Ας αφήσουμε τους πολιτικούς αρχηγούς να βγάλουν τα απωθημένα τους στη Βουλή, όταν θα συζητηθεί το νέο Μνημόνιο. Κάποιοι θα το αποκαλέσουν συμπλήρωμα του τρίτου, κάποιοι το τέταρτο κατά σειρά Μνημόνιο. Θα είναι ευχάριστη έκπληξη αν αντί για κοκορομαχίες μεταξύ τους για το ποια διακυβέρνηση έφερε τα χειρότερα Μνημόνια, διαπιστώσουμε ότι θα κάνουν επιτέλους μια συζήτηση ουσίας για αυτό στο οποίο όλοι συμφωνούν:
Ότι η χώρα πρέπει να βγει από τα Μνημόνια. Και να τελειώσει η περίοδος της επιτήρησης εκ μέρους -συγγνώμη αλλά θα το πω- όσων επίσης ευθύνονται να ζητήσουν ισορροπία δημοσιονομικών και μεταρρυθμιστικών μέτρων επί χρόνια, με αποτέλεσμα να ισοπεδώσουν την οικονομία, σε σημείο που η ανάκαμψή της να θεωρείται πολύ δύσκολη αν όχι αδύνατη. Η θεωρία του ελατηρίου ισχύει όσο η βάση του δεν έχει σκουριάσει.
Έχουμε λοιπόν ένα νέο Μνημόνιο, με βάση το οποίο λαμβάνονται επιπλέον μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής τα οποία θα κοστίσουν πάνω από 3,5 δισ. ευρώ και θα αφαιρέσουν ισόποσα χρήματα κατευθείαν από τις τσέπες μας. Οι υπολογισμοί δίνουν και παίρνουν, αλλά είναι απολύτως βέβαιο ότι αυτή τη φορά τα μέτρα στρέφονται περισσότερο σε βάρος των χαμηλότερων εισοδημάτων, τόσο μέσα από τη μείωση των συντάξεων όσο και μέσα από τη μείωση των αφορολόγητων ποσών για μισθωτούς και συνταξιούχους. Ειδικά οι τελευταίοι υφίστανται ένα διπλό χτύπημα από τα μέτρα και συρρικνώνεται ακόμα περισσότερο το καθαρό εισόδημά τους.
Θα μείνω στο γεγονός αυτό. Που πέρα από εξαιρετικά κοινωνικά δυσάρεστο αφού οι «εγγυημένες» από το κράτος συντάξεις βυθίζονται επί 7 συνεχή χρόνια, δείχνει ταυτόχρονα και την αποτυχία του Ασφαλιστικού/Συνταξιοδοτικού συστήματος που επίμονα διαχειρίστηκαν όλες οι κυβερνήσεις, αγνοώντας τις τεχνικές παραμέτρους του και λειτουργώντας το ως πολιτικό όπλο για να προσελκύουν ψήφους.
Έφτιαξαν, ειδικά από τη δεκαετία του ’80 μέχρι και λίγο πριν την κρίση, ένα Σύστημα εξαιρετικά γενναιόδωρο, με υψηλές για τις αντοχές της οικονομίας συντάξεις, που και σε μικρές ηλικίες δίνονταν και με τα υψηλότερα ποσοστά αναπλήρωσης στην Ευρώπη. Και έπεισαν τους πολίτες ότι το καλό κράτος θα έχει για πάντα τη δυνατότητα να τους εξασφαλίζει γενναιόδωρες συντάξεις, γιατί το κράτος εγγυάται και δεν πέφτει έξω.
Η συνέπεια είναι η γνωστή τραγική, με την απότομη και οριζόντια μείωση των συντάξεων κατά 40%-50% από τα Μνημόνια. Αλλά ήταν και απολύτως προβλέψιμη, μόνο οι κυβερνήσεις δεν ήθελαν να τη δουν, αφού φαινόταν ότι το ύψος της συνταξιοδοτικής δαπάνης ως ποσοστού του ΑΕΠ αυξανόταν θεματικά, η ανάπτυξη που εξασφάλιζε δανεισμό κάποια στιγμή λογικά θα υποχωρούσε ενώ τα δημογραφικά δεδομένα εκτιμούσαν ήδη από 25ετίας ότι το αναδιανεμητικό σύστημα θα ζοριζόταν πολύ.
Ο κόσμος όμως εφησύχαζε από τις αλόγιστες υποσχέσεις των πολιτικών. Και ελάχιστοι ήταν εκείνοι, όπως μαρτυρούν τα στοιχεία, που έκαναν κάτι μόνοι τους για να έχουν να συμπληρώσουν συνταξιοδοτικό εισόδημα όταν έρθει η ώρα. Η διαχρονική πενιχρή διείσδυση των αγορών επενδύσεων, κεφαλαίου και ιδιωτικής ασφάλισης και η απολύτως βραχυχρόνια λογική των καταθέσεων του Τραπεζικού συστήματος, το αποδεικνύουν.
