Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Κύριες και δευτερογενείς επιπτώσεις από την αύξηση επιτοκίων

Το υπόβαθρο που οδήγησε στην αύξηση του πληθωρισμού στην ευρωζώνη και η αντίδραση της ΕΚΤ. Πώς επιδρούν οι κινήσεις της κεντρικής τράπεζας σε οικονομία και αγορές. Γράφει ο Χρ. Χριστοδούλου-Βόλος.

Κύριες και δευτερογενείς επιπτώσεις από την αύξηση επιτοκίων
  • Του Χρ. Χριστοδούλου-Βόλου*

Την τελευταία περίοδο παρατηρείται μια αξιοσημείωτη τάση αύξησης των επιτοκίων σε πολλές χώρες του κόσμου, συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) εφαρμόζει αυστηρότερη νομισματική πολιτική για την καταπολέμηση του αυξανόμενου πληθωρισμού στην Ευρωζώνη.

Οι λόγοι για αυτές τις αυξήσεις είναι ποικίλοι και πολύπλοκοι, αλλά ορισμένοι από τους κύριους παράγοντες που συμβάλλουν στην τάση αυτή περιλαμβάνουν αλλαγές στις παγκόσμιες οικονομικές συνθήκες, αλλαγές στις πολιτικές των κεντρικών τραπεζών και αυξανόμενες πληθωριστικές πιέσεις.

Σε αυτό το άρθρο, θα διερευνήσουμε ορισμένες από τις αιτίες και τις επιπτώσεις αυτών των πρόσφατων αυξήσεων των επιτοκίων στην Ευρώπη.

Ένας από τους κύριους λόγους για την αύξηση των επιτοκίων στην Ευρώπη είναι η μετατόπιση των παγκόσμιων οικονομικών συνθηκών. Η συνεχιζόμενη ανάκαμψη από την πανδημία Covid-19 οδήγησε σε αυξημένη ζήτηση αγαθών και υπηρεσιών, η οποία οδήγησε σε αύξηση των τιμών και του πληθωρισμού. Ως αποτέλεσμα, οι κεντρικές τράπεζες στην Ευρώπη αναγκάστηκαν να αυξήσουν τα επιτόκια για να διατηρήσουν τη σταθερότητα των τιμών. Αυτό ήταν ιδιαίτερα εμφανές στη Γερμανία, όπου τα ποσοστά πληθωρισμού αυξήθηκαν, οδηγώντας την ΕΚΤ σε σύσφιξη της νομισματικής της πολιτικής.

Ένας άλλος παράγοντας που συμβάλλει στην αύξηση των επιτοκίων είναι η αλλαγή πολιτικής της ΕΚΤ. Μετά από χρόνια χαμηλών επιτοκίων και μιας πολιτικής ποσοτικής χαλάρωσης, η ΕΚΤ επικεντρώνεται τώρα στη μείωση του μεγέθους του ισολογισμού της και στην επιστροφή σε μια πιο παραδοσιακή νομισματική πολιτική. Αυτό έχει οδηγήσει σε αύξηση των επιτοκίων, καθώς η ΕΚΤ επιδιώκει να περιορίσει τον πληθωρισμό και να διασφαλίσει τη μακροπρόθεσμη οικονομική σταθερότητα.

Η αύξηση των επιτοκίων είχε διάφορες επιπτώσεις στην ευρωπαϊκή οικονομία. Μία από τις σημαντικότερες επιπτώσεις ήταν στις χρηματοπιστωτικές αγορές.

Καθώς αυξάνονται τα επιτόκια, οι επενδυτές γίνονται πιο επιφυλακτικοί, με αποτέλεσμα να αυξάνεται η μεταβλητότητα στις αγορές μετοχών και ομολόγων. Αυτό μπορεί να είναι ιδιαίτερα προβληματικό για τις εταιρείες που βασίζονται στην πρόσβαση σε πιστώσεις για τη χρηματοδότηση των δραστηριοτήτων τους, καθώς τα υψηλότερα επιτόκια μπορούν να κάνουν τον δανεισμό πιο ακριβό.

Μια άλλη επίπτωση της αύξησης των επιτοκίων είναι στην αγορά κατοικίας. Καθώς αυξάνονται τα επιτόκια των ενυπόθηκων δανείων, γίνεται πιο ακριβή για τους καταναλωτές η αγορά κατοικιών, γεγονός που μπορεί να οδηγήσει σε επιβράδυνση της αγοράς κατοικίας. Αυτό μπορεί να έχει αντίκτυπο στην ευρύτερη οικονομία, καθώς η αγορά κατοικίας θεωρείται συνήθως ως προδρομικός δείκτης της οικονομικής ανάπτυξης.

Τα υψηλότερα επιτόκια μπορούν επίσης να επηρεάσουν άμεσα τους καταναλωτές, καθώς μπορεί να οδηγήσουν σε υψηλότερο κόστος δανεισμού για πιστωτικές κάρτες, δάνεια αυτοκινήτου και άλλες μορφές καταναλωτικής πίστης. Αυτό μπορεί να επιβαρύνει τους προϋπολογισμούς των νοικοκυριών και να περιορίσει τις καταναλωτικές δαπάνες, γεγονός που μπορεί να έχει αρνητικό αντίκτυπο στην ευρύτερη οικονομία.

Εκτός από αυτές τις άμεσες επιπτώσεις, η αύξηση των επιτοκίων είχε επίσης μια σειρά από δευτερογενείς επιπτώσεις στην ευρωπαϊκή οικονομία. Για παράδειγμα, η ενίσχυση του ευρώ έναντι άλλων νομισμάτων μπορεί να καταστήσει ακριβότερες τις ευρωπαϊκές εξαγωγές, μειώνοντας τη ζήτηση για αγαθά και υπηρεσίες από ευρωπαϊκές εταιρείες. Αυτό μπορεί να έχει αρνητικό αντίκτυπο στην οικονομική ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας στην Ευρώπη.

Εν κατακλείδι, αξίζει να σημειωθεί ότι τόσο στα προπτυχιακά όσο και στα μεταπτυχιακά προγράμματα της Διοίκησης Επιχειρήσεων που προσφέρεται στο Πανεπιστήμιο Νεάπολις Πάφος, οι έννοιες που αναλύονται στο άρθρο αποτελούν αντικείμενο μελέτης και αναφοράς.

 

* Ο Χρ. Χριστοδούλου-Βόλος είναι αναπληρωτής καθηγητής Οικονομικών και Χρηματοοικονομικών και προέδρος του τμήματος Οικονομικών και Διοίκησης του Πανεπιστήμιου Νεάπολις Πάφος


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v