Τελικά όσοι μας κυβερνούν σε αυτή τη χώρα ζουν για το χειροκρότημα. Στην Κούβα, ο πρωθυπουργός εκφώνησε ένα λόγο (που κανείς δεν θυμάται καθώς δεν είχε καμία σημασία για κανένα) χειροκροτούμενος απο ένα ακροατήριο που δεν θα έχει την ευκαιρία να ξαναδεί.
Την ίδια στιγμή, ο Σόιμπλε -που αδιαφορεί για χειροκροτήματα- δήλωσε ότι η Ελλάδα θα μείνει στην ευρωζώνη μόνο αν μεταρρυθμιστεί. Μοιάζει mission impossible, αλλά δυστυχώς αυτή είναι η προϋπόθεση παραμονής μας στο ευρώ (που για τη χώρα είναι κάτι πολύ παραπάνω απο ένα νόμισμα).
Σε όλη τη διάρκεια της πολυετούς κρίσης, οι πολιτικοί μας αρνήθηκαν κάθε στοιχειώδη συνεννόηση με αντιπάλους. Αυτή είναι επιβεβαιωμένα μία από τις βασικές διαφορές μας με τις υπόλοιπες χώρες που αντιμετώπισαν την κρίση. Εδώ ο εκάστοτε αρχηγός της αντιπολίτευσης ψάχνει το δυνατό χειροκρότημα που εξασφαλίζει η θέση του πρωθυπουργού.
Παγκόσμια χειροκροτήματα
Υπάρχουν πολλών ειδών χειροκροτήματα. Αν για παράδειγμα ο ομιλητής ενώπιον κοινού είναι δικτάτορας, τότε εννοείται ότι όλοι σηκώνονται στο τέλος για να χειροκροτήσουν. Σε τέτοιες περιπτώσεις αυτό είναι εύκολο.
Το δύσκολο είναι ποιος θα τολμήσει να σταματήσει πρώτος. Μπορεί το χειροκρότημα να είναι ψεύτικο αλλά (αν απουσιάσει) οι ποινές είναι αληθινές. Λέγεται ότι ο Στάλιν είχε προβλέψει στο τέλος των ομιλιών του σε κλειστές αίθουσες (όπου προφανώς καταχειροκροτούνταν) μετά από μερικά λεπτά να ακούγεται ένα ηλεκτρικό κουδούνι που «επέτρεπε» τη διακοπή του χειροκροτήματος. Έτσι κανείς δεν κινδύνευε να κατηγορηθεί ότι δεν χειροκρότησε επαρκώς τον ηγέτη.
Όλοι οι δικτάτορες έχουν αδυναμία στο χειροκρότημα. Υπάρχει βέβαια η εξαίρεση του Κιμ Γιονγκ Ουν, που επιτρέπει να μη χειροκροτούν όσους κλαίνε από συγκίνηση επειδή τον αντίκρισαν, ώστε να μπορούν να σκουπίζουν με τα χέρια τα δάκρυά τους. Επίσης εξαιρεί και αυτούς που τον συνοδεύουν παντού, οι οποίοι ούτε κλαίνε, ούτε χειροκροτούν, για να μπορούν να σημειώνουν τις ιστορικές στιγμές σε μπλοκάκια (πάντα ήθελα πολύ να μάθω τι ακριβώς γράφουν).
Για να μην παρεξηγηθώ για ιδεολογική προκατάληψη, βλέπουμε και στον δυτικό κόσμο πολλά ψεύτικα δάκρυα. Ιδιαίτερα πολιτικών όταν ανακοινώνουν αποφάσεις για τις οποίες δεν θέλουν να πάρουν την ευθύνη, ή πλούσιων τηλεαστέρων σε κοσμικές συγκεντρώσεις οι οποίοι καταφέρνουν να κλαίνε και να χειροκροτούν ταυτοχρόνως.
Είναι απίστευτο πόσο πιο ευαίσθητοι γίνονται οι άνθρωποι όταν ζουμάρει μία κάμερα επάνω τους. Σε αυτές βέβαια τις περιπτώσεις η συγκίνηση και ο ενθουσιασμός προκαλούνται από την επιθυμία για μεγαλύτερη δημοσιότητα και για τα ωφελήματα που τη συνοδεύουν. Για αυτό κυριαρχεί η υποκρισία. Τουλάχιστον τα σχιστά μάτια των συνανθρώπων μας που έτυχε να γεννηθούν στη Βόρεια Κορέα δακρύζουν για να σώσουν τη ζωή τους και όχι για να δοξαστούν ή για να φουσκώσει το πορτοφόλι τους.
Σύγχρονα ελληνικά χειροκροτήματα
Στη χώρα μας, τα χειροκροτήματα περισσεύουν σε όλη τη σύγχρονη ιστορία μας. Κατά τη διάρκεια της δικτατορίας, σε έναν κινηματογράφο γεμάτο κόσμο, προβάλλονταν «επίκαιρα» με πρωταγωνιστή τον αντιπρόεδρο της κυβερνήσεως Παττακό, όπου επιθεωρούσε κάποιο έργο. Όλοι -πλην του Παττακού, που ήταν και ο ίδιος θεατής- χειροκροτούσαν ενόσω εκείνος απολάμβανε τον θρίαμβο. Τότε αισθάνεται ένα δυνατό χτύπημα στο κεφάλι από το πίσω κάθισμα και μια φωνή του ψιθυρίζει: «Χειροκρότησε, κακομοίρη μου, μη βρεις τον μπελά σου».
