Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Πολιτική με δόσεις δεν γίνεται…

Βάσει ποιου προγράμματος βαδίζει στην επόμενη μέρα αυτή η χώρα; Εξαντλείται το όραμά της στις 100 δόσεις για την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών σε ταμεία και εφορία; Εν τέλει, έτσι θα βγούμε από το μνημόνιο; Με δόσεις;

Κατά την ομιλία του στη Βουλή αύριο Παρασκευή, στο πλαίσιο της συζήτησης για την παροχή ψήφου εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση, ο πρωθυπουργός εμφανίζεται προετοιμασμένος, σύμφωνα με πληροφορίες που μεταδόθηκαν, να ανακοινώσει και επισήμως την περίφημη ρύθμιση των 100 δόσεων για τις ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τα ασφαλιστικά ταμεία και την εφορία.

Πρόκειται, δίχως άλλο, για ένα μέτρο το οποίο θα δώσει μια σημαντική ανάσα σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις, γεγονός το οποίο αντικατοπτρίζεται και στην απόφαση που φέρεται να έχει λάβει ο φίλτατος κ. Σαμαράς να κάνει τη σχετική εξαγγελία ο ίδιος, και μάλιστα από του βήματος της Βουλής, με όποια σημειολογική σημασία ή πολιτικό όφελος μπορεί να έχει το γεγονός αυτό.

Όλα αυτά, μέχρις εδώ, μπορεί να ακούγονται εύηχα ή ακόμη και «θεάρεστα», για λίγους ή πολλούς σε αυτήν τη χώρα, πόσο όμως απαραίτητα ή αναγκαία ήσαν;

Γιατί, δηλαδή, πρέπει μια χώρα ολόκληρη, διότι περί της χώρας πρόκειται, αν αναλογιστούμε ότι το πλήθος όσων έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές στα ταμεία και στην εφορία αγγίζει τα 2,7 εκατ. ανθρώπους, να εξαρτά την πορεία της και τη διατήρηση της καθημερινής αξιοπρέπειάς της, από το αν θα μπορεί να εξοφλήσει τις οφειλές της με πολλές δόσεις;

Για τι είδους κατάντια μιλάμε, όταν η καθημερινότητά μας εξαρτάται από τον κρατικό δοσατζή, και μάλιστα για οφειλές που βεβαιώθηκαν στον συλλογικό κορβανά της Πολιτείας έναντι προϊόντων και υπηρεσιών τα οποία είναι σαφέστατα υπερτιμημένα, με όποιο μέτρο και αν μετρήσει κανείς το ζήτημα αυτό;

Εδώ, αναδεικνύονται δύο καίρια ζητήματα, τα οποία στην πραγματικότητα ουδέποτε έφυγαν από το τραπέζι της κρίσης, στη διάρκεια των τελευταίων ετών:

Πρώτον, η θεμελιώδης επιλογή της υπερφορολόγησης ως του κύριου μέσου επίτευξης των στόχων της δημοσιονομικής προσαρμογής και, δεύτερον, η παντελής απουσία ενός ευρύτερου και άρτια δομημένου οικονομικού σχεδίου για την έξοδο της χώρας από την κρίση και την εξασφάλιση βιώσιμης ανάπτυξης.

Η υπερφορολόγηση υπήρξε επιλογή του συνόλου των κυβερνήσεων της μνημονιακής περιόδου και έγινε δεκτή από την τρόικα, η οποία ουδέποτε την επέβαλε, αλλά την αποδέχθηκε στο πλαίσιο επίτευξης των στόχων του ελληνικού προγράμματος.

Στο διάβα των τελευταίων ετών η επίδραση αυτής της πολιτικής στην οικονομία υπήρξε το πλέον καταλυτικό στοιχείο για τη μεγιστοποίηση της ύφεσης και την κορύφωση της ανεργίας, αλλά μέχρι στιγμής, με εξαίρεση αποσπασματικά μέτρα, όπως η μείωση του ΦΠΑ στην εστίαση (διότι στη μείωση του ΕΦΚ στο πετρέλαιο θέρμανσης δεν αξίζει καν να αναφερθούμε), αυτή η πολιτική δεν έχει εγκαταλειφθεί.

Αντίθετα, όπως είδαμε και στο προσχέδιο του προϋπολογισμού, παρατείνεται, αν και σε ηπιότερη μορφή.

Αντίστοιχα, αντί για συνολικό σχέδιο με στόχο την ανάταξη της ελληνικής οικονομίας προς ένα μοντέλο ανάπτυξης που θα της επιτρέψει να προσδοκά την ευημερία των κατοίκων της, αυτό που βλέπουμε το τελευταίο διάστημα και αναμένεται να συνεχίσουμε να βλέπουμε καθ' οδόν προς τις εκλογές είναι αποσπασματικές εξαγγελίες μέτρων, κυρίως φορολογικού χαρακτήρα, με στόχο την ενίσχυση, κυρίως, των οικονομικά ασθενέστερων.

Έτσι, λοιπόν, τη στιγμή που η κυβερνητική πλευρά εμφανίζεται να εστιάζει -δικαίως- την κριτική της προς την αξιωματική αντιπολίτευση στην απουσία ενός βιώσιμου οικονομικού προγράμματος, η ίδια εμφανίζει μια κολοσσιαία έλλειψη ακριβώς στην ίδια κατεύθυνση.

Τι έγιναν οι μεταρρυθμίσεις; Τι έγινε με την απελευθέρωση αγορών και επαγγελμάτων; Πού πήγαν οι δομικές αλλαγές στην οικονομία για τη μεγιστοποίηση των όρων ανταγωνισμού, τη μείωση του ενεργειακού κόστους, την εξάλειψη της γραφειοκρατίας, την επιτάχυνση του χρόνου απονομής Δικαιοσύνης και την πάταξη της φοροδιαφυγής;

Με ποιο σχέδιο οδεύει στη μετά μνημόνιο εποχή αυτή η χώρα;

Στο Μέγαρο Μαξίμου, δίχως αμφιβολία, ορισμένοι δεν βλέπουν με καλό μάτι την ανοδική πορεία που ακολουθούν για μία ακόμη φορά τα επιτοκιακά περιθώρια των ελληνικών ομολόγων έναντι των αντίστοιχων γερμανικών.

Όμως, δεν πρέπει να απορούμε γι' αυτό.

Η προαναγγελθείσα έξοδος της χώρας από το μνημόνιο, δίχως την επίτευξη των σημαντικότερων μη δημοσιονομικών στόχων που αυτό έθετε, τη βρίσκει να έχει κάνει μόνο τη μισή δουλειά, και αυτή συχνά δεν πείθει, όπως δεν βοηθούν και οι αντιπολιτευτικές ιαχές σχετικά με το χρέος και άλλα τινά...

Μπορεί η λειτουργία του κρατικού «μαγαζιού» να μην είναι πλέον ελλειμματική και μπορεί όντως να εκτελεστεί κατά τρόπο ισοσκελισμένο -για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια- ο ελληνικός προϋπολογισμός το 2015, όμως, αυτά γίνονται δίχως καμία πρόβλεψη -και βεβαίως δίχως καμία διασφάλιση- για την επόμενη μέρα.

Διότι αν δεν έχεις πρόγραμμα με στόχευση, μεθοδικό τρόπο επίτευξης και αποδεδειγμένη αποτελεσματικότητα, το μόνο που μπορείς να προσδοκάς είναι η επιείκεια είτε του δανειστή είτε του δοσατζή...


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v