδίκηση ποσού 2,5 δισ. ευρώ (που όλως παραδόξως φούσκωσε εσχάτως έως τα 3,2 δισ.ευρώ) από τη φορολόγηση των ακινήτων;
Το «zero sum game» που παίζει το οικονομικό επιτελείο ζητώντας τα χρήματα αυτά, υπό την έμμεση απειλή ότι σε περίπτωση μείωσης των αντικειμενικών αξιών θα «αναγκαστεί» να αυξήσει τους συντελεστές φορολόγησης της ακίνητης περιουσίας, είναι προφανώς ατελέσφορο αλλά και προκλητικό για τα εκατομμύρια των φορολογουμένων που το υφίστανται.
Οι στόχοι της δημοσιονομικής προσαρμογής αφορούν τόσο τα έσοδα, όσο και τις δαπάνες.
Αν η αναθεώρηση των αντικειμενικών αξιών συνεπάγεται -ονομαστικά- χαμηλότερα έσοδα από φόρους, στην πραγματικότητα υπόσχεται περισσότερα, αν και σε εύρος χρόνου, από την αναζωπύρωση της οικονομικής δραστηριότητας στην αγορά ακινήτων και στους συναφείς κλάδους.
Εν τέλει, αν βραχυπρόθεσμα δεν βγαίνει ο λογαριασμός, υπάρχει πάντα η οδός της καταγραφής χαμηλότερων εσόδων από τη συγκεκριμένη φορολόγηση και η συνεπακόλουθη ισόποση μείωση του σκέλους των δαπανών…
Ας τα έχουμε κατά νου όλα αυτά, όσο είναι ακόμη καιρός, εάν έχει απομείνει κάτι που να προσομοιάζει σε «πολιτικό χρόνο» για την παρούσα κυβέρνηση…
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.