Στα πρόσφατα χρόνια, έχουν υπάρξει ορισμένες ενδείξεις ότι ορισμένες επιχειρήσεις μεταφέρουν μεταποιητικές δραστηριότητες πίσω στις μητρικές χώρες τους, στις οποίες επικρατούν υψηλοί μισθοί.
Δηλαδή σε χώρες της ΕΕ αλλά και των ΗΠΑ. Αυτές οι κινήσεις δημιουργούν την εντύπωση ότι οι παράγοντες με βάση τους οποίους οι αρχικές αποφάσεις να μεταφερθούν αυτές οι δραστηριότητες σε χώρες χαμηλού κόστους έχουν μεταβληθεί, δείχνοντας ότι δεν είναι πλέον τόσο κερδοφόρες όσο ήταν τα προηγούμενα έτη και συμφέρει τα συγκεκριμένα προϊόντα να παράγονται εκ νέου στις μητρικές χώρες ή, ακόμη, οι αρχικές υποθέσεις στις οποίες είχαν βασιστεί αυτές οι επιλογές μεταφορές ήταν λανθασμένες αναφορικά με τα πλεονεκτήματα τα προερχόμενα από την κλίμακα κόστους.
Χαρακτηριστικές περιπτώσεις, μεταξύ των επιχειρήσεων στις ΗΠΑ είναι μεγάλες επιχειρήσεις, στις οποίες περιλαμβάνονται η Apple (η οποία συμφώνησε με την εταιρεία Flextronics στο Texas για τη συναρμολόγηση του νέου υπολογιστή Mac Pro χρησιμοποιώντας εγχώρια παραγόμενα μέρη) και η General Electric (η οποία μετέφερε την παραγωγή πλυντηρίων, ψυγείων και θερμοσιφώνων, από την Κίνα, σε ένα εργοστάσιο στο Kεντάκι το 2012) καθώς και άλλες περιπτώσεις από τις Caterpillar, Ford, General Motors, NCR, Electrolux και Whirlpool.
Σε μια έρευνα που πραγματοποιήθηκε από την Boston Consultancy Group, το 2013, υπολογίσθηκε ότι πάνω από τις μισές βιομηχανικές επιχειρήσεις με βάση τις διοικήσεις τους στις ΗΠΑ και με πωλήσεις πάνω από 1 δισ. δολάρια σχεδιάζουν να επαναφέρουν την παραγωγή από την Κίνα ή από άλλες περιοχές που δραστηριοποιούνται. Επιπροσθέτως, πολλές μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις έχουν συμπεριφερθεί αναλόγως στα προηγούμενα δύο ή τρία έτη. Υποστηρίζεται ότι η μείωση του κόστους ενέργειας και η ανάπτυξη του σχιστολιθικού αερίου στις ΗΠΑ αποτελεί σημαντικό παράγοντα για τη λήψη αυτών των αποφάσεων. Κατά την άποψή μας όμως, ίσως ο σημαντικότερος παράγοντας σχετικά με αυτές τις αποφάσεις είναι ότι πλέον η κινέζικη βιομηχανία όλων αυτών των αγαθών έχει κατορθώσει να τα ενσωματώσει στην εγχώρια παραγωγική αλυσίδα, καθιστώντας την παραγωγή τους άκρως ανταγωνιστική τόσο στην εγχώρια όσο και στην διεθνή αγορά. Επομένως οι ξένες επιχειρήσεις αυτού του είδους δεν έχουν ιδιαίτερο λόγο να παραμένουν στην Κίνα.
Με τα περιορισμένα υπάρχοντα στατιστικά στοιχεία, πάντως, είναι δύσκολο να είμαστε ακριβείς για το μέγεθος του φαινομένου της επαναφοράς δραστηριοτήτων στις μητρικές χώρες. Στις αρχές του 2013, ο αριθμός των επιχειρήσεων που έχουν επαναφέρει την παραγωγή τους πίσω στις ΗΠΑ ήταν μικρότερος από 100, οι περισσότερες εκ των οποίων το έκαναν χωρίς να δημιουργήσουν δημόσια θόρυβο. Επίσης, οι περισσότερες από τις πολυεθνικές επιχειρήσεις επανάφεραν μόνο μέρος της παραγωγής από το εξωτερικό, και πολλές από τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις έχουν παραγωγικές εξωχώριες δραστηριότητες πολύ περισσότερες από αυτές που έχουν επανέλθει στο πρόσφατο παρελθόν.
Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι τα υπάρχοντα στοιχεία για την επαναφορά μεταποιητικών δραστηριοτήτων από ευρωπαϊκές επιχειρήσεις στις χώρες στις οποίες βρίσκονται οι έδρες τους είναι ακόμη λιγότερα. Δεν υπάρχουν αρκετά στοιχεία ούτε για ποιες επιχειρήσεις εμπλέκονται. Τις περισσότερες πληροφορίες τις λαμβάνουμε από επιχειρήσεις που έχουν προβεί σε δημοσιοποίηση των ενεργειών τους, αλλά δεν γνωρίζουμε κατά πόσο είναι αντιπροσωπευτικές. Συνήθως οι επιχειρήσεις είναι αρνητικές στη δημοσιοποίηση αυτών των ενεργειών, αν είναι το αποτέλεσμα λανθασμένων αρχικών επιλογών για την εγκατάσταση σε εξωχώριες περιοχές, ή οι μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις δεν επιθυμούν να δημοσιοποιούν τα σχέδιά τους για την παγκόσμια στρατηγική τους.
Την ίδια περίοδο, υπάρχει πλέον η πολιτική βούληση ορισμένων κυβερνήσεων, όπως οι κυβερνήσεις της Γαλλίας [1] και του ΗΒ, οι οποίες ακολουθούσαν το παράδειγμα της κυβέρνησης των ΗΠΑ να εισάγουν ειδικά κίνητρα-πρωτοβουλίες για να υποστηρίξουν τις επιχειρήσεις προκειμένου να επαναφέρουν τις δραστηριότητές τους πίσω στις μητρικές χώρες. Αυτή η πρωτοβουλία επέτρεψε τη μεγαλύτερη δημοσιοποίηση στοιχείων σε αυτές τις χώρες, από ό,τι στη Γερμανία, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η διαδικασία της επαναφοράς εξωχώριων δραστηριοτήτων είναι μικρότερη στη Γερμανία από τη Γαλλία ή το ΗΒ.
Θα ασχοληθούμε, σε αυτό το άρθρο, με τις εξελίξεις στην επαναφορά μεταποιητικών δραστηριοτήτων στη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, τη Γερμανία, η οποία συγχρόνως είναι η οικονομία με μεγάλο (σε επίπεδο πλανητικό) μεταποιητικό-βιομηχανικό τομέα.
ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Με βάση τα τελευταία στοιχεία (2012), μετά από έρευνα σε 1.594 επιχειρήσεις, που παρέχει το Fraunhofer Institute for Systems and Innovation Research (Fraunhofer ISI), στις εκδόσεις του European Manufacturing Survey (EMS), που αναφέρονται στη διάδοση υψηλού επιπέδου τεχνολογίας βιομηχανικών προϊόντων καθώς και ποιες από τις παραπάνω δραστηριότητες είναι εξωχώριες και πόσες από αυτές επανέρχονται στην εγχώρια παραγωγή, η κατάσταση εμφανίζεται στη Γραφική παράσταση 1.
Γραφική παράσταση 1
Μερίδιο γερμανικών βιομηχανικών επιχειρήσεων που έχουν αναπτύξει εξωχώριες δραστηριότητες, ανά μέγεθος επιχείρησης, 2010-2012.
Πηγή: Zanker, C., Kinkel, S. and Maloca, S. (2013), Globale Produktion von einer straken Haimatbasis aus, Mitteilungen aus der ISI-Erhebung, No. 63, Fraunhofer ISI.
Κατά μέσο όρο, το 13% των γερμανικών βιομηχανικών επιχειρήσεων παράγουν εξωχώρια, αλλά όπως άλλωστε ήταν αναμενόμενο, υπάρχει μεγάλη διαφορά μεταξύ μεγάλων και μικρών επιχειρήσεων. Ενώ μόνο το 3,0% των μικρών επιχειρήσεων (με λιγότερο από 50 εργαζόμενους) δραστηριοποιούνται σε εξωχώρια (2012) και μόνο το 16,0% των μεσαίων επιχειρήσεων (με 50-249 εργαζόμενους), το 40,0% των επιχειρήσεων που απασχολούν μεταξύ 250-999 εργαζόμενους και το 83,0% αυτών που απασχολούν πάνω από 1.000 εργαζόμενους έχουν εξωχώριες δραστηριότητες. Δηλαδή για τις μεγάλες επιχειρήσεις, η εξωχώρια παραγωγή τείνει να είναι ο κανόνας και όχι η εξαίρεση.
Οι επιχειρήσεις με εξωχώριες δραστηριότητες παράγουν το 39,0% του προϊόντος τους στο εξωτερικό (Γραφική παράσταση 2). Το ενδιαφέρον στοιχείο είναι ότι οι μικρές επιχειρήσεις παράγουν το 54,0% εξωχωρίως, ποσοστό πολύ υψηλότερο τόσο από τον μέσο όρο αλλά και από το ποσοστό των μεγάλων επιχειρήσεων. Αυτό σημαίνει ότι οι μικρές επιχειρήσεις, όταν έχουν τέτοιου είδους μεταποιητικές δραστηριότητες, επικεντρώνονται σε αυτές. Οι μεσαίου μεγέθους επιχειρήσεις αντίστοιχα παράγουν περίπου το 1/3 στο εξωτερικό.
Γραφική παράσταση 2
Μερίδιο προϊόντος παραγόμενο εξωχωρίως από γερμανικές βιομηχανικές επιχειρήσεις , ανάλογα με το μέγεθος της επιχείρησης, 2010-2012.
Πηγή: Zanker, C., Kinkel, S. and Maloca, S. (2013), Globale Produktion von einer straken Haimatbasis aus, Mitteilungen aus der ISI-Erhebung, No. 63, Fraunhofer ISI.
Το μεγαλύτερο μερίδιο της παραγωγής των γερμανικών βιομηχανικών επιχειρήσεων που δραστηριοποιείται εξωχώρια βρίσκεται εγκατεστημένο στην ΕΕ (περισσότερο από το ½ ή το 21% της συνολικής παραγωγικής ικανότητας), κυρίως στις χώρες της ευρωζώνης (Γραφική παράσταση 3) και το μεγαλύτερο μερίδιο από αυτό ανήκει σε μικρές επιχειρήσεις. Η Ασία αποτελεί τον δεύτερο κατά σειρά χώρο εγκατάστασης (20,0% της εξωχώριας παραγωγής ή το 8,0% της συνολικής παραγωγής). Εδώ το μεγαλύτερο μερίδιο ανήκει στις μεγάλες επιχειρήσεις. Η Βόρεια και Κεντρική Αμερική αποτελεί τον τρίτο χώρο εγκατάστασης (περίπου το 15,0% της εξωχώριας παραγωγικής δραστηριότητας) ενώ στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης που βρίσκονται εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης βρίσκεται περίπου στο 5,0%. Αυτή η αναλογία της γεωγραφικής κατανομής των εξωχώριων δραστηριοτήτων παραμένει διαχρονικά η ίδια με ελάχιστες διαφοροποιήσεις.
Γραφική παράσταση 3
Κατανομή της παραγωγικής ικανότητας των γερμανικών επιχειρήσεων ως % της συνολικής παραγωγικής ικανότητας, 2010- 2012.
Πηγή: Zanker, C., Kinkel, S. and Maloca, S. (2013), Globale Produktion von einer straken Haimatbasis aus, Mitteilungen aus der ISI-Erhebung, No. 63, Fraunhofer ISI.
Την περίοδο 2010-2012, περίπου το 8,0% της γερμανικής βιομηχανίας μετάφεραν την παραγωγή τους στο εξωτερικό, το μικρότερο ποσοστό από την εποχή της δεκαετίας του 1990.
Γραφική παράσταση 4
Μερίδιο γερμανικών βιομηχανικών επιχειρήσεων που ανέπτυξαν εξωχώριες δραστηριότητες και επαναπάτρισαν δραστηριότητες την περίοδο 2004-2012.
Πηγή: Zanker, C., Kinkel, S. and Maloca, S. (2013), Globale Produktion von einer straken Haimatbasis aus, Mitteilungen aus der ISI-Erhebung, No. 63, Fraunhofer ISI.
Την ίδια περίοδο, παρατηρείται μια ελαφριά μείωση του ποσοστού των επιχειρήσεων που εμπλέκονται στην επαναφορά βιομηχανικών δραστηριοτήτων, με μόλις το 2,0% από αυτές να επαναφέρουν την παραγωγή τους πίσω στη Γερμανία. Παρ' όλα αυτά είναι μεγαλύτερο από το ποσοστό των επιχειρήσεων που προχωρούν σε εξωχώριες δραστηριότητες.
Όπως ακριβώς συμβαίνει και με τις εξωχώριες δραστηριότητες, έτσι και η επαναφορά των βιομηχανικών δραστηριοτήτων στη Γερμανία διαφοροποιείται έντονα μεταξύ των τομέων. Το μεγαλύτερο ποσοστό ανήκει στον τομέα του βιομηχανικού ηλεκτρικού εξοπλισμού (7,0%) ο οποίος επίσης έχει και από τα μεγαλύτερα ποσοστό στις γερμανικές εξωχώριες παραγωγικές δραστηριότητες. Επίσης ο τομέας των χημικών και των πλαστικών ακολουθούν (4,0%), ενώ ο τομέας της αυτοκινητοβιομηχανίας έπεται με 3,0%. Εκείνο που χρειάζεται να σημειωθεί είναι ότι στο τομέα των ηλεκτρονικών, των μηχανών και του βιομηχανικού εξοπλισμού, οι εξωχώριες δραστηριότητες εξακολουθούν να παρουσιάζουν μεγάλο ποσοστό σε σχέση με τις επιχειρήσεις που προχώρησαν σε επαναπατρισμό. Γενικά ο επαναπατρισμός είναι μικρότερος από τις εξωχώριες δραστηριότητες, αλλά σημασία έχει ότι έχει αρχίσει να λαμβάνει χώρα.
Γραφική παράσταση 5
Μερίδιο βιομηχανικών γερμανικών επιχειρήσεων οι οποίες ανέπτυξαν εξωχώριες δραστηριότητες και επαναπάτρισαν δραστηριότητες την περίοδο 2010-2012, κατά τομέα.
Textiles: Υφάσματα, Electronics: Ηλεκτρονικά, Electrical equipment: Ηλεκτρικός εξοπλισμός, Motor vehicles: Κινητήρες αυτοκινήτων, Machinery and equipment: Μηχανήματα και εξοπλισμός, Rubber and plastics: Λάστιχα και πλαστικά, Chemicals: Χημικά, Metals: Μέταλλα, Other: Άλλα, Paper and printing: Χαρτί και εκτυπωτικά, Food and beverages: Τροφή και ποτά, Offshoring: Εξωχώριες δραστηριότητες, Reshoring: Επαναπατριζόμενες δραστηριότητες.
Πηγή: Zanker, C., Kinkel, S. and Maloca, S. (2013), Globale Produktion von einer straken Haimatbasis aus, Mitteilungen aus der ISI-Erhebung, No. 63, Fraunhofer ISI.
Ποιοι είναι οι λόγοι του επαναπατρισμού για τις γερμανικές βιομηχανικές επιχειρήσεις;
Σύμφωνα με την έρευνα [Zanker, C., Kinkel, S. and Maloca, S. (2013)], ο πρώτος λόγος επαναπατρισμού είναι η ανάγκη για υψηλότερο βαθμό λειτουργικής ευελιξίας (58,0%) και μεγαλύτερου ελέγχου στην ποιότητα των παραγομένων προϊόντων (52,0%). Ακολουθούν η υποχρησιμοποίηση της παραγωγικής ικανότητας (28,0%), η αύξηση των κόστη μεταφοράς (25,0%), το υψηλότερο ενεργειακό κόστος (22,0%) και οι δυσκολίες στο συντονισμό των λειτουργιών (20,0%).
Η έλλειψη ειδικευμένου προσωπικού μεταξύ των εργαζομένων, που τόσο συχνά επικαλούνται οι νεοκλασικοί οικονομολόγοι και διάφοροι επιχειρηματικοί κύκλοι, σύμφωνα με την έρευνα, βρίσκεται πολύ χαμηλά (11,0%) ενώ το ίδιο χαμηλά βρίσκεται ο λόγος που αναφέρεται σε περιορισμένη πρόσβαση σε Έρευνα και Ανάπτυξη. Ενώ η αύξηση των μισθών στις χώρες υποδοχής των δραστηριοτήτων αποτελούσε ένα βασικό λόγο (30,0%) για επαναπατρισμό των εξωχώριων δραστηριοτήτων την περίοδο 2007-2009, την περίοδο 2010-2012 ο λόγος αυτός έπεσε πολύ χαμηλά (6,0%), επειδή οι μισθοί μειώθηκαν την περίοδο αυτή σε Τσεχία, Ουγγαρία, Πολωνία και Σλοβακία, όπου βρίσκονται εγκαταστημένες μεγάλο μέρος των εξωχώριων δραστηριοτήτων της Γερμανίας.
[1] Το Γαλλικό Υπουργείο Βιομηχανικής Καινοτομίας έχει αναπτύξει ένα ειδικό εργαλείο, το Colbert 2.0, που το έχει εμπνευσθεί από την αντίστοιχη Reshoring initiative των ΗΠΑ, από το 2013, προκειμένου να βοηθηθούν οι επιχειρήσεις, όταν το θελήσουν να επαναπατρίσουν τις εξωχώριες δραστηριότητές τους.
* Ο Κώστας Μελάς είναι Δρ Οικονομίας, πρόεδρος του ομίλου Κοινωνικού Οικονομικού Προβληματισμού και Πολιτικής Δράσης.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.