Η κρίση της ελληνικής οικονομίας έχει δύο πολύ δυσάρεστα χαρακτηριστικά.
Το πρώτο είναι η ένταση της ύφεσης. Χάσαμε συνολικά το ¼ του ΑΕΠ. Το δεύτερο είναι η διάρκεια. Διανύουμε τον 8ο χρόνο κι ακόμη δεν βλέπουμε την οικονομία να ανακάμπτει. Σε ό,τι αφορά μάλιστα στη διάρκεια, η ελληνική κρίση είναι χειρότερη. Διότι και άλλες οικονομίες υπέστησαν στο παρελθόν αντίστοιχης έντασης ύφεση, ανέκαμψαν όμως (τουλάχιστον μερικώς) πολύ ενωρίτερα.
Για να καταλάβουμε γιατί η διάρκεια και η ένταση της κρίσης είναι τόσο μεγάλη, το πεδίο των αποκρατικοποιήσεων είναι μια καλή αφετηρία. Θα μπορούσαμε μάλιστα να αντικαταστήσουμε το ερώτημα «γιατί διαρκεί τόσο η κρίση» με ένα άλλο: Πόσα χρόνια κρίσης πρέπει να ζήσουμε ακόμη μέχρι να δούμε την 1η μπουλντόζα στο Ελληνικό;
H αξιοποίηση της περιουσίας του δημοσίου, αυτό που αποκαλούμε «αποκρατικοποιήσεις», ήταν βασική παράμετρος σχεδιασμού και των 3 Μνημονίων.
Είναι ίσως η μοναδική δέσμη μνημονιακών μέτρων που συνδυάζει με ιδανικό τρόπο όλους τους στόχους του προγράμματος προσαρμογής της ελληνικής οικονομίας χωρίς κοινωνική επιβάρυνση, χωρίς παράπλευρες απώλειες για την οικονομία. Διότι:
1. Μέρος των εσόδων από τις αποκρατικοποιήσεις μειώνουν το Δημόσιο Χρέος.
2. Μέρος των εσόδων μπορούν να διοχετευθούν για δημόσιες επενδύσεις που τονώνουν την ανάπτυξη.
3. Η ελάφρυνση από τις προβληματικές επιχειρήσεις μειώνει τα ελλείμματα της Γενικής Κυβέρνησης.
4. Και σημαντικότερο, οι αποκρατικοποιήσεις συνδέονται με νέες επενδύσεις, που δημιουργούν άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας, συνεισφέρουν θετικά στην αύξηση του ΑΕΠ και στη συνακόλουθη αύξηση φορολογικών και ασφαλιστικών εσόδων.
Οι αποκρατικοποιήσεις είναι ιδανικό εργαλείο για την καταπολέμηση της κρίσης και την άμβλυνση της ύφεσης. Και πώς τα χρησιμοποιήσαμε εμείς όλα αυτά τα χρόνια της κρίσης;
Στο διάστημα 2010-2015, το ελληνικό κράτος είχε συνολικά έσοδα από αποκρατικοποιήσεις 2,8 δισεκατομμύρια ευρώ.
Προσέξτε, όμως, εξ αυτών:
* 640 εκατ. προήλθαν από δημοπράτηση φάσματος ραδιοσυχνοτήτων,
* Άλλα 1.150 εκατ. από άδειες παιγνιομηχανών, λαχείων & άλλες άδειες παιγνιδιών του ΟΠΑΠ,
* 260 εκατ. από πώληση και επαναμίσθωση ακινήτων του δημοσίου,
* 630 εκατ από την πώληση του 33% του ΟΠΑΠ,
* 150 εκατ. από λοιπές πωλήσεις ακινήτων & κινητών αξιών.
Στην πραγματικότητα, λοιπόν, αν εξαιρέσουμε τον ΟΠΑΠ, όπου ήδη το δημόσιο είχε μειοψηφικό πακέτο, στα 6 χρόνια της κρίσης κι ενώ το ελληνικό Δημόσιο έπρεπε να αξιοποιήσει την περιουσία του, ΔΕΝ ιδιωτικοποίησε καμία εταιρεία, ΔΕΝ παραχώρησε καμία υφιστάμενη δραστηριότητα στον ιδιωτικό τομέα.
Με δυο λόγια, ένα πολύ σημαντικό πολυεργαλείο, ένα όπλο κατά της κρίσης, αχρηστεύτηκε. Γιατί; Επειδή στη δημόσια συζήτηση κυριάρχησε ένα μείγμα αμάθειας και φόβου, σύμφωνα με το οποίο κάθε υπέρμαχος των αποκρατικοποιήσεων είναι εχθρός του λαού, προδότης της πατρίδας, και πιθανότατα... πράκτορας ξένων συμφερόντων. Η κοινωνία και μεγάλο τμήμα του πολιτικού κόσμου στράφηκε κατά των αποκρατικοποιήσεων συλλήβδην.
Και δεν ήταν μόνο οι αποκρατικοποιήσεις. Οι μύθοι και οι αυταπάτες που αποτέλεσαν το κυρίαρχο αφήγημα της κρίσης κάλυψαν την αλήθεια για τις αιτίες και τον τρόπο διαχείρισής της. Και εμποδίζουν -μέχρι και σήμερα- τη μεταρρύθμιση της ελληνικής οικονομίας και υποσκάπτουν την προσπάθεια της χώρας να εξέλθει της κρίσης.
Θα αναφερθώ τώρα στους βασικούς μύθους που σημάδεψαν την αντίληψη του κόσμου για τα αίτια της κρίσης, οι οποίοι, δυστυχώς, εν πολλοίς παραμένουν ζωντανοί μέχρι σήμερα.
Μύθος 1ος
«Το υπέρογκο κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων ήταν μία από τις αιτίες της υπερχρέωσης της χώρας και της κρίσης που ζούμε».
Όμως, το κόστος των Ολυμπιακών Αγώνων ήταν για τον φορολογούμενο μικρότερο από μια πενταετία λειτουργίας του ΟΣΕ.
Η συνολική δαπάνη για την προετοιμασία και τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων κόστισε στο κράτος 6,5 δισ. ευρώ. Και η δημόσια δαπάνη που σχετίζεται αμιγώς με τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων, όπως είναι η κατασκευή και αναβάθμιση αθλητικών εγκαταστάσεων και οι δαπάνες ασφάλειας, ανήλθε σε περίπου €4,1 δισ., σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του ΙΟΒΕ. Την ίδια στιγμή, στον ίδιο τόπο, με το ίδιο νόμισμα, την πενταετία 2005-2009, ο ΟΣΕ κόστισε περισσότερο στους φορολογούμενους. Κόστισε 4,5 δισ.
Σύμφωνα με τις ετήσιες οικονομικές καταστάσεις του ΟΣΕ, ο οργανισμός κατέγραφε εκείνη την πενταετία 900 εκατ. ζημίες ετησίως. Αλλά κανείς δεν λέει “ο ΟΣΕ ευθύνεται για την κρίση” ενώ πολλοί πιστεύουν ότι οι Ολυμπιακοί ευθύνονται.
Πέρσι η αντιπολίτευση κατηγορούσε την κυβέρνηση ότι ξεπουλούσε την ΤΡΑΙΝΟΣΕ για 45 εκατ., ενώ το 2013, σε αντίστροφους ρόλους, η τότε αντιπολίτευση κατηγορούσε την τότε κυβέρνηση ότι ξεπουλούσε την ΤΡΑΙΝΟΣΕ για 300 εκατ.
Αλλά κανείς δεν κατηγορήθηκε από κανέναν για τις θηριώδεις ζημίες του ΟΣΕ της περιόδου 2005-2009. Κανείς, πλην του προέδρου της ΕΛΣΤΑΤ Ανδρέα Γεωργίου, του ανθρώπου που απλά ενσωμάτωσε στα οικονομικά στοιχεία του κράτους αυτό που όλοι γνωρίζαμε: πως τις ζημίεές του ΟΣΕ θα τις πληρώσουν οι φορολογούμενοι και τα παιδιά τους. Ναι, γι' αυτό ακριβώς κατηγορείται ο κ. Γεωργίου.
Η περίφημη αναθεώρηση του ελλείμματος του 2009 από τη Eurostat και τον κ. Γεωργίου απλά ενσωμάτωσε στα οικονομικά μεγέθη του κράτους τις ζημίες του ΟΣΕ και άλλων ζημιογόνων εταιρειών.
Μύθος 2ος
«Το έλλειμμα του 2009 το φούσκωσαν τεχνηέντως κάποιοι εχθροί της Ελλάδας για να μας βάλουν στα μνημόνια». Μνημόνια που, σύμφωνα με το ίδιο αφήγημα, έφεραν σκληρή λιτότητα και προκάλεσαν την κρίση.
Για την ιστορία, αν θέλει κανείς να μάθει πραγματικά πόσο ήταν το έλλειμμα την περίοδο 2006-2009 πέρα από στατιστικές ακροβασίες, δεν έχει παρά να ανατρέξει στα στοιχεία για την εξέλιξη του χρέους. (Δημοσιεύει σχετικά στοιχεία ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους). Τότε θα διαπιστώσει πως η αύξηση του δανεισμού της χώρας την τετραετία 2006-2009 ήταν 90 δισ. ευρώ -περίπου τόσο υπολογίζει και το ύψος των ελλειμμάτων η Eurostat για την ίδια περίοδο.
Ενώ το έλλειμμα που είχε ανακοινωθεί από τις ελληνικές κυβερνήσεις για τις χρήσεις 2006-2009 ήταν αθροιστικά 50 δισ. Οπότε εύλογα διερωτάται κανείς: Αν τα ελλείμματά μας ήταν μόνο 50 δισ., γιατί δανειστήκαμε 90;
Μύθος 3ος
«Η λιτότητα των μνημονίων και οι λάθος πολλαπλασιαστές έφεραν την κρίση».
Στην πραγματικότητα, η ένταση της ύφεσης οφείλεται στη σαθρή βάση στην οποία στηρίχτηκε η ανάπτυξη τα χρόνια της ευημερίας.
Αυτό γίνεται πιο εύκολα κατανοητό αν κάνουμε την εξής παρατήρηση: στα χρόνια του ευρώ, η Ελλάδα δεν τα πήγε χειρότερα από την Πορτογαλία ή την Ιταλία. Και η Ιταλία δεν είχε μνημόνια!
Είναι αλήθεια πως η ένταση της κρίσης ήταν πολύ μεγαλύτερη για την Ελλάδα από τις υπόλοιπες χώρες του Νότου. Εμείς χάσαμε το ¼ του ΑΕΠ από το 2009-2013, όταν Ιταλία και Πορτογαλία είχαν απώλειες 7%.
Όπως είναι επίσης αλήθεια πως η ελληνική οικονομία κάλπαζε πριν την κρίση. Από το 2000 έως το 2007 Ελλάδα και Ιρλανδία κατέγραφαν τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρωζώνη. 33% αυξήθηκε το ΑΕΠ της χώρας μας εκείνο το διάστημα, έναντι 8% και 9% που αυξήθηκε το ΑΕΠ σε Ιταλία και Πορτογαλία αντίστοιχα.
Τελικά, στο συνολικό διάστημα 2000-2013, Ελλάδα, Ιταλία & Πορτογαλία είχαν το ίδιο φτωχές επιδόσεις. Και οι τρεις χώρες παρέμειναν στάσιμες.
Δεν ήταν χειρότερη η επίδοση της Ελλάδας από αυτήν της Πορτογαλίας ή της Ιταλίας τα χρόνια του ευρώ (τουλάχιστον μέχρι και το 2013). Απλώς η ελληνική οικονομία είχε φουσκώσει πρωτύτερα πολύ περισσότερο από τα δανεικά και ξεφούσκωσε με πάταγο όταν ξέσπασε η χρηματοπιστωτική κρίση και έκλεισαν οι κάνουλες του δανεισμού.
Μύθος 4ος
«Το κράτος ήταν η αιτία της χρεοκοπίας του ασφαλιστικού λόγω του PSI».
Η πραγματικότητα είναι πως το ασφαλιστικό ήταν μιία από τις κύριες αιτίες χρεοκοπίας του κράτους.
Ο τοξικός ρόλος του ασφαλιστικού στη δημοσιονομική κρίση είναι πολύ μεγάλο θέμα για να το καλύψω εδώ. Θα σας παραπέμψω στο βιβλίο του Τάσου Γιαννίτση «Το ασφαλιστικό και η κρίση». Θα υπενθυμίσω μόνο μια προφητική δήλωση του προέδρου της ΓΣΕΕ το 2001, όταν απέρριπτε τη μεταρρύθμιση Γιαννίτση. «Μην ακούτε ότι το ασφαλιστικό θα χρεοκοπήσει. Για να συμβεί αυτό, πρέπει πρώτα να χρεοκοπήσει το κράτος», έλεγε ο πρόεδρος. Πράγματι, το ασφαλιστικό συνέχισε να αυξάνει τα ελλείμματά του και το κράτος συνέχισε να καλύπτει τα ελλείμματα του ασφαλιστικού, μέχρι που το κράτος κατέρρευσε δημοσιονομικά υπό το βάρος του συσσωρευμένου χρέους, των ελλειμμάτων του ασφαλιστικού και άλλων αμαρτιών.
Έχουμε όμως καταφέρει ως κοινωνία κάτι εντυπωσιακό. Το κούρεμα του χρέους του 2012, το λεγόμενο PSI, ήταν η μεγαλύτερη μείωση χρέους στην ιστορία της ανθρωπότητας. Χαρίστηκαν στη χώρα μας πάνω από 100 δισ. χρέους. Και στη συνείδηση των πολιτών, το κούρεμα, το PSI, έχει καταγραφεί με αρνητικό πρόσημο. Γι' αυτό επιτρέψτε μου να παραθέσω ορισμένα αριθμητικά δεδομένα για τα ασφαλιστικά ταμεία και το PSI.
Τη δεκαπενταετία 2000-2014, το κράτος επιχορήγησε τα Ταμεία με 160 δισ. μόνο για το έλλειμμα των συντάξεων.
Το 2012, το ΙΚΑ, ο ΟΑΕΕ , ο ΟΓΑ, το ΝΑΤ έλαβαν συνολικά 14 δισ. ευρώ επιχορήγηση από τον προϋπολογισμό του κράτους. Την ίδια χρονιά, είχαν αθροιστικά ζημίες από το PSI 1,7 δισ. Αυτά τα Ταμεία μαζί με το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους χορηγούν το 95% των κύριων συντάξεων. Το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους δεν είχε ζημίες, είχε όφελος από το PSI πάνω από 100 δισ. ευρώ.
Πώς είναι δυνατόν να συσχετίζεται η μείωση των συντάξεων με το PSI; Κι όμως, πολλοί πολιτικοί, διανοούμενοι, μορφωμένοι άνθρωποι παραμυθιάζονται ακόμη πως για τα προβλήματα του ασφαλιστικού τάχα φταίει το PSI.
Μύθος 5ος
«Οι δανειστές μάς επιβάλλουν λιτότητα και Πρωτογενή Πλεονάσματα για να αποπληρώνουμε χρέος & τόκους, για να πάρουν πίσω τα λεφτά τους».
Η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική: Όλα αυτά τα χρόνια δεν έχουμε δώσει ούτε ένα ευρώ για εξόφληση χρέους ή αποπληρωμή τόκων.
Στην εξαετία 2010-2015, οι δανειστές μάς έδωσαν όλα τα κεφάλαια που ήταν απαραίτητα για να αποπληρώσουμε παλιά δάνεια και τόκους, και άλλα 60 δισ. για να καλύψουμε δαπάνες του κράτους πέραν των τόκων. Δεν δώσαμε ούτε ένα ευρώ για το χρέος, ούτε ένα ευρώ για τους τόκους.
Το τι έγινε το 2015 είναι ενδεικτικό: Το Πρωτογενές Πλεόνασμα για το 2015 ήταν μόλις 350 εκατ., 0,2% του ΑΕΠ. Αλλά το 2015 το κράτος ξόδεψε 5,4 δισ. για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, που δεν υπολογίστηκαν στο έλλειμμα. Αν τα συμπεριλάβουμε, τότε το κράτος είχε πρωτογενές έλλειμμα 5 δισ. Συνολικό έλλειμμα μαζί με τους τόκους 12 δισ. Φράγκο δεν δώσαμε πίσω στους δανειστές το 2015. Ίσα ίσα, μας δάνεισαν επιπλέον 5 δισ., χώρια από τους τόκους που κεφαλαιοποιήθηκαν στο χρέος.
Μύθος 6ος
«Αν δεν γίνει βιώσιμο το χρέος, προκοπή δεν βλέπουμε».
Όμως η βιωσιμότητα του χρέους είναι ένας ανέφικτος και γι' αυτό λάθος στόχος.
Θα σας το πω με τα λόγια του ίδιου του αντιπροέδρου της κυβέρνησης, του κύριου Γ. Δραγασάκη, από ομιλία του στην υποεπιτροπή της Βουλής για το χρέος «… έχουμε την εξής ιδιομορφία, ότι οι πιστωτές μας είναι και αυτοί υπερδανεισμένοι. Εμείς χρωστάμε στην Ιταλία, την Ισπανία, την Πορτογαλία. Δεν θεωρώ, λοιπόν, εύκολο να πετύχουμε μεγάλη απομείωση του χρέους μόνο για την Ελλάδα, χωρίς να απομειωθεί και το δικό τους χρέος».
Δηλαδή ο αντιπρόεδρος λέει πως για να λύσουμε το πρόβλημα του χρέους της Ελλάδας, πρέπει να λύσουμε το πρόβλημα του χρέους στην Ευρωζώνη. Όμως το πρόβλημα του χρέους της Ευρωζώνης, όπως και το πρόβλημα της αρχιτεκτονικής του ευρώ, είναι ένα πρόβλημα που μας ξεπερνά.
Είναι λάθος μας να επιμένουμε να εστιάζουμε σ’ εκείνα που δεν εξαρτώνται από εμάς και να αγνοούμε αυτά που πρέπει εμείς να φτιάξουμε για να καταστήσουμε τη χώρα λειτουργική.
Η γραφειοκρατία, η πολυνομία, η αργή απονομή της δικαιοσύνης, η διαφθορά, η υψηλή φορολογία, το διαρκώς μεταβαλλόμενο φορολογικό πλαίσιο, το υψηλό κόστος ενέργειας, η έλλειψη Κτηματολογίου είναι προβλήματα που πρέπει να λύσουμε τελεσίδικα, επειδή αυτά χαρακτηρίζουν μια χώρα ευνομούμενη και ασφαλή για επενδύσεις. Αυτά είναι οι αποτρεπτικοί παράγοντες για την προσέλκυση επενδύσεων και όχι η βιωσιμότητα του χρέους το 2030 ή το 2050.
Το ύψος του χρέους δεν είναι από μόνο του απαγορευτικός παράγοντας για τη λειτουργικότητα μιας οικονομίας. Θυμίζω πως οι αγορές έκλεισαν για την Πορτογαλία όταν το χρέος της ήταν στο 110% του ΑΕΠ και ξανάνοιξαν και την καλοδέχτηκαν όταν το χρέος της ήταν στο 130% του ΑΕΠ.
Αναφέρθηκα σε όλους αυτούς τους μύθους της κρίσης, τους αντιμνημονιακούς μύθους, γιατί θεωρώ πολύ σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε τα αίτια της κρίσης, τα λάθη και τις παραλείψεις μας, προκειμένου να καταφέρουμε να τα διορθώσουμε. Έτσι ώστε να αποκτήσουμε ως κοινωνία την ιδιοκτησία των αλλαγών που πρέπει να γίνουν στη χώρα μας. Προϋπόθεση γι' αυτό είναι να διαχωρίσουμε τις αυταπάτες και τα παραμύθια από την αλήθεια, να ξεπεράσουμε τη σύγχυση.
Διαφορετικά, όποια ανάκαμψη κι αν ακολουθήσει τα επόμενα χρόνια, δεν θα είναι παρά ένα ευχάριστο πλην σύντομο διάλειμμα στην πορεία της χώρας προς την παρακμή.
* O Γ. Στρατόπουλος είναι οικονομολόγος. Το παραπάνω άρθρο είναι η ομιλία του κ. Στρατόπουλου στην εκδήλωση των αποφοίτων της Βαρβακείου Σχολής, στο πλαίσιο του πολυσυνεδρίου Money Show.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.