Η βιομηχανική συγκέντρωση πόσο επηρεάζει την πορεία της αμοιβής της εργασίας και σε ποιο βαθμό θα μπορούσε να ναρκοθετεί τον δυναμισμό μιας οικονομίας; Αυτό ήταν κατά την εκτίμησή μας, το βασικό ερώτημα που εμμέσως πλην σαφώς έθεσε στους ακροατές του ο Ιταλός καθηγητής κ. Τομάσο Βαλέττι (φωτό), επικεφαλής οικονομολόγος στη Γενική Διεύθυνση Ανταγωνισμού της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και ευρύτερα γνωστός για τις μελέτες του πάνω στη συγκέντρωση των επιχειρήσεων, τις εξαγορές και συγχωνεύσεις και το ανταγωνιστικό περιβάλλον.
Προσκεκλημένος στην Αθήνα από το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (Ι.Ο.Β.Ε.) και το Οικονομικό Πανεπιστήμιο των Αθηνών, ο καθηγητής Τομασο Βαλέττι μίλησε σ’ ένα φοιτητικό κυρίως κοινό για τις τάσεις συγκέντρωσης στη βιομηχανία και για τη δυναμική των αγορών σε συνάρθρωση με μια δεδομένη πολιτική ανταγωνισμού.
Ευθύς εξ αρχής, θα πρέπει να τονιστεί ότι η παρουσίαση του γνωστού καθηγητή υπήρξε ιδιαίτερα αναλυτική και διεξοδική και χωρίς περιττές κορώνες έθεσε ορισμένα σοβαρά προβλήματα. Κατά πρώτον, ο καθηγητής Τ. Βαλέττι άφησε να υπονοηθεί ότι σε πολλούς βιομηχανικούς κλάδους, ο υγιής ανταγωνισμός έχει πάει περίπατο. Με αποτέλεσμα σε κλαδικό επίπεδο όλο και πιο λίγες εταιρίες να ελέγχουν τις σχετικές αγορές. Κατά συνέπεια, στους κλάδους αυτούς, το κόστος εισαγωγής νέων επιχειρήσεων είναι δυσπρόσιτο και σε αρκετές περιπτώσεις απαγορευτικό.
Άμεση επίπτωση της κατάστασης αυτής, η επιβάρυνση του καταναλωτή, η αποθάρρυνση της καινοτομίας και βέβαια η κακή χρησιμοποίηση του κεφαλαίου. Δεν είναι έτσι διόλου παράξενη η κριτική παρατήρηση ενός περιοδικού, όπως ο φιλελεύθερος «Economist», που τονίζει ότι «…η ακμή των εταιρικών κολοσσών, αποτελεί σοβαρό κίνδυνο τόσο για τον ανταγωνισμό όσο και για νομιμοποίηση του επιχειρείν…».
Όπως έδειξε στην ομιλία του ο καθηγητής Τ. Βαλέττι, στις ΗΠΑ, σε όλους τους τομείς της επιχειρηματικής δραστηριότητας, τέσσερις εταιρίες το 2012 είχαν υπό τον έλεγχό τους το 34% του συνολικού τζίρου, ποσοστό που έφτανε το 27% το 1997. Τα αντίστοιχα ποσοστά για τη βιομηχανία και τις τηλεπικοινωνίες, πάντα στις ΗΠΑ, είναι σχεδόν 50%, γεγονός που από μόνο του θέτει αρκετά ερωτηματικά. «…Όσο για την τάση συγκέντρωσης, είναι συνεχής, παράλληλα δε παρατηρείται και εκτίναξη του ποσοστού κερδοφορίας σε σχέση με το ΑΕΠ…». Πράγματι, από τα στοιχεία που παρουσίασε ο ομιλητής βγαίνει το συμπέρασμα ότι το παραπάνω ποσοστό σχεδόν τριπλασιάστηκε σε ποσοστιαία βάση περνώντας από 5% το 1990 σε 15% στις μέρες μας.
Την ίδια περίοδο όμως, παρατήρησε ο καθηγητής Τ.Βαλέττι, σημειώνεται μια πτώση του επιχειρηματικού δυναμισμού, φαινόμενο που το βλέπει κανείς στο πτωτικό ποσοστό εισόδου και εξόδου επιχειρήσεων στην αγορά. Στις ΗΠΑ, το ποσοστό αυτό, από 16,5% που ήταν το 1977, βρέθηκε στο 8,7% το 2013. Μ’ άλλα λόγια, ο αριθμός των εισερχομένων επιχειρήσεων είναι ο ίδιος με αυτόν των εξερχόμενων όταν το 1977 ήταν σχεδόν 1 προς 2.
Αυτή η πορεία του επιχειρείν, κατά τον Ιταλό καθηγητή, οδηγεί και στη διερεύνηση της ανισότητας, φαινόμενο που σήμερα παρατηρείται σε ολόκληρο τον αναπτυγμένο κόσμο.
«Ο υψηλότερος βαθμός συγκέντρωσης» είπε ο Τ.Βαλέττι, «δεν προκύπτει απαραιτήτως από εξαγορές και συγχωνεύσεις….». Μπορεί επίσης να είναι το αποτέλεσμα της αποτελεσματικότητας επιχειρήσεων σούπερ-σταρ, οι οποίες επωφελουνται από τις παρατηρούμενες αλλαγές και από την υψηλή αποτελεσματικότητά τους, όπως αυτή προκύπτει από υψηλά ποσοστά συμμετοχής στην αγορά και υψηλά ποσοστά κέρδους.
Αναφερόμενος στην Ευρώπη, ο ομιλητής υπογράμμισε ότι η κατάσταση δεν διαφέρει πολύ από την αντίστοιχη στις ΗΠΑ, όχι όμως στο επίπεδο των ανισοτήτων. Στην Ευρώπη, από την κρίση και μετά οι ανισότητες δεν μεγάλωσαν κατά μέσο όρο, πλην όμως το φτωχότερο 20% του πληθυσμού, συγκρινόμενο με το αντίστοιχο μεσαίο τμήμα του έγινε φτωχότερο.
Στη βάση αυτής της παρατήρησης ο καθηγητής Τ. Βαλέττι, αποφεύγοντας έντεχνα την οποία πολιτικοποίηση του όλου θέματος, άφησε να γίνει κατανοητό ότι η οποία ανάκαμψη τόσο στην Ε.Ε. όσο και στις ΗΠΑ, δεν είναι νοητή αν δεν βελτιωθούν οι συνθήκες του ανταγωνισμού.
Διευκρίνισε δε ότι από αυτή την οπτική γωνία, ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στο νέο επικοινωνιακό περιβάλλον και στην αναδυόμενη «οικονομία της προσοχής», φαινόμενο νέο και με σημαντικές προεκτάσεις. Εντυπωσιακή από την άποψη αυτή υπήρξε επίσης η αναφορά του στις «δολοφονικές εξαγορές» (Killer acquisitions), όπου για παράδειγμα εταιρίες – κολοσσοί, τύπου Facebook, εξαγοράζουν επιχειρήσεις (περίπτωση Whats App) για να εξουδετερώσουν τον ανταγωνισμό.
Από τα λεγόμενα έτσι του διαπρεπούς καθηγητή, το βασικό και ξεκάθαρο συμπέρασμα που προκύπτει είναι αυτό το νόθευσης του ανταγωνισμού από τους υποτιθέμενους φορείς της ελεύθερης οικονομίας. Το ερώτημά μας όμως είναι, ποιο ρόλο στις περιπτώσεις αυτές παίζει ο διαρκώς επεκτεινόμενος κρατισμός και οι αντιστάσεις του στην ομαλή λειτουργία των αγορών;
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.