Εξαίρεση ήταν στην Ελλάδα η επένδυση στα ακίνητα, που διαμόρφωσε ένα πολύ υψηλό ποσοστό ιδιοκτησίας (από τα υψηλότερα στον κόσμο), με τη διαφορά όμως ότι τουλάχιστον στη 10ετία της έξαρσης χρηματοδοτήθηκε από χρέος και όχι από αποταμιευμένο χρήμα. Αποτέλεσμα ήταν να εκτοξευθούν οι τιμές τους και σήμερα να αποτελούν περισσότερο βάρος λόγω δανεισμού και φόρων και πολύ λιγότερο αξιοποιήσιμη πηγή για λόγους ενίσχυσης του συνταξιοδοτικού εισοδήματος.
Το πιο δυσάρεστο όμως είναι ότι αυτή η πολιτική συνεχίζεται ακόμα και τώρα. Αντί να επικοινωνηθεί στους πολίτες η παραδοχή ότι το υφιστάμενο Συνταξιοδοτικό Σύστημα δεν θα μπορεί να τους δώσει επαρκείς συντάξεις στο μέλλον και ότι πρέπει και οι ίδιοι να αποταμιεύσουν με αυτό τον στόχο ώστε να μειώσουν τον κίνδυνο εξάρτησης από το Κρατικό Σύστημα, δεν ακούγεται τίποτα σχετικό. Όταν σε άλλες χώρες, το ίδιο το κράτος εκπαιδεύει τους πολίτες από μικρούς στην έννοια της προσωπικής ευθύνης και τους παρακινεί να εξοικονομούν χρήματα όταν είναι παραγωγικοί, για να έχουν χρήματα όταν θα περάσουν στη συνταξιοδότηση.
Για τους σημερνούς 45άρηδες και κάτω, που ακόμα έχουν μπροστά τους πολλά χρόνια παραγωγικού βίου, η αποταμίευση για τη συνταξιοδότηση είναι αναγκαία προϋπόθεση, αν θέλουν να ζήσουν εκείνα τα χρόνια χωρίς το μακρύ χέρι του κράτους να επεμβαίνει κάθε λίγο και λιγάκι και να τους λέει ότι εξασφαλίζει «αξιοπρεπείς» συντάξεις εξομοιώνοντας τον όρο «αξιοπρέπεια» με τον όρο «ανέχεια».
Και όσο κι αν σήμερα ακούγεται ως ανέκδοτο η επίκληση της ανάγκης για τέτοια αποταμίευση, λόγω των χαμηλών εισοδημάτων, κάτι μπορεί ο καθένας να κάνει. Από κάπου να κόψει δαπάνες για να αποταμιεύσει. Μπορούμε να λέμε ότι αυτό είναι αδύνατο, αλλά είναι βέβαιο ότι κάποια στιγμή θα το πληρώσουμε. Και επειδή στην αποταμίευση για τη σύνταξη ο μακρός χρόνος είναι η πιο σημαντική παράμετρος, ας αρχίσουμε αυτή την αποταμίευση από τώρα.
Αφού αποδομήσουμε την εμπιστοσύνη στο κράτος που συνεχώς υποχωρεί στις υποσχέσεις του, αφού τα βάλουμε με τους πολιτικούς που δεν μας είπαν την αλήθεια, αφού μιζεριάσουμε για το πώς φτάσαμε εδώ, αφού εκτονώσουμε τον θυμό μας, ας καταλάβουμε ένα πράγμα: Δεν μπορούμε να είμαστε πια αφελείς και να τα περιμένουμε όλα από το κράτος για τη σύνταξή μας, είμαστε -και όσο θα περνούν τα χρόνια θα γινόμαστε ολοένα και περισσότερο- υπεύθυνοι για τη μελλοντική μας μοίρα. Το «έχει ο Θεός» δεν είναι συνταξιοδοτική στρατηγική, ούτε και η ελπίδα ότι «θα με φροντίζουν τα παιδιά μου», που -σε μέσους όρους-και λιγότερα και φτωχότερα θα είναι.
Σήμερα, με βάση τα δημογραφικά και στατιστικά στοιχεία, ένας 65άρης αναμένεται να ζήσει άλλα 22-23 χρόνια. Ευτυχής πραγματικότητα, ασύλληπτη ακόμα και πριν λίγα χρόνια. Για αυτό φροντίζει η επιστήμη της βιολογίας και της ιατρικής. Για το πόσο καλά θα τα ζήσει όμως, το βάρος μετατίθεται από τους ώμους του κράτους στους ώμους του πολίτη όλο και περισσότερο.
Ο σημερινός λοιπόν 30άρης, 35άρης, 40άρης, 45άρης, ας το καταλάβει αυτό. Όσο νωρίτερα τόσο το καλύτερο.
* Ο Common Sense είναι στέλεχος της αγοράς
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.