Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Τρώμε με όρεξη την... προίκα των παιδιών μας

Η τρέχουσα πολιτική προστατεύει τους σημερινούς συνταξιούχους, ακόμα και αν αυτό συνεπάγεται αύξηση των φόρων. Ωστόσο οι πόροι του προϋπολογισμού που αφιερώνουμε για συντάξεις στερούνται από τους ανέργους. Γράφει ο Κ. Μαρκάζος.

  • του Κώστα Μαρκάζου*
Τρώμε με όρεξη την... προίκα των παιδιών μας

Τελικά είχε δίκιο ένας Αμερικανός σκιτσογράφος, όταν έλεγε «Κανένα πρόβλημα δεν είναι τόσο δύσκολο που να μην μπορείς να το αποφύγεις».

Έχουν περάσει 15 χρόνια από τότε που κάποιοι εισηγήθηκαν μία προσαρμογή του ασφαλιστικού συστήματος (ήπια σε σχέση με τα μετέπειτα γεγονότα), προκαλώντας το μένος εκατομμυρίων Ελλήνων. Έπρεπε να χρεοκοπήσει η χώρα για να ασχοληθούμε (ελλείψει χρημάτων) ξανά με τις συντάξεις.

Σε μία δημοσκόπηση (της Palmos Analysis) τον περσινό Μάιο, όταν η διαπραγμάτευση ήταν στα φόρτε της, στο ερώτημα «σε ποια τρία θέματα η κυβέρνηση πρέπει να επιμείνει έντονα;», τα αποτελέσματα ήταν: 1ο: Περικοπή κύριων συντάξεων (44%), 2ο: Αύξηση ορίων συνταξιοδότησης (30%), 3ο: Κατάργηση πρόωρων συνταξιοδοτήσεων (26%). Δηλαδή τα τρία πιο σημαντικά θέματα που απασχολούσαν τους Έλληνες ήταν το εξής ένα: οι συντάξεις.

Ακόμα και ο ΕΝΦΙΑ ανιχνεύτηκε τέταρτος και καταϊδρωμένος (με 23%). Από τότε έχει υπογραφεί το τρίτο (και σκληρότερο μνημόνιο), έκλεισαν οι τράπεζες επ' αόριστο και η πολιτική ειδησεογραφία περιστρέφεται γύρω από μία διαρκή και ατελείωτη αξιολόγηση.

Συντάξεις: Το εθνικό μας ταμπού

Θα περίμενε κανείς ότι η κρίση αλλάζει αντιλήψεις. Κάτι τέτοιο δεν φαίνεται να συμβαίνει στο θέμα των συντάξεων. Σε μία πρόσφατη έρευνα γνώμης του Πανεπιστημίου Μακεδονίας καταγράφονται οι εξής τάσεις σε δύο ερωτήματα:

(α) Μείωση φόρων και νέες θέσεις, ή αύξηση φόρων χωρίς μείωση συντάξεων

 

(β) Μείωση συντάξεων για δημιουργία νέων θέσεων εργασίας

 

Τα ερωτήματα μοιάζουν παρόμοια (ή σαν συνέχεια το ένα του άλλου) αλλά δεν είναι. Το πρώτο ερώτημα είναι αν προτιμάει κάποιος κρέας ή ψάρι για δείπνο, ενώ το δεύτερο είναι αν θέλει να μείνει νηστικός (ή έστω να ελαττώσει την τροφή του), ώστε να έχουν φαγητό στο μέλλον οι απόγονοί του.

Η πλειοψηφία των Νεοελλήνων προτιμάει να φάει τα ψάρια (ή τα πρόβατα) που βλέπει μπροστά της, αντί μιας μελλοντικής (και συνεπώς αβέβαιης) προοπτικής αυτά να μεγαλώσουν και να πολλαπλασιαστούν. Θεωρητικά όλοι θέλουν να μην πεινάει ποτέ κανείς, όταν, όμως, έρχεται ο λογαριασμός των πραγματικών επιλογών, δύο στους τρεις τον στέλνουν στο μέλλον, για να τον πληρώσουν κάποιοι που σήμερα είναι νέοι (ή και αγέννητοι).

Το έλλειμμα του συνταξιοδοτικού συστήματος της χώρας (το οποίο καλύπτεται από φόρους) είναι περίπου 10% του ΑΕΠ (όταν στην ευρωζώνη είναι 2,5%). Η τρέχουσα πολιτική προστατεύει τους σημερινούς συνταξιούχους ακόμα και αν αυτό συνεπάγεται αύξηση των αυξημένων φόρων. Είναι χαρακτηριστικό ότι το προσχέδιο προϋπολογισμού του 2017 προβλέπει περικοπές δαπανών ύψους μόλις €79 εκατ. και αυξήσεις φόρων ύψους €2,5 δισ.

Εκτός από τους νέους, που δεν έχουν καμία διάθεση (και σωστά) να συνεισφέρουν σε ένα ασφαλιστικό σύστημα που δεν προβλέπουν να τους δώσει τίποτα αξιόλογο, αδικούνται και οι ευάλωτες ομάδες, γιατί δεν περισσεύουν οι αναγκαίες κοινωνικές παροχές. Επίσης αδικούνται οι σημερινοί εργαζόμενοι καθώς προβλέπονται χαμηλότερες αναμενόμενες συντάξεις για αυτούς. Δεν θα μπορέσουμε ποτέ να διορθώσουμε το ασφαλιστικό πρόβλημα (που όχι μόνο είναι πολύ μεγαλύτερο από το φορολογικό και το οποίο ταυτόχρονα τροφοδοτεί), αν δεν εντοπίσουμε τα βαθύτερα αίτια και τις κρυμμένες πεποιθήσεις.

