Μπορεί η καθηγήτρια Μαριάνα Ματσουκάτο, στο βιβλίο της «Το Κράτος Επιχειρηματίας» να κάνει λόγο για τον θετικό ρόλο της κρατικής δραστηριότητας στην ανάπτυξη νέων τεχνολογιών, πλην όμως τα όσα γράφει αφορούν ανεπτυγμένες δυτικές χώρες -και σίγουρα όχι την Ελλάδα. Στη χώρα μας, το κράτος είναι ανίκανο να καινοτομήσει και, ακόμα χειρότερα, απεχθάνεται την καινοτομία.
Συνεπώς, μπορούμε ξεκάθαρα να υπογραμμίσουμε ότι, αν η τουρκοκρατία εμπόδισε τη χώρα να ακολουθήσει τη μεγάλη βιομηχανική επανάσταση του 18ου αιώνα, σήμερα ο κρατισμός είναι το μεγάλο εμπόδιο για την είσοδό μας στην ψηφιακή εποχή και στις τεράστιες ευκαιρίες που προσφέρει. Ενώ η ψηφιακή επανάσταση είναι γεγονός που εξελίσσεται με απίθανη ταχύτητα, η Ελλάδα ασθμαίνει γιατί κάποιοι δεν θέλουν να την απελευθερώσουν από τα δεσμά του πελατειακού κρατισμού και της διαφθοράς του. Όμως, στο μεταξύ η Ιστορία τρέχει, εις πείσμα των ανθρώπων της παρακμής και του λαϊκισμού -που δεν θέλουν τίποτε να αλλάξει.
Τυχαίο αυτό; Όχι, καθόλου. Στην υπό εκκόλαψη εποχή της ψηφιακής οικονομίας, τα εκπαιδευτικά συστήματα, οι δαπάνες για έρευνα και ανάπτυξη και η ταχύτητα στην παραγωγή, στις λήψεις αποφάσεων και στη δικτυωμένη διάθεση αγαθών και υπηρεσιών είναι οι βασικότεροι συντελεστές δημιουργίας υλικού και κοινωνικού πλούτου. Είτε αυτό αρέσει είτε όχι, η έκρηξη των δικτύων πολυμέσων και η ψηφιοποίησή τους είναι το μείζον φαινόμενο του 21ου αιώνα.
Πρόκειται δε για ένα φαινόμενο που κάνει τα πρώτα του βήματα και του οποίου η συνέχεια είναι δύσκολα προβλέψιμη στο επίπεδο του απλού πολίτη. Εισερχόμεθα σε έναν καινούργιο «χωρο-χρόνο», σε έναν «κυβερνοκόσμο», όπου η διάρκεια και η απόσταση συρρικνώνονται με τη θεμελιακή μεταβολή των πολιτικών, οικονομικών και βιομηχανικών κανόνων που απορρέουν.
Οι επιπτώσεις της ψηφιακής κοινωνίας στην οικονομία αναγνωρίζονται πλέον από όλους. Οι επιπτώσεις δε αυτές δεν αντικαθιστούν την περίφημη βιομηχανική κοινωνία, αλλά αποτελούν μια άλλη εκδοχή της. Η ψηφιοποίηση αποτελεί μία μορφή λιπαντή της μηχανής των βιομηχανικών κοινωνιών, η οποία είναι πολύ ταλαιπωρημένη και αδυνατεί να δημιουργήσει ανάπτυξη και θέσεις εργασίας. Έρχεται έτσι η ψηφιακή κοινωνία και λιπαίνει την οικονομία, προσφέροντας υψηλή κινητικότητα σε ανθρώπους, ιδέες, αγαθά και κεφάλαια. Υπό αυτή την έννοια, το Διαδίκτυο είναι νέα τεχνολογία αλλά ολοκληρωμένο σύστημα κατανομής πόρων. Είναι ένα πληροφοριακό οικοσύστημα το οποίο συνθέτουν ποικίλα αλληλεξαρτώμενα στοιχεία -δίκτυα, μόντεμ, πάροχοι προσβάσεως, υπολογιστές, λογισμικά...
Στις νέες αυτές συνθήκες, η είσοδος στον κυβερνοκόσμο θέτει υπό αναθεώρηση τους κανόνες της οικονομίας και φέρνει στο προσκήνιο τρεις νέες παραμέτρους της διεθνούς ανταγωνιστικότητος: την ταχύτητα, την ευφυΐα και την προσαρμοστικότητα. Τα έθνη και οι επιχειρήσεις που καταφέρνουν να κατακτήσουν και να κρατήσουν ορισμένους τομείς του κυβερνοκόσμου κερδίζουν το αποκαλούμενο «πριμ της πρωτιάς», το οποίο έχει μεγάλη οικονομική σημασία. Διότι, όπως προκύπτει από την κεκτημένη εμπειρία, το κόστος της εκθρονίσεως του πρώτου από μιαν αγορά είναι πολύ υψηλό για τον δεύτερο και επαχθέστατο στη συνέχεια. Πρόκειται για το φαινόμενο «lock in effect», που σημαίνει ότι οι πρώτοι στις αγορές «κλειδώνουν» θέσεις οι οποίες πολύ δύσκολα «ξεκλειδώνονται».
Άρα, αυτοί που φθάνουν καθυστερημένοι «τιμωρούνται» κατά κανόνα με κόστος που ποτέ δεν κατέβαλε ο πρώτος.
Αυτός είναι σήμερα και ο λόγος που οι περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες χρηματοδοτούν αφειδώς προγράμματα καινοτομίας, με στόχο να βοηθήσουν νέους επιχειρηματίες να εισέλθουν στον χώρο της αποκαλούμενης «άυλης προστιθέμενης αξίας» -για την οποία ο αγώνας δρόμου στον κυβερνοκόσμο είναι σκληρός.
Η είσοδος στον κόσμο αυτόν προϋποθέτει την ένταξη μιας χώρας, μιας επιχειρήσεως ή και μιας ομάδας ανθρώπων στην αποκαλούμενη «οικονομία των δικτύων», στους κόλπους της οποίας τα δίκτυα πρέπει να είναι συμβατά, συνδέσιμα και διασυνδεδεμένα. Όπως πολύ σωστά γράφει ο σύμβουλος του Αμερικανικού Συμβουλίου Διεθνών Σχέσεων κ. Γουόλτερ Μιντ με αφορμή την κρίση της Δύσεως, «μετά το μεγάλο μπαμ του 2008, θα πρέπει να περιμένουμε το μεγάλο μπουμ -αλλά δεν γνωρίζω πόσο παρόντες θα είναι όλοι σε αυτό».
Όπως αναφέρει ο Γάλλος βιολόγος και σύμβουλος στρατηγικής κ. Ζοέλ ντε Ροσνέ, για κάθε χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ενώσεως -περισσότερο δε γι' αυτές που έχουν προβλήματα χρέους και ανταγωνιστικότητας- είναι επείγον να εκπονήσουν και να εφαρμόσουν στρατηγικές προσαρμογής στην ταχύτητα πλεύσεως των κοινωνιών της γνώσεως. Σημαντικό ρόλο στην περίπτωση αυτή παίζουν οι «καμπύλες εκμαθήσεως» και η ταχεία είσοδος σε αυτές.
Στη σημερινή Ελλάδα της γραφειοκρατίας και της πανεπιστημιακής αθλιότητος κάτι τέτοιο φαντάζει εξαιρετικά δύσκολο, αν όχι αδύνατο. Κατά συνέπεια, υπάρχει σοβαρότατος κίνδυνος, η κρίση -που θα μπορούσε να αποτελέσει μεταρρυθμιστικό εφαλτήριο για τη χώρα και το μέλλον της- να έχει ανοίξει την οδό του περιθωρίου, οδός η οποία στις σημερινές συνθήκες παγκοσμιοποιήσεως, δεν έχει πολλές εξόδους. Και, κατά την ταπεινή μας γνώμη, το γεγονός αυτό καθιστά την παρούσα κρίση εξόχως δραματική.
Ακόμα πιο δραματικό, ωστόσο, είναι το γεγονός ότι η πολιτική εξουσία αρνείται να δει την πραγματικότητα. Προτιμά τα επικοινωνιακά πυροτεχνήματα και τις κενές περιεχομένου κουβέντες.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.