Θυμάμαι επίσης από τα φοιτητικά μου χρόνια μία γελοιογραφία του Ιωάννου, η οποία σατίριζε τη διαδικασία των αλήστου μνήμης συνεδριάσεων της κεντρικής επιτροπής του ΠΑΣΟΚ της δεκαετίας του '80, όπου ο Ανδρέας Παπανδρέου ήταν ο μοναδικός ομιλητής. Απεικόνιζε ένα σύνεδρο όρθιο να χειροκροτεί παρατεταμένα μετά το τέλος της ομιλίας του προέδρου και τον διπλανό του να του λέει: «Εντάξει, σύντροφε, φτάνει!». Τότε εκείνος του απαντά συνεχίζοντας να χειροκροτεί: «Μισό λεπτό, σύντροφε, θέλω να ολοκληρώσω την τοποθέτησή μου».
Πίσω από τα σημερινά χειροκροτήματα
Παρακολουθώ μερικούς καινοφανείς ιεροκήρυκες του «φιλελευθερισμού» να διακηρύσσουν μίσος για τους «υποκριτές που μας κυβερνούν». Τους κατηγορούν (όχι άδικα) για ασυνέπεια υποσχέσεων και πράξεων. Τους θεωρώ όμως εξίσου επιζήμιους με όσους σήμερα έχουν καταλάβει την κυβέρνηση (και τα συναφή πόστα). Πιστεύω ότι όποιοι νομίζουν ότι έχουν ηθικό ή ιδεολογικό πλεονέκτημα είναι πάντα επικίνδυνοι, ανεξαρτήτως πολιτικού προσήμου.
Αν τους ρωτήσετε τι ακριβώς προτείνουν για τη χώρα, η απάντηση είναι «σημασία έχει να φύγουν αυτοί, γιατί το κόστος παραμονής της κυβέρνησης είναι μεγαλύτερο από αυτό των πρόωρων εκλογών». Και ας μην επιθυμεί εκλογές η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων, καταλαβαίνοντας ενστικτωδώς τη ζημιά που προκάλεσαν οι συνεχείς εκλογικές αναμετρήσεις μετά το 2009. Ο δημοσιογράφος Κ. Γιαννακίδης, παρακολουθώντας το τελευταίο συνέδριο της ΝΔ, έγραφε για τον Κ. Μητσοτάκη: «Έβλεπα, όμως, τους συνέδρους να τον χειροκροτούν όρθιοι και αναρωτήθηκα αν ο ίδιος γνωρίζει ότι, εφόσον κερδίσει τις εκλογές, αυτούς θα έχει απέναντι ως αντιπάλους, όχι τον ΣΥΡΙΖΑ. Τι είναι, άλλωστε, η πολιτική στην Ελλάδα; Να μιλάς για λιγότερο κράτος και, από αυτούς που σε χειροκροτούν, οι περισσότεροι να ενδιαφέρονται να το στελεχώσουν».
Οι αλλαγές που αποφεύγουμε και η εκδίκηση των αριθμών
Αυτά που πρέπει να γίνουν στη χώρα είναι επώδυνα. Το ξέρουμε αλλά η πλειοψηφία είναι ακόμα και σήμερα έτοιμη να ψηφίσει όποιον υποσχεθεί μαγικές λύσεις, με χρέωση στους ξένους που μας χρωστούν αιώνες τώρα. Αν δεν αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα, τότε αυτή θα μας εκδικηθεί με τον χειρότερο τρόπο, που μπορεί να περιλαμβάνει ακόμα και εθνική καταστροφή.
Η αύξηση φόρων και εισφορών για κάλυψη κρατικών δαπανών είναι καταστροφική συνταγή. Δεν θα αντέξουμε για πολύ να εξορίζουμε τους νέους και τις επιχειρήσεις μας εκτός χώρας. Είναι μαθηματικά αδύνατον να διατηρηθούν τα ελλείμματα του συνταξιοδοτικού μας συστήματος (που αντιπροσωπεύουν ίσως το βασικό γενεσιουργό αίτιο της κρίσης). Με αντίπαλο ένα άρρωστο κράτος, κανείς (Ελληνας ή ξένος) δεν επενδύει.
Η πραγματικότητα αποτυπώνεται πάντα και σε αριθμούς, που εκδικούνται όσους τους αγνοούν. Και οι αριθμοί μπορούν να προκαλέσουν είτε χειροκροτήματα ικανοποίησης, είτε δάκρυα (συνήθως λύπης και όχι χαράς). Πάντα θα είναι ευχάριστα τα χειροκροτήματα, αλλά με μία αναγκαία (χρονική) προϋπόθεση. Να προκαλούνται όταν ανακοινώνονται τελικοί απολογισμοί και όχι προϋπολογισμοί, γιατί αυτοί πάντα αποτυπώνουν και επιθυμίες (ή/και υποκρισίες).
Αν αντέξει το σχοινί που μας κρατάει στην Εσπερία, θα φανεί στο χειροκρότημα. Άλλωστε τα κλάματα και τα χειροκροτήματα (αν δεν συμβαίνουν μπροστά σε δικτάτορες) είναι πάντα ειλικρινή στο τέλος.
*Ο Κώστας Μαρκάζος είναι οικονομολόγος.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.