Η Κίνα του Χι Σιαοπίνγκ έχει μπει για καλά πλέον στο πλανητικό παιχνίδι και δεν πρόκειται βέβαια να υποχωρήσει. Επιδιώκει ισότιμη συμμετοχή στο γεωπολιτικό γίγνεσθαι και προβλέπει ότι ο αυταρχισμός κερδίζει έδαφος παγκοσμίως. Αυτό για τη σημερινή ηγεσία της είναι πολύ σημαντικό ατού.
Υπό αυτές τις συνθήκες, κάποιοι διπλωματικοί κύκλοι διαψεύδονται.
Από την αρχή του πολέμου στην Ουκρανία, ορισμένοι ανακοίνωσαν ότι η Κίνα θα απομακρυνθεί από τον γείτονά της που εμπλέκεται σε μια σύγκρουση που την αποδυναμώνει, ώστε να μην παρασυρθεί στην παρασπονδία της. Αλλά η Κίνα δεν αφήνει τη Ρωσία και δεν πρόκειται να το κάνει.
Πριν από την εισβολή στην Ουκρανία, η κυρίαρχη ανάλυση ήταν ήδη ότι η κατανόηση μεταξύ Μόσχας και Πεκίνου ήταν μόνο μεταβατική, λόγω της αμοιβαίας δυσπιστίας που τροφοδοτήθηκε από την ιστορία, τις αποκλίσεις συμφερόντων και την ευρωπαϊκή αποστολή της Ρωσίας. Με την αυταρχική σύγκλιση, το μόνο τσιμέντο της ρωσο-κινεζικής σχέσης θα ήταν η αντίθεση στη Δύση, σε συνδυασμό με τον στρατηγικό καιροσκοπισμό: την εξισορρόπηση της Αμερικής με την Κίνα και την εξισορρόπηση των δυτικών κυρώσεων για τη Ρωσία.
Χωρίς να είναι ψευδές αυτό, είναι εντούτοις απατηλό. Όπως προκύπτει από σοβαρές ενδείξεις, η ρωσο-κινεζική σχέση, ανεξάρτητα από την επιδείνωση των σχέσεων των δύο χωρών με τη Δύση, τρέφεται από τη δική της δυναμική και τους δικούς της λόγους. Για παράδειγμα, έτσι, δεν είναι η μόνη ανάγκη να αντισταθμιστεί το σοκ των κυρώσεων που παρακινεί τη Μόσχα να καταλάβει «τον κινεζικό άνεμο στα πανιά της ρωσικής οικονομίας», για να χρησιμοποιήσω τη φράση του Βλαντιμίρ Πούτιν. Για πρώτη φορά, η Κίνα είναι μια σοβαρή εναλλακτική λύση για τη Ρωσία έναντι της Ευρώπης, η οποία μέχρι τώρα ήταν η κύρια πηγή κεφαλαίων, τεχνολογίας και εμπορικών ευκαιριών.
Ο φόβος της υποτέλειας
Για πρώτη φορά, στο πλαίσιο της ρωσικής ευρω-ασιατικής πολιτικής, η Κίνα και μαζί με αυτήν η Ασία, για το 70% των Ρώσων είναι πιο ελκυστικοί σύμμαχοι από τη Γηραιά Ήπειρο, από την άποψη αυτή, η αντιευρωπαϊκή προπαγάνδα του Πούτιν έχει πετύχει.
Η Ρωσία δεν θέλησε ποτέ να εγκλωβιστεί στην ευρωπαϊκή της διάσταση, ακόμη και όταν επεδίωκε να ενσαρκώσει την «άλλη Ευρώπη» σε διάφορα είδωλα. Η ιδέα μιας αξεπέραστης ευρωπαϊκής αποστολής της Ρωσίας, τόσο διαδεδομένης στη Γαλλία, είναι μια μειονότητα στην ιστορία, στην κοινή γνώμη και μεταξύ των Ρώσων ηγετών.
Ορθώς θα αντιταχθεί ότι η Ρωσία φοβάται ότι θα υποταχθεί σε μια Κίνα με την οποία η ισορροπία δυνάμεων είναι όλο και πιο ανισόρροπη. Αλλά όλα δείχνουν ότι οι ηγέτες της επιλέγουν συνειδητά να αυξήσουν την εξάρτηση από την Κίνα, ελλείψει εναλλακτικής λύσης. Η υποταγή στον Κινέζο εταίρο θα ήταν καλύτερη από την υποταγή στον δυτικό αντίπαλο.
Η αντιδυτική ιστορία που κυριαρχεί στη Ρωσία από το 2014 (προσάρτηση της Κριμαίας) και μετά, αποδίδει, παράλληλα όμως διαχέεται και στην Ευρώπη.
Από την πλευρά της, η σημερινή Κίνα, ενώ δεν θα υποστηρίξει ποτέ τη Ρωσία πέρα από τα συμφέροντά της, δεν έχει κανένα συμφέρον να αποδυναμωθεί υπερβολικά η Ρωσία. Αν και η Κίνα εξαρτάται λιγότερο από τον γείτονά της παρά το αντίστροφο, έχει όμως τη φιλοδοξία της να οικοδομήσει μια νέα διεθνή τάξη, στην οποία η Ρωσία θα είναι ένας από τους βασικούς εταίρους της.
Υπό αυτή την έννοια, ο πόλεμος της Ουκρανίας είναι ευκαιρία για την κινεζική εξωτερική πολιτική. Δεν προκαλεί έκπληξη έτσι το γεγονός ότι ενώ μια επίσημη στρατιωτική συμμαχία παραμένει εξαιρετικά απίθανη, το γεγονός ότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο έχει τεθεί από αξιωματούχους και των δύο χωρών -συμπεριλαμβανομένου του Βλαντιμίρ Πούτιν- λέει πολλά. Και σε αυτό τον τομέα, οι Ρώσοι και οι Κινέζοι διατηρούν την αμοιβαία δυσπιστία τους, αλλά ξέρουν πώς να την ξεπεράσουν. Αρκετά για να προσδώσουν αξιοπιστία, και εδώ, στην ιδέα ότι η ρωσο-κινεζική εταιρική σχέση προορίζεται να διαρκέσει και να επεκταθεί. Και από μόνο του το γεγονός αυτό αποτελεί σημαντική πρόκληση για την Ευρώπη αλλά και για την περιοχή μας.
Στην Ευρωπαϊκή Ένωση, με εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα, η πολιτική μας τάξη εξακολουθεί να συμμερίζεται την ιδέα ότι ο ευρωπαϊκός προσανατολισμός της Ρωσίας θα αποτρέψει ένα τέτοιο σενάριο και ότι θα μας επιτρέψει να επαναφέρουμε τους Ρώσους στη λογική και στην ευρωπαϊκή τους ιδιότητα.
Αν και βασίζεται σε αναμφισβήτητες πολιτιστικές συγγένειες, αυτή η ιδέα δυστυχώς πηγάζει από το ίδιο αναλυτικό πλέγμα που οδήγησε την ΕΕ να μην πιστέψει στην εισβολή στην Ουκρανία. Όπως δεν είναι οι Ευρωπαίοι που «σπρώχνουν τη Ρωσία προς την Κίνα». Και η σχέση αυτή δεν πρόκειται να ανατραπεί με κάποιου είδους παραχωρήσεις.
Αν δεν πρέπει ούτε να κρατήσουμε την ίδια γραμμή απέναντι στην Κίνα και τη Ρωσία ούτε να κόψουμε όλες τις γέφυρες με την τελευταία, πρέπει να βγούμε από την ιδέα ότι μπορούμε να δικαιολογήσουμε αυτές τις δύο χώρες με μια στάση «εξισορροπητικής ισχύος» που δεν ακούν ή δεν σέβονται.
Αντιμέτωποι με μια ρωσο-κινεζική εταιρική σχέση που χτίστηκε για να διαρκέσει, είναι καιρός να εγκαταλείψουμε τις ψευδαισθήσεις μας και να προσαρμόσουμε τη στρατηγική μας στάση», τονίζει κορυφαίος Βέλγος διπλωμάτης.
Και την άποψή του επιβεβαιώνει η πρόσφατη επίσκεψη του Κινέζου προέδρου στον Πούτιν. Όπως αναφέρουν οι Financial Times, πίσω από τις συζητήσεις περί ειρήνης, η ουσία της συνόδου Σι-Πούτιν κινήθηκε προς την αντίθετη κατεύθυνση -αφού αφορούσε την αυξημένη κινεζική υποστήριξη της Ρωσίας, καθώς εξαπολύει έναν πόλεμο προσάρτησης εδάφους.
Ο Αλεξάντερ Γκαμπούεφ, ένας από τους βασικούς παρατηρητές της Ρωσίας για θέματα της Κίνας, ο οποίος είναι τώρα στην εξορία, σχολιάζει: «Μην κάνετε λάθος: το ταξίδι έχει να κάνει με την εμβάθυνση των σχέσεων με τη Ρωσία που θα ωφελεί το Πεκίνο. Η κινεζική μεσολάβηση για οποιαδήποτε πραγματική ειρήνευση έρχεται σε δεύτερο πλάνο».
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.