Η σημερινή Αμερική είναι ένας βραστήρας, του οποίου παραμένουν άγνωστες οι αντιδράσεις και οι αντοχές αν φτάσει σε υψηλές θερμοκρασίες. Πολλές εξελίξεις, έτσι, είναι πιθανές σε μια εποχή υψίστης σε κρισιμότητα αβεβαιότητας. Και αυτό ας το έχουν υπόψη τους οι ντόπιοι επαΐοντες. Για να μη βρεθούν προ εκπλήξεων.
Στις 8 Νοεμβρίου, οι Αμερικανοί θα εκλέξουν μέλη της Βουλής των Αντιπροσώπων, το ένα τρίτο της Γερουσίας (στην πραγματικότητα 35 από τους 100) και χιλιάδες τοπικούς αξιωματούχους, συμπεριλαμβανομένων 36 κυβερνητών.
Μόλις πριν από λίγους μήνες, όλες οι ενδείξεις ήταν για ένα Ρεπουμπλικανικό παλιρροϊκό κύμα και στα δύο Σώματα. Είναι αλήθεια ότι αυτή η ενδιάμεση εκλογή μετά τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου 2021, είναι μια δύσκολη στιγμή για την αμερικανική διοικητική μηχανή και την κυβέρνηση που την κινεί: για μισό αιώνα, έχανε πάντα τις εκλογές, εκτός από το 1998.
Αλλά σε αυτό το διαρθρωτικό μειονέκτημα προστίθενται ο υψηλός πληθωρισμός των Δημοκρατικών, ο οποίος φτάνει το 8,5% με παράλληλη άνοδο της ανασφάλειας των πολιτών. Και ως κερασάκι στην τούρτα, έρχεται και η αντιδημοτικότητα του Τζο Μπαϊντεν, η οποία ξεπερνά το 60%, ποσοστό υψηλό για νεοεκλεγέντα πρόεδρο.
Σε μια χώρα πιο πολιτικοποιημένη από ποτέ, οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν καταφέρει να αναδείξουν το θέμα της μετανάστευσης σε κεντρικό αντικείμενο της καμπάνιας τους, η οποία κατηγορεί τους Δημοκρατικούς για ανοχή απέναντι σε «εισβολείς». Από την πλευρά των Δημοκρατικών, οι ανοχές τους στις ηλιθιότητες που εκφράζουν και διαχέουν οι «βοκιστές» («προοδευτικοί της σαχλαμάρας»), εξοργίζουν τους μετριοπαθείς πολίτες.
Όσο για τον Αμερικανό πρόεδρο, κάποιες γκάφες του δεν προσφέρουν τίποτε στο προφίλ του. Ωστόσο, αν κρίνουμε από τελευταίες εξελίξεις, οι Δημοκρατικοί φαίνεται να έχουν ανακτήσει τις ελπίδες τους. Η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου που αφαίρεσε από το δικαίωμα στην άμβλωση τη συνταγματική προστασία και επέτρεψε στις Ρεπουμπλικανικές πολιτείες, είτε να την περιορίσουν σοβαρά, είτε να την καταστείλουν, ώθησε τις γυναίκες στις δημοκρατικές περιφέρειες να κινητοποιηθούν για τις ενδιάμεσες εκλογές.
Το δεύτερο στοιχείο που παίζει για τους Δημοκρατικούς είναι η υποψηφιότητα ορισμένων εξτρεμιστών που προέκυψαν από τις προκριματικές εκλογές των Ρεπουμπλικάνων υπό την επιρροή του Ντόναλντ Τραμπ. Τέλος, μια λεπτομέρεια: η τιμή των καυσίμων έχει μειωθεί σημαντικά μετά μια αλματώδη πορεία προς την κορυφή.
Μέσα σε αυτό το κλίμα, η πλειοψηφία των ειδικών ποντάρει σε μια νίκη των Ρεπουμπλικάνων στη Βουλή των Αντιπροσώπων και μια νίκη των Δημοκρατικών στη Γερουσία. Πράγματι, στην πρώτη περίπτωση, όχι μόνο το προεδρικό κόμμα σήμερα είναι μόνο λίγες έδρες μπροστά, αλλά οι Ρεπουμπλικάνοι που ελέγχουν όλους τους θεσμούς είκοσι πολιτειών (οκτώ για τους αντιπάλους τους) έχουν επιδοθεί με ενθουσιασμό στο παιχνίδι της εκλογικής λεηλασίας, εξασφαλισμένοι από την ουδετερότητα ενός συντηρητικού Ανώτατου Δικαστηρίου.
Όσο για τη Γερουσία, η απροσδόκητη καλή απόδοση των Δημοκρατικών υποψηφίων οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην ενίοτε αναπάντεχη επιλογή του αντιπάλου τους.
«Για μερικούς, πλησιάζουμε τα όρια της συνωμοσίας QAnon που βλέπει παιδεραστές διεστραμμένους παντού», γράφει ο πρώην Γάλλος πρέσβης στις Η.Π.Α. Ζεράρ Αρώ. Επισημαίνει δε, πολύ σωστά κατά την εκτίμησή μας, ότι η παρουσία των Ρεπουμπλικάνων σ’ ένα από τα δύο Σώματα, δεν θα είναι άμοιρη εξελίξεων και στο ουκρανικό. Ως γνωστόν, ο Αμερικανός πρόεδρος δεν μπορεί να ξοδέψει ένα δολάριο χωρίς την έγκριση του Κογκρέσου.
Ο Kevin McCarthy, πιθανός πρόεδρος μιας Βουλής των Ρεπουμπλικάνων, μας υπενθύμισε ότι η βοήθεια προς την Ουκρανία θα μπορούσε να υποφέρει. Δεν είναι μόνο θέμα οικονομίας, επιθυμίας ελέγχου της εξωτερικής πολιτικής ή φόβου εξάπλωσης της σύγκρουσης.
Πράγματι, ο Τραμπ δεν έκρυψε ποτέ την εχθρότητά του απέναντι σε μια χώρα και έναν πρόεδρο που, στα μάτια του, έπαιξε ρόλο στην πρώτη απόπειρα μομφής που εξαπέλυσαν οι Δημοκρατικοί εναντίον του. Από την άλλη, υπερηφανεύεται ότι έχει άριστες σχέσεις με τον Πούτιν, την απόφαση του οποίου να εισβάλει στη γείτονά του δικαιολόγησε έμμεσα. Θα τον ακολουθήσουν οι Ρεπουμπλικάνοι εκλεγμένοι αξιωματούχοι προς αυτή την κατεύθυνση;
Σε κάθε περίπτωση, όπως λέει ο Μακάρθι, θα μπορούσαν τουλάχιστον να περιορίσουν την υποστήριξη των ΗΠΑ στην Ουκρανία, ακόμη και αν αυτό σημαίνει να ζητήσουν από τους Ευρωπαίους να αναλάβουν. Εξάλλου, η συνεισφορά τους είναι μόνο το ήμισυ της συνεισφοράς των Η.Π.Α.
Ας παρακολουθήσουμε λοιπόν στενά αυτές τις εκλογές. Διότι από το πουθενά, η Ευρώπη και μαζί με αυτήν και η Ελλάδα, θα μπορούσαν να βρεθούν μπροστά σε νέα προβλήματα, οικονομικά κυρίως.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.