Οι «φτερούγες» του κράτους

Αν κάτι χαρακτηρίζει την ελληνική κοινωνία είναι η ανασφάλεια. Ανασφάλεια έναντι του κράτους, της παγκοσμιοποίησης, της ιδιωτικής οικονομίας. Η λατρεία της κρατικής ασφάλειας δεν είναι προνόμιο της Αριστεράς, όπως συχνά παρουσιάζεται. Στην Ελλάδα, μάλιστα, οι ανώμαλες μεταπολεμικές συνθήκες έσπρωξαν χιλιάδες αριστερούς στον ιδιωτικό τομέα καθώς δεν είχαν τα κατάλληλα φρονήματα για διορισμό στο δημόσιο. Η σημερινή κυβέρνηση δεν πρωτοτυπεί, όσο θέλουν να παρουσιάσουν κάποιοι που νομίζουν ότι έχουν βρει την ευκαιρία να ξεμπερδέψουν μία για πάντα με την επιρροή της Αριστεράς, στην οποία πιστώνουν με ιδεολογική ηγεμονία τη δική τους πνευματική ένδεια.

Το ελληνικό κράτος υπήρξε το διαδοχικό λάφυρο της εκάστοτε κυβέρνησης. Οι μισθοί στρατών ρουσφετολογικά διορισμένων σε στενό και ευρύ δημόσιο και οι πρόσοδοι των συντεχνιών με την αιγίδα του κράτους ήταν εργαλεία πολιτικής κυριαρχίας πέραν της Αριστεράς. Προφανώς δεν ήταν άγιοι οι επιχειρηματίες που έγιναν πλούσιοι (μαζί με όσους πολιτικούς σίτιζαν), βυζαίνοντας το ελληνικό κράτος. Ούτε και κανονικοί επιχειρηματίες αλλά σύγχρονοι πειρατές τις περισσότερες φορές.

Όμως οι πιο κερδοφόρες μπίζνες στη χώρα ήταν κρατικές και τη (σημαδεμένη) τράπουλα δεν την μοίραζαν επιχειρηματίες αλλά πολιτικοί. Μόνο εντύπωση δεν πρέπει να μας προξενεί ότι κρύβουν ακόμα και σήμερα τα λεφτά τους στο εξωτερικό, όταν γνώριζαν από πρώτο χέρι αυτούς που κυβερνούσαν τις τελευταίες δεκαετίες τη χώρα. Το κράτος ζέσταινε με τις φτερούγες του υπαλλήλους, τάιζε με το κρέας του συνταξιούχους και όποια αβγά έκανε, τα κατανάλωναν μηχανισμοί παρέα με κρατικοδίαιτους ιδιώτες. Οι υπόλοιποι βίωναν την ανασφάλεια έξω από το μαντρί. Όταν μάδησαν οι κρατικές φτερούγες, τα πολιτικά κόμματα που κυβερνούσαν εναλλάξ για δεκαετίες έχασαν τα αβγά και τα πασχάλια από ένα τσουνάμι εκδίκησης.

Το αύριο είναι μέχρι τις εκλογές

Η λογική της κυβέρνησης είναι να διατηρήσει όσο μπορεί τις σημερινές συντάξεις, έστω και με τρικ όπως η «προσωπική διαφορά», ώστε να μην υποστούν μειώσεις (ή οι μειώσεις να είναι περιορισμένες) και αν αυτό δεν αρκεί, θολώνει την εικόνα. Όπως σατιρίζει ο Αρκάς, ο υπουργός Κοινωνικών Ασφαλίσεων πολλές φορές λέει ταυτόχρονα (!) τρία πράγματα: Δεν μειώσαμε τις συντάξεις / οι ξένοι μάς επέβαλαν τις μειώσεις / εσείς τις μειώσατε περισσότερο. Ξέρει ότι ένας στους δύο Έλληνες στηρίζεται στη σύνταξη. Πρόκειται για κοντόφθαλμη τακτική που έχει έναν χρονικό ορίζοντα μέχρι τις επόμενες εκλογές (όποτε και αν γίνουν).

Το δίλημμα όμως δεν εξαφανίζεται και παραμένει οδυνηρό. Δεν μπορούμε να έχουμε ομελέτα με άθικτα αβγά. Όποιους πόρους του κρατικού προϋπολογισμού αφιερώνουμε για συντάξεις, τους στερούμε από τους μισθούς των άνεργων νέων. Είναι θνησιγενής (στην κυριολεξία) η τακτική έμμεσης επιδότησης των ανέργων μέσω συντάξεων.

Προφανώς και πρέπει να καταπολεμηθεί η φτώχεια, αλλά αυτό δεν γίνεται με συντάξεις. Είναι μεγάλη φτώχεια να μιλάς υπέρ των φτωχών, όταν κάνεις ό,τι μπορείς για να παραμένουν φτωχοί και όταν εσύ δεν βιώνεις φτώχεια.

Σε μία χώρα που γερνάει γρήγορα, χρειάζεται να πεθάνουν οι αντιλήψεις που μας οδηγούν στο παγκόσμιο περιθώριο και να γεννηθεί η αυτοπεποίθηση που θα μας οδηγήσει σε μία χώρα που δεν θα αναγκάζει τους νέους της σε μετανάστευση.

 

* Ο Κώστας Μαρκάζος είναι οικονομολόγος